Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση
Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της
των Μανόλη Βουτυρά & Αλεξάνδρας Γουλάκη-Βουτυρά
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών
8.2.3. Αρχιτεκτονική και τοπίο: Το ιερό του Ασκληπιού στην Κω και το ιερό της Αθηνάς στη Λίνδο
Τα ιερά της ελληνιστικής εποχής διαμορφώνονται συνήθως ως μεγάλα αρχιτεκτονικά σύνολα, στα οποία οι ναοί, παρά το γεγονός ότι προβάλλονται ιδιαίτερα, δεν είναι πλέον τα σημαντικότερα ούτε τα πιο επιβλητικά οικοδομήματα. Στις περιπτώσεις που ένα ιερό μεγαλώνει και επεκτείνεται, ο αρχικός ναός χάνει την αυτοτέλειά του και μοιάζει να χάνεται ανάμεσα στις νέες κατασκευές. Ένα τέτοιο παράδειγμα μας προσφέρει το Ασκληπιείο στην Κω (εικ. 321). Στο νησί υπάρχει ένα σημαντικό ιερό του Ασκληπιού, του οποίου η διαμόρφωση χρονολογείται στην ελληνιστική εποχή. Δεν γνωρίζουμε πότε εισήχθη στο νησί η λατρεία του θεραπευτή θεού, η σημασία της όμως ενισχύθηκε αναμφίβολα από τη λειτουργία μιας από τις σπουδαιότερες ιατρικές σχολές της Αρχαιότητας, γνωστότερος εκπρόσωπος της οποίας ήταν ο Ιπποκράτης, που έζησε στο δεύτερο μισό του 5ου και στις αρχές του 4ου αιώνα π.Χ. Βέβαιο είναι πάντως ότι στην πλαγιά ενός λόφου κοντά στην πόλη της Κω υπήρχε ήδη από τον 4ο αιώνα π.Χ. ένα άλσος από κυπαρίσσια αφιερωμένο στον Ασκληπιό. Στο πρώτο τέταρτο του 3ου αιώνα π.Χ., σε ένα ανάλημμα που δημιουργήθηκε λίγο χαμηλότερα από το άλσος, χτίστηκαν ένας μικρός ιωνικός ναός και ένας βωμός. Δίπλα στον ναό υπήρχε ένας περίβολος με δύο μικρά δωμάτια, όπου πιθανότατα κοιμούνταν οι ασθενείς, και δίπλα στον βωμό μια μικρή στοά για τα αφιερώματα που έφερναν οι πιστοί. Όπως συμβαίνει συνήθως στα αρχαία ελληνικά ιερά, τα οικοδομήματα αυτά δεν έχουν οργανική σύνδεση μεταξύ τους.
Λίγο αργότερα, μέσα στον 3ο αιώνα π.Χ., η Κως γνώρισε μεγάλη άνθηση χάρη στην προστασία και τις δωρεές του βασιλιά Πτολεμαίου Β' (283-246 π.Χ.), που είχε γεννηθεί εκεί το 308 π.Χ. Σε αυτά τα χρόνια διαμορφώθηκε, 11 m ψηλότερα από το επίπεδο του ναού, ένα νέο ανάλημμα με διαστάσεις 80 m x 60 m περίπου, το οποίο πλαισιώθηκε στις τρεις πλευρές του με στοές σε σχήμα Π, οι οποίες είχαν ξύλινα στηρίγματα αντί για κίονες και ξύλινη στέγη. Τα διαστήματα ανάμεσα στα ξύλινα στηρίγματα ήταν φραγμένα, πράγμα που σημαίνει ότι οι στοές χρησιμοποιούνταν ως κλειστοί χώροι, πιθανότατα για την ἐγκοίμησιν των ασθενών. Τον 2ο αιώνα π.