Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση
Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της
των Μανόλη Βουτυρά & Αλεξάνδρας Γουλάκη-Βουτυρά
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών
3.4.1. Η αρχή του ερυθρόμορφου ρυθμού
Ο μελανόμορφος ρυθμός έφτασε στο αποκορύφωμά του στην Αττική με το έργο του Εξηκία και του «ζωγράφου του Άμαση», στη δεκαετία 540-530 π.Χ. Αλλά ήδη στην περίοδο αυτή εμφανίζονται πειραματισμοί με νέες τεχνικές στη διακόσμηση των αγγείων. Μέσα στην επόμενη δεκαετία οι καινοτομίες και οι αναζητήσεις οδηγούν τους Αθηναίους αγγειογράφους σε μια σημαντική ανακάλυψη, που ανοίγει νέες προοπτικές στην τέχνη τους: τον ερυθρόμορφο ρυθμό. Ο νέος αυτός ρυθμός οφείλει το όνομά του στο γεγονός ότι οι μορφές αφήνονται στο χρώμα του πηλού (που στην περίπτωση των αττικών αγγείων είναι ερυθρωπό), ενώ οι υπόλοιπες επιφάνειες του αγγείου καλύπτονται με το βερνίκι, που κατά το ψήσιμο αποκτά γυαλιστερό μαύρο χρώμα. Η κύρια διαφορά του ερυθρόμορφου από τον μελανόμορφο ρυθμό είναι ότι οι λεπτομέρειες δεν αποδίδονται με χάραξη, αλλά με λεπτές σκούρες γραμμές που είναι δύο ειδών: η ανάγλυφη, που γίνεται με πυκνό βερνίκι και έχει σκούρο χρώμα, και η επίπεδη, που είναι πιο ανοιχτόχρωμη. Με τον τρόπο αυτό ο αγγειογράφος έχει στη διάθεσή του περισσότερες σχεδιαστικές δυνατότητες, ενώ η χρήση του αραιωμένου βερνικιού τού δίνει την ευχέρεια να αποδώσει τη φωτοσκίαση και την κύρτωση των επιφανειών.
Ο ερυθρόμορφος ρυθμός βοηθάει, επομένως, την αγγειογραφία να πλησιάσει τη μεγάλη ζωγραφική. Άλλωστε, οι τολμηρές καινοτομίες που βλέπουμε στα έργα των αγγειογράφων του ερυθρόμορφου ρυθμού οδηγούν στη σκέψη ότι η υιοθέτηση της νέας τεχνικής σχετιζόταν με την επιδίωξή τους να αξιοποιήσουν τις κατακτήσεις της μεγάλης ζωγραφικής. Πρέπει να πούμε ότι ο μελανόμορφος ρυθμός δεν εγκαταλείφθηκε, αλλά εξακολούθησε να χρησιμοποιείται ευρύτατα έως και την πρώτη εικοσαετία του 5ου αιώνα π.Χ. Στα χρόνια αυτά όμως η παλιά τεχνική φθίνει και περιορίζεται σιγά σιγά στα μικρότερα και φθηνότερα αγγεία, καθώς οι καλύτεροι αγγειογράφοι στρέφονται πλέον οριστικά στη νέα.
Δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα τον εφευρέτη του ερυθρόμορφου ρυθμού. Ωστόσο, τα πρώτα γνωστά παραδείγματα της νέας τεχνικής είναι έργα ενός αγγειογράφου που τον ονομάζουμε «ζωγράφο του Ανδοκίδη», επειδή αρκετά από τα αγγεία που διακόσμησε έχουν την υπογραφή του κεραμέα Ανδοκίδη. Ένα από τα πρωιμότερα δείγματα του ερυθρόμορφου ρυθμού είναι ένας αμφορέας του «ζωγράφου του Ανδοκίδη», σήμερα στο Βερολίνο, ο οποίος χρονολογείται στη δεκαετία 530-520 π.Χ. και εικονίζει ένα θέμα σχετικό με το ιερό του Απόλλωνα στους Δελφούς, την αρπαγή του Δελφικού τρίποδα από τον Ηρακλή (εικ. 111). Όταν κάποτε ο Ηρακλής πήγε στους Δελφούς για να ζητήσει χρησμό, η Πυθία, από φόβο μήπως αντιδράσει βίαια αν η απάντησή της δεν τον ικανοποιούσε, αρνήθηκε να του τον δώσει. Τότε ο Ηρακλής άρπαξε τον τρίποδα και πήγε να φύγει, θέλοντας να ιδρύσει αλλού δικό του μαντείο. Ο Απόλλων όμως πρόλαβε τον κλέφτη και προσπάθησε να του αποσπάσει τον τρίποδα. Τους δύο αντιπάλους τούς χώρισε τελικά ο Δίας και ο μαντικός τρίποδας παρέμεινε βέβαια στους Δελφούς.
Την ισότιμη συνύπαρξη του ερυθρόμορφου ρυθμού με τον μελανόμορφο στα πρώτα χρόνια μετά την ανακάλυψή του μας τη δείχνουν ξεκάθαρα ορισμένα αγγεία που τα αποκαλούμε δίγλωσσα, επειδή έχουν στη μία τους πλευρά μελανόμορφη παράσταση και στην άλλη ερυθρόμορφη. Τα αγγεία αυτά είναι σχετικά λίγα, αλλά παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον γιατί οι δύο παραστάσεις έχουν συχνά το ίδιο θέμα και είναι ζωγραφισμένες από τον ίδιο αγγειογράφο. Η σύγκριση των δύο πλευρών των δίγλωσσων αγγείων μάς βοηθάει να αντιληφθούμε καλύτερα τις διαφορές ανάμεσα στις δύο τεχνικές. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι ένα αγγείο του «ζωγράφου του Ανδοκίδη» στο Μόναχο με την παράσταση του Ηρακλή ως συμποσιαστή, που χαιρετάει την προστάτιδά του Αθηνά τρώγοντας και πίνοντας ξαπλωμένος επάνω σε πολυτελή κλίνη (εικ. 112, 113).