Εξώφυλλο

Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της

των Μανόλη Βουτυρά & Αλεξάνδρας Γουλάκη-Βουτυρά
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών

1.7.4. Η ακμή και το τέλος της γεωμετρικής κεραμικής

Τα εντυπωσιακότερα αγγεία του γεωμετρικού ρυθμού κατασκευάστηκαν στην Αθήνα κατά το δεύτερο μισό του 8ου αιώνα π.Χ.· η χρήση τους ήταν ταφική, στοιχείο που καθορίζει συχνά και τον διάκοσμο τους. Αξιοσημείωτο είναι ότι τα μεγαλύτερα από τα αγγεία αυτά δεν χρησιμοποιήθηκαν ως τεφροδόχοι, αλλά ως ταφικά μνημεία (σήματα). Έτσι εξηγείται το γεγονός ότι οι διαστάσεις τους είναι σε ορισμένες περιπτώσεις πραγματικά εντυπωσιακές. Τα σχήματα παραπέμπουν πάντοτε στο κρασί και το συμπόσιο, είναι δηλαδή αμφορείς (για τη μεταφορά του κρασιού) ή κρατήρες (για την ανάμειξη του κρασιού με νερό). Ξέροντας ότι το συμπόσιο είναι κατεξοχήν αριστοκρατική δραστηριότητα, είναι εύκολο να κατανοήσουμε την εντύπωση που δημιουργούσαν τέτοια λαμπρά αγγεία στημένα επάνω από τους τάφους των επιφανέστερων και πλουσιότερων πολιτών και των οικογενειών τους.

Ο διάκοσμος των πραγματικά μνημειακών αυτών αγγείων είναι γεωμετρικός, με γραμμικά κοσμήματα οργανωμένα σε επάλληλες ζώνες, ανάμεσα στις οποίες μπορεί να παρεμβάλλονται σειρές από ομοιόμορφα ζώα. Αλλά το πιο αξιοπρόσεκτο στοιχείο είναι οι συχνά πολυπρόσωπες αφηγηματικές παραστάσεις, τοποθετημένες πάντοτε στο σημείο όπου πέφτει πρώτα το μάτι του θεατή, ανάμεσα στις λαβές. Τα θέματα είναι κυρίως παρμένα από τα ταφικά έθιμα, όπως επιβάλλει η χρήση των αγγείων. Ένα από τα λαμπρότερα παραδείγματα είναι ο λεγόμενος αμφορέας του Δίπυλου (εικ. 18), στον οποίο εικονίζεται η πρόθεση, δηλαδή η έκθεση του νεκρού στο κοινό που εκδηλώνει το πένθος του. Οι ανθρώπινες μορφές αποδίδονται με τον σχηματικό τρόπο που χρησιμοποιεί η γεωμετρική τέχνη: το κεφάλι και τα άκρα εικονίζονται σε κατατομή ενώ το σώμα κατενώπιον. Έτσι ο καλλιτέχνης (που τον ονομάζουμε συμβατικά «ζωγράφο του Διπύλου»), συνδυάζοντας τις χαρακτηριστικότερες όψεις, δημιουργεί μια εικόνα απλή και αναγνωρίσιμη που μπορεί εύκολα να επαναληφθεί, όπως ένα ιερογλυφικό σύμβολο. Δεν πρέπει λοιπόν να μας εκπλήσσει ότι το σώμα της νεκρής (πρόκειται για γυναίκα ντυμένη με ποδήρη χιτώνα) φαίνεται κάθετο προς την κλίνη στην οποία είναι ξαπλωμένο ούτε ότι το ύφασμα που το καλύπτει εικονίζεται λίγο ψηλότερα σαν ένα ορθογώνιο με δύο μικρές προεξοχές και αβακωτό διάκοσμο. Γύρω από την κλίνη εικονίζονται άνθρωποι (οι περισσότεροι άνδρες), που θρηνούν με τα χέρια στο κεφάλι. Η σχηματοποίηση των μορφών κάνει την παράσταση ευανάγνωστη. Σε έναν μεγάλο κρατήρα ενός άλλου, πιθανότατα λίγο νεότερου, Αθηναίου αγγειογράφου βλέπουμε την εκφορά ενός νεκρού άνδρα, δηλαδή τη μεταφορά του στον τόπο ταφής, με άμαξα που τη σέρνουν δύο άλογα (εικ. 16). Η σκηνή πλαισιώνεται από δύο σειρές ανδρών που ακολουθούν την πομπή θρηνώντας. Βλέπουμε ότι τα σώματα των ζώων ενώνονται, ενώ τα κεφάλια και τα σκέλη τους ξεχωρίζουν· με τον τρόπο αυτό δηλώνεται ότι είναι τοποθετημένα παράλληλα, το ένα ακριβώς δίπλα στο άλλο. Λίγο πιο κάτω υπάρχει μια ζώνη με πομπή αρμάτων με πολεμιστές. Τα σώματα των ανδρών καλύπτονται από τις μεγάλες τους ασπίδες με το χαρακτηριστικό σχήμα.

Την εποχή αυτή όμως συναντούμε στα γεωμετρικά αγγεία και άλλες παραστάσεις, όπως μάχες ή κυνήγια άγριων ζώων. Δεν αποκλείεται κάποιες από τις σκηνές αυτές να είναι παρμένες από μύθους γνωστούς από την επική ποίηση, αν και η απουσία σαφών εικονογραφικών στοιχείων δεν επιτρέπει να το πούμε με βεβαιότητα. Σε ορισμένες περιπτώσεις πάντως μια τέτοια ερμηνεία φαίνεται πολύ πιθανή. Έτσι η παράσταση ενός άνδρα που κρατάει από το χέρι μια γυναίκα δίπλα σε ένα πολεμικό πλοίο με κωπηλάτες, η οποία διακοσμεί ένα λουτήριον του τέλους του 7ου αιώνα π.Χ. (εικ. 17), φέρνει αμέσως στον νου την πιο γνωστή μυθική απαγωγή, εκείνη της Ελένης από τον Πάρη.