Εξώφυλλο

Εγκυκλοπαιδικός Οδηγός

Ρητορεία και ρητορική στην αρχαιότητα

της Χρυσάνθης Τσίτσιου-Χελιδόνη

Β1.3.5. Στωικοί, Ακαδημικοί και Επικούρειοι

Η ελληνιστική περίοδος διακρίνεται από τον διάλογο μεταξύ φιλοσοφίας και ρητορικής. Γύρω στα μέσα του 2ου αι. π.Χ. οι φιλόσοφοι αρνούνται και πάλι στη ρητορική τον χαρακτηρισμό της ως τέχνης, με την αιτιολογία ότι δεν έχει ούτε συγκεκριμένο αντικείμενο ούτε σταθερό στόχο. Της «απαγορεύουν» εξάλλου την πραγμάτευση φιλοσοφικών ζητημάτων. Ωστόσο, οι μεγάλες φιλοσοφικές σχολές, η Στοά, η Ακαδημία, ο Κήπος, αναγνωρίζουν στην πορεία, καθώς το δογματικό οπλοστάσιο της καθεμιάς ανανεώνεται στην πορεία του χρόνου και οι πνευματικές ηγεσίες τους διαδέχονται η μια την άλλη, άμεσα ή έμμεσα τη βαρύτητα της ρητορικής, την αντιμετωπίζουν όμως κατά βάσιν με επιφύλαξη.

Μπορεί τα ειδικά διδακτικά εγχειρίδια που ο Κικέρωνας αποδίδει στους Στωικούς Κλεάνθη (3ος αι. π.Χ.) και Χρύσιππο (2ος αι. π.Χ.) να μην ήταν ιδιαιτέρως λαμπρά -δύσκολα φαντάζεται κανείς πιο επικριτικό σχόλιο για ένα ρητορικό σύγγραμμα από αυτό του ίδιου του Κικέρωνα για τα συγκεκριμένα έργα: «τα βιβλία αυτά θα είχε νόημα να τα μελετήσει κανείς, μόνο αν ήθελε να πάψει να μιλά», De finibus (bonorum et malorum) 4.7.4-, ο Ζήνων όμως αναγνώρισε τη ρητορική ως κομμάτι της φιλοσοφίας (Διογένης Λαέρτιος, 7.41) και κάποιοι άλλοι στωικοί ως ένα από τα δύο τμήματα της λογικής (το άλλο είναι η διαλεκτική) αποδίδοντάς της μάλιστα το κύρος της ἐπιστήμης με αντικείμενο το εὖ λέγειν (Διογένης Λαέρτιος, 7.42). Βεβαίως οι στωικοί ως «καλό λόγο» δεν εννοούσαν απλώς εκείνον που διακρίνεται από αισθητική ή πνευματική αξία, αλλά επιπλέον εκείνον που αναδεικνύει την ηθική ακεραιότητα του ομιλητή.[88] Η ρητορική δεινότητα αποτελούσε από αυτή την άποψη για τη συγκεκριμένη φιλοσοφική σχολή μια από τις αρετές που διακρίνουν τον σοφό. Μάλιστα ο ορισμός του ρήτορα ως άνδρα αγαθού και ταυτόχρονα έμπειρου στον λόγο (vir bonus dicendi peritus), που αποδίδεται στον Κάτωνα τον Τιμητή (Marcus Porcius Cato Maior Censorius, 234-149 π.Χ., Κοϊντιλιανός, Institutio oratoria 12.1.1), είναι κατά βάσιν στωικός.

Για τη Στοά τρία είναι τα είδη του λόγου -ο συμβουλευτικός, ο δικανικός και ο εγκωμιαστικός- και τέσσερα τα μέρη της τέχνης: η εύρεση (εὕρεσις), η έκφραση (φράσις), η διάταξη (τάξις) και η απόδοση του λόγου (ὑπόκρισις) (Διογένης Λαέρτιος, 7.42-43). Οι εκπρόσωποί της υιοθέτησαν εξάλλου τη θεωρία των ἀρετῶν τῆς λέξεως (Διογένης Λαέρτιος, 7.59: ἑλληνισμός, σαφήνεια, συντομία, πρέπον, κατασκευή). Οι επιδόσεις τους στη μελέτη της γραμματικής συνέβαλαν και στη μελέτη της ρητορικής.[89] Ανέπτυξαν άλλωστε μια δική τους θεωρία για τα σχήματα λόγου η οποία άσκησε επίδραση στους σημαντικούς εκπροσώπους του αττικισμού, τον Καικίλιο και τον Διονύσιο τον Αλικαρνασσέα, μέσα στον 1ο αι. π.Χ.[90] Ίσως μάλιστα και η εισήγηση μιας πρώιμης θεωρίας των τρόπων να πρέπει να αποδοθεί στους εκπροσώπους της Στοάς.[91] Ωστόσο, σύμφωνα με τα πορίσματα της σύγχρονης φιλολογικής έρευνας φαίνεται πιο πιθανό ότι οι σχετικές θέσεις των στωικών στηρίζονται σε προηγούμενα κείμενα που οι ίδιοι επεξεργάστηκαν με εκλεκτικιστική διάθεση.[92]

