Εξώφυλλο

Εγκυκλοπαιδικός Οδηγός

Ρητορεία και ρητορική στην αρχαιότητα

της Χρυσάνθης Τσίτσιου-Χελιδόνη

Β1.2.3. Η αντίδραση των φιλοσόφων

Η σύγκρουση της φιλοσοφίας με τη σοφιστική είναι αναπόφευκτη, αφού και οι δύο γεννιούνται σε εποχή κρίσης και ανακατατάξεων, έχουν κοινούς στόχους και παραλήπτες -επικαλούμενες τον ορθό λόγο υπόσχονται να προσφέρουν κατευθύνσεις για έναν ευτυχισμένο βίο-, αλλά προτείνουν για την επίτευξή τους διαφορετικούς δρόμους: οι σοφιστές είναι σκεπτικιστές και σχετικιστές· διδάσκουν πώς μπορεί να επιβιώσει κανείς μέσα σε έναν ωκεανό διαφορετικών αντιλήψεων. Οι φιλόσοφοι θέτουν τη λογική στην υπηρεσία του συνόλου και όχι του ατόμου· με αυτό το πνεύμα φιλοδοξούν να στήσουν ένα στέρεο σύστημα διαχρονικών αξιών που να μπορεί να αντικαταστήσει την προηγούμενη παράδοση.[51]

Δεν είναι όμως μόνο η ενασχόληση των σοφιστών με θέματα φιλοσοφικά αλλά, κυρίως, οι μέθοδοι που χρησιμοποιούν στη διδασκαλία τους ο λόγος που προκαλεί την έντονη αντίδραση και κριτική των φιλοσόφων. Για τον Πλάτωνα η ἐριστική είναι μια λεκτική αντιπαράθεση εν είδει παιδιάς, ξένη προς την αναζήτηση της αλήθειας (Πολιτεία 7.539b1-c3, Σοφιστής 231e1-233c11, 268c8-d5). Με ανάλογη επιφύλαξη αντιμετωπίζει ο Αριστοτέλης την αρχή τον ἥττω λόγον μείζω ποιεῖν, που κυριαρχεί στη ρητορική και την ἐριστική και υποστηρίζει το πιθανόν, εν τέλει το ψέμα (Ῥητορική2.1402a24-28). Ενώ λοιπόν η διαλεκτική των σοφιστών, ως μέθοδος αντιπαράθεσης με τον συνομιλητή, επικεντρώνει το ενδιαφέρον στη δύναμη πειθούς των επιχειρημάτων, η διαλεκτική των φιλοσόφων ασχολείται με την ακρίβεια και την αλήθεια των συλλογισμών. Η λογική αποβλέπει στην ανεύρεση του αληθούς, η ρητορική στην πειστική διατύπωση του πιθανού. Ωστόσο, ακόμη και ο πιο άσπονδος πολέμιος της σοφιστικής ρητορικής, ο Πλάτωνας, δεν θα παραγνωρίσει την προοπτική σύνταξης μιας γνήσιας τέχνης του λόγου, μιας ιδανικής, αληθούς και ουσιαστικά χρήσιμης ρητορικής.

 

Βιβλιογραφία:

Manfred Fuhrmann, Die antike Rhetorik. Eine Einführung, Artemis & Winkler Verlag, Ζυρίχη 19954 (1η έκδ. Μόναχο, 1984).

51 Βλ. Fuhrmann 1995, 30.