Χ. δημιουργήθηκε, 6 m χαμηλότερα από το επίπεδο του ναού και του βωμού, ένα τρίτο ανάλημμα, περίπου συμμετρικό με το ανώτερο. Το ανάλημμα αυτό διαμορφώθηκε σαν κλειστή πλατεία πλαισιωμένη στις τρεις πλευρές με στοές και με μία μόνο κεντρική είσοδο στη βόρεια πλευρά. Στη νότια πλευρά, που δεν είχε στοά, κατασκευάστηκε μια κρήνη, από την οποία οι ασθενείς μπορούσαν να αντλούν το ιαματικό νερό. Τότε ή λίγο αργότερα αναδιαμορφώθηκε και το ανώτερο ανάλημμα με την κατασκευή μιας εξ ολοκλήρου λίθινης στοάς και ενός περίπτερου δωρικού ναού στο κέντρο, σε αξονική θέση. Η πρόσβαση γινόταν πλέον από μια μεγάλη κεντρική κλίμακα. Με τον τρόπο αυτό ένα σχετικά μικρό ιερό επεκτάθηκε σε δύο διαδοχικές φάσεις και έγινε ένα μεγάλο οικοδομικό συγκρότημα με συμμετρική δομή, το οποίο απλώνεται σε τρία επίπεδα και καταλαμβάνει ολόκληρη την πλαγιά του λόφου. Ο αρχικός ναός και ο βωμός έχασαν την αυτοτέλειά τους και εντάχθηκαν στο νέο σύνολο, που μπορεί κανείς να το χαρακτηρίσει ως αρχιτεκτονικά διαμορφωμένο τοπίο.
Ακόμη πιο εντυπωσιακή είναι η διαμόρφωση του ιερού της Αθηνάς στη Λίνδο της Ρόδου, όπου ένα επιβλητικό βραχώδες ύψωμα που δεσπόζει επάνω από τη θάλασσα μετατράπηκε στην ελληνιστική εποχή σε αρχιτεκτονική σύνθεση (εικ. 322). Ο αρχαϊκός ναός, που κάηκε το 342 π.Χ., ξαναχτίστηκε στο τέλος του 4ου αιώνα π.Χ. στην ίδια θέση, στην άκρη ενός απόκρημνου βράχου που πέφτει κάθετα στη θάλασσα, και με το ίδιο ακριβώς μακρόστενο σχέδιο (7,75 m x 21,65 m), ως αμφιπρόστυλος δωρικός ναός (εικ. 323, Α). Λίγα χρόνια αργότερα δημιουργήθηκε γύρω από τον βωμό, στα ανατολικά του ναού, μια ευρύχωρη ορθογώνια πλατεία με στοές γύρω γύρω. Στη συμμετρική αυτή πλατεία, αν και όχι στον άξονά της, εντάχθηκε η πρόσοψη του ναού. Η πρόσβαση στην πλατεία γινόταν από την ανατολική πλευρά, απέναντι ακριβώς από τον ναό, μέσα από ένα μνημειακό πρόπυλο που είχε τη μορφή στοάς με προεξέχουσες πτέρυγες (εικ. 323, C). Στο πρόπυλο οδηγούσε μια μεγάλη κλίμακα, ίση σε πλάτος με τη στοά. Στη βάση της κλίμακας χτίστηκε αργότερα, πιθανότατα τον 1ο αιώνα π.Χ., μια δεύτερη, ακόμη μεγαλύτερη στοά που περιβάλλει μια δεύτερη μνημειακή κλίμακα (εικ. 323, Ε). Με τις παρεμβάσεις αυτές η απότομη βραχώδης ακρόπολη έχει μετατραπεί σε αρχιτεκτονικό τοπίο και ο επισκέπτης που πηγαίνει προς την κορυφή φτάνει στον ναό ανεβαίνοντας πολλά φαρδιά σκαλιά και περνώντας μέσα από διαδοχικές στοές χτισμένες σε επάλληλα επίπεδα.