Ε2.2. Συμμετρία, Αναλογία, Ευπρέπεια
(πρέπον, aptum / decorum)
Ο όρος εμφανίζεται με ιδιαίτερη τεχνική σημασία κιόλας στη Ῥητορικὴ του Αριστοτέλη (3.7.1408a10-11): «Το ύφος θα είναι το πρέπον, αν πετυχαίνει να εκφράσει τα πάθη και τους χαρακτήρες και αν είναι ανάλογο προς το προκείμενο θέμα». (μτφρ. Δ. Λυπουρλή) Ωστόσο η αρχή του πρέποντος, που ορίζει τι πρέπει, τι ταιριάζει και ενδείκνυται, δεν αφορά μόνο το ύφος του λόγου. Πολύ περισσότερο αποτελεί τη βάση σύνθεσης της ομιλίας ως συνόλου, αφού διέπει κατά τις επιταγές της τέχνης όλα τα έργα του ρήτορα (την εύρεση, τη διάταξη, τη λέξη, την υπόκριση), κάθε στοιχείο του λόγου χωριστά αλλά και όλα μαζί ως ενότητα: οι ιδέες και τα επιχειρήματα θα πρέπει να συνάδουν προς το έργο της εύρεσης· η έκφραση θα πρέπει να είναι σύμμετρη προς τα αποτελέσματα αυτού του έργου: τα επιχειρήματα και οι θέσεις πρέπει να αποδίδονται με τους κατάλληλους λεκτικούς τρόπους, το ύφος να αντιστοιχεί με ακρίβεια στο πάθος, το ήθος και το θέμα του λόγου· οι κινήσεις του σώματος και ο τόνος της φωνής θα πρέπει να ανταποκρίνονται στη διάθεση που αποπνέει κάθε τμήμα του λόγου και να την υπογραμμίζουν. Επιπλέον, όλα τα στοιχεία της ομιλίας, όσα αφορούν κάθε έργο του ρήτορα χωριστά, θα πρέπει να συμφωνούν αρμονικά μεταξύ τους. Ο ομιλητής οφείλει ακόμη, όταν συνθέτει τον λόγο του, να συνεκτιμά τις συνθήκες εκφώνησής του (τον χρόνο, τον τόπο, την πολιτική συγκυρία) και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ακροατηρίου του. Ο λόγος θα πρέπει άλλωστε να ανταποκρίνεται στην προσωπικότητα, την ηλικία και τη θέση του ομιλητή. Ο ίδιος θα αντιληφθεί και θα τηρήσει όλες αυτές τις λεπτές αντιστοιχίες και συμμετρίες με βασικό κριτήριο και οδηγό την οξεία κριτική δύναμη (iudicium) και τη γνώμη του για τις γενικότερες συνθήκες γέννησης και παρουσίασης του λόγου του (consilium).