Η Ακαδημία του Αρκεσίλαου (3ος αι. π.Χ.) και του Καρνεάδη (2ος αι. π.Χ.), απόγονος της Ακαδημίας του Πλάτωνα, είναι η Σχολή των Σκεπτικών. Ο Κικέρωνας, που θεωρούσε τον εαυτό του μαθητή της Ακαδημίας -στα Academica (Ακαδημικά ή Ακαδημαϊκά) καταγράφει τις διδαχές της συγκεκριμένης Σχολής-, τονίζει ως χαρακτηριστική τεχνική των εκπροσώπων της την υπεράσπιση ενός ζητήματος από δύο αντίθετες θέσεις/πλευρές (in utramque partem disputare). Στα τέλη όμως του 2ου αι. π.Χ. οι Ακαδημικοί υιοθετούν στάση εχθρική απέναντι στη ρητορική. Ωστόσο, ο Κικέρωνας αναφέρεται στους εκπροσώπους της Ακαδημίας Χαρμάδα και Μητρόδωρο, για να δώσει παραδείγματα αποτελεσματικής χρήσης της μνημοτεχνικής μεθόδου που δίδασκαν οι ρητοροδιδάσκαλοι (De Oratore 2.360). Μάλιστα ο δεύτερος εγκατέλειψε την Ακαδημία, στράφηκε στον πολιτικό βίο και δίδαξε ρητορική κυρίως μέσα από τα συγγράμματά του (Στράβων, 13.55.609). Εξάλλου ο ακαδημικός φιλόσοφος Φίλωνας ο Λαρισαίος, δάσκαλος του Κικέρωνα, δίδασκε τόσο ρητορική όσο και φιλοσοφία (Κικέρων, Tusculanae disputationes 2.3.9).

Η Σχολή του Επίκουρου (ιδρύεται το 306 π.Χ.) δεν έχει κανέναν λόγο να είναι φιλική προς τη ρητορική: ο «Κήπος», όπως είναι το όνομά της, που εξηγεί τον κόσμο μέσα από την ατομική θεωρία, προτείνει στον χώρο της Ηθικής ως βασική αρχή την ἀταραξίαν· η επίτευξή της προϋποθέτει αποχή από τις αναστατώσεις του πολιτικού βίου. Ωστόσο, ο Φιλόδημος, ένας επικούρειος φιλόσοφος που έρχεται στη Ρώμη από την Παλαιστίνη στις αρχές του 1ου αι. π.Χ., συγγράφει μεταξύ άλλων και ένα έργο Περὶ Ῥητορικῆς, που θα πρέπει να εκτεινόταν σε τουλάχιστον εννέα βιβλία. Εδώ, μεταξύ άλλων, στρεφόταν εναντίον φιλοσόφων, όπως ο Διογένης ο Βαβυλώνιος και ο περιπατητικός Αρίστων, οι οποίοι φαίνεται ότι απέδιδαν στη ρητορική ιδιαίτερη σημασία και αξία που ο ίδιος ο Φιλόδημος δεν της αναγνώριζε. Έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την επιδεικτική ρητορεία, που, σα να πρόκειται για καθαρό έργο τέχνης, αποβλέπει στην ηδονή. Φαίνεται μάλιστα πως αμφισβήτησε την εύρεση και την επιχειρηματολογία ως τμήματα της ρητορικής τέχνης, αφού με τα συγκεκριμένα έργα δεν ασχολούνται αποκλειστικά οι ρήτορες. Πίστευε ακόμη πως η φιλοσοφία είναι ανώτερη από κάθε μορφή ρητορικής (τη σοφιστική, την επιδεικτική ή την πολιτική) και είναι ο μόνος τρόπος, για να κατακτήσει κανείς την ευδαιμονία.[93]

 

Βιβλιογραφία:

Karl Barwick, Probleme der stoischen Sprachlehre und Rhetorik, in: Abhandlungen der sächsischen Akademie der Wissenschaften zu Leipzig. Phil.-hist. Klasse, τ. 49, τεύχ. 3., Βερολίνο 1957.

Tiziano Dorandi, "Philodemos", στο Der Neue Pauly. Enzyklopädie der Antike. Altertum, τ. 9, Verlag J. B. Metzler, Στουτγκάρδη/Βαϊμάρη 2000, 822-827.

Manfred Fuhrmann, Die antike Rhetorik. Eine Einführung, Artemis & Winkler Verlag, Ζυρίχη 19954 (1η έκδ. Μόναχο, 1984).

George A. Kennedy, Ιστορία της κλασικής ρητορικής αρχαίας ελληνικής και ρωμαϊκής. Μτφρ. Ν. Νικολούδης, επίβλ. Ι. Αναστασίου. 5η έκδ., Εκδόσεις Παπαδήμα, Αθήνα 2004 (20001ˑ τίτλ. πρωτ.: A New History of Classical Rhetoric, Princeton University Press, Νέα Υερσέη 1994).

Anna Novokathko, «Tropes», στο Encyclopedia of Ancient Greek Language and Linguistics Encyclopedia of Ancient Greek Language and Linguistics, τ. 3, Brill, Λάιντεν, 2014, 441-445.

88 Βλ. Fuhrmann 1995, 13.

89 Βλ. Kennedy 2004, 147.

90 Βλ. Barwick 1957, 106.

91 Βλ. Kennedy 2004, 147.

92 Βλ. Novokathko 2014, 441-445.

93 Dorandi 2000, 824.