1.3. Ομηρική φιλολογία
Οι απαρχές της φιλολογίας είναι άρρηκτα δεμένες με τη μοίρα των ομηρικών επών στην αρχαιότητα. Η καταγραφή, η ερμηνεία και η διδασκαλία της Ιλιάδας και της Οδύσσειας έγιναν από νωρίς αντικείμενο συζήτησης και μελέτης μεταξύ των φιλοσόφων και των λογίων, αν και όχι με συστηματικό τρόπο. Η αλληγορική ερμηνεία των επών εγκαινιάστηκε από τον Θεαγένη από το Ρήγιο ήδη από τον 6ο αι. π.Χ., ενώ στον Αριστοτέλη αποδίδεται ένα σύγγραμμα με θέμα Ὁμηρικά ἀπορήματα. Όμως έπρεπε να φτάσουμε στην ελληνιστική εποχή, και στην Πτολεμαϊκή Αλεξάνδρεια, ώστε να γεννηθεί η αληθινή «ομηρική φιλολογία».
Το πρώτο ζήτημα που είχαν να αντιμετωπίσουν οι Αλεξανδρινοί φιλόλογοι ήταν η έκδοση του ομηρικού κειμένου. Η πρώτη επίσημη καταγραφή των ομηρικών επών είχε γίνει στα μέσα του 6ου αι. π.Χ. από τον Πεισίστρατο για να αποτελέσει τη βάση των ραψωδικών απαγγελιών στα Παναθήναια∙ και ήδη από τον 4ο αι. ο επικός ποιητής και λόγιος Αντίμαχος ο Κολοφώνιος φαίνεται ότι επιχείρησε να δώσει μια «διορθωμένη» έκδοση. Όμως ο πρώτος κριτικός εκδότης των επών είναι και ο πρώτος βιβλιοθηκάριος της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας, ο Ζηνόδοτος ο Εφέσιος (330-260 π.Χ.). Ο Ζηνόδοτος προέβη σε δραστική διόρθωση του ομηρικού κειμένου χρησιμοποιώντας δύο κυρίως μεθόδους: τη σύγκριση διαφορετικών εκδόσεων μεταξύ τους και τον «οβελισμό», δηλαδή την απάλειψη, εκείνων των στίχων που κατά την κρίση του δεν ταίριαζαν με τη γλώσσα ή το περιεχόμενο του ομηρικού κειμένου. Έτσι όμως κατέληξε να διαγράψει πάρα πολλούς στίχους, ένα σφάλμα που διόρθωσαν με τις δικές τους κριτικές εκδόσεις οι δύο μεγάλοι ομηριστές, ο Αριστοφάνης Βυζάντιος (265-190 π.Χ.) και ο Αρίσταρχος από τη Σαμοθράκη (215-144 π.Χ.).
Η ενασχόληση των Αλεξανδρινών λογίων δεν περιορίζεται εδώ. Ο Ζηνόδοτος ήταν αυτός που χώρισε την Ιλιάδα και την Οδύσσεια σε 24 ραψωδίες, ενώ ο Αρίσταρχος αναγνώρισε την υφολογική και θεματική ενότητα των ομηρικών επών και έγραψε ὑπομνήματα για κάθε είδους ομηρικά προβλήματα. Σημαντική είναι επίσης τόσο η σχολιαστική όσο και λεξικογραφική παράδοση που αναπτύχθηκε προκειμένου να ερμηνευθούν ικανοποιητικά τα ομηρικά έπη.
Βιβλιογραφία:
· R. Pfeiffer. 1972. Ιστορία της κλασικής φιλολογίας: Από των αρχών μέχρι του τέλους των ελληνιστικών χρόνων. Μετάφρ. Π. Ξένος. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.