Β1.3.3. Δημητρίου (;) «Περὶ ἑρμηνείας»
Ένας αξιόπιστος κλάδος της χειρόγραφης παράδοσης αποδίδει το έργο Περὶ ἑρμηνείας στον Δημήτριο τον Φαληρέα (γένν. <344 π.Χ.), τον μαθητή του Θεόφραστου, τον πολιτικό και φιλόσοφο, που διετέλεσε προστάτης (ή επιστάτης) των Αθηνών από το 317 έως το 307.
Ως περιπατητικός φιλόσοφος ο Δημήτριος ο Φαληρεύς ήταν φιλομακεδόνας· διοίκησε μάλιστα την Αθήνα ως έμπιστος άνδρας του βασιλιά Κάσσανδρου και συνέγραψε για την περίοδο της δικής του διοίκησης ένα αυτοβιογραφικό ιστορικό κείμενο (Περὶ τῆς δεκαετίας / Ὑπέρ τῆς πολιτείας, FGrHist 228, T 3b Jacoby). Όταν ο Δημήτριος ο Πολιορκητής κατέλαβε την πόλη, ο Δημήτριος αναζήτησε καταφύγιο στην Αίγυπτο, όπου συνέβαλε στην οργάνωση του Μουσείου και της Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας, για να πέσει όμως στα χρόνια του Πτολεμαίου Β΄ του Φιλάδελφου σε δυσμένεια και, τελικά, να πεθάνει στην εξορία. Ο Διογένης ο Λαέρτιος (5.80) αναφέρει 45 τίτλους έργων του. Σε αυτά ανήκαν φιλοσοφικά, νομικά αλλά και φιλολογικά κείμενα, όπως και ένας κατάλογος με ονόματα αρχόντων. Συνέγραψε επίσης ένα έργο Περὶ ῥητορικῆς. Ωστόσο, στον κατάλογο του Διογένη δεν περιλαμβάνεται κανένα έργο με τον τίτλο Περὶ ἑρμηνείας.
Χωρίς λοιπόν να δεσμεύονται σοβαρά από το όνομα του Δημητρίου του Φαληρέα, οι ειδικοί ερευνητές έχουν χρονολογήσει αυτή την κριτική πραγματεία κατά καιρούς από τον 3ο αι. π.Χ. ως τον 2ο αι. μ.Χ. Βεβαίως, η χρονολόγησή της μέχρι τις αρχές του 1ου αι. π.Χ. θα σήμαινε πως πρόκειται για το αρχαιότερο έργο για ζητήματα ύφους που έχει διασωθεί από την ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα.[83] Μάλιστα ορισμένοι ειδικοί αναγνωρίζουν εδώ το μόνο έργο ρητορικής και κριτικής του λόγου που έχει διασωθεί από τους ελληνιστικούς χρόνους.[84]
Επί της ουσίας βεβαίως πρόκειται περισσότερο για μια πραγματεία κριτικής και αισθητικής του λόγου παρά για ένα τεχνικό εγχειρίδιο του λόγου. Το έργο επιφυλάσσει στον αναγνώστη πλούσιο εποπτικό υλικό από ολόκληρο το φάσμα της παλαιότερης αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας. Ο Όμηρος ανήκει βεβαίως στις πιο αγαπημένες πηγές παραδειγμάτων, παρατίθενται όμως συχνά και στίχοι της Σαπφούς, του Ευριπίδη, του Αριστοφάνη, του Μένανδρου, όπως και αποσπάσματα από τον Θουκυδίδη, τον Ξενοφώντα, τον Δημοσθένη, τον Πλάτωνα.
Στην πραγματεία γίνεται εξάλλου συχνά παραπομπή μεταξύ άλλων στα συγγράμματα περί ρητορικής του Αριστοτέλη και του Θεόφραστου. Μάλιστα, σε δύο περιοχές η συμβολή του έργου στις γνώσεις μας για την αρχαία ρητορική μπορεί να χαρακτηριστεί ως ιδιαίτερα σημαντική: η πρώτη είναι η περιοχή της διδασκαλίας για το ύφος και τα είδη του (χαρακτῆρες). Στο έργο χρησιμοποιείται ένα πλήθος ειδικών όρων για σχετικά θέματα: διακρίνονται τρία διαφορετικά είδη περιόδων (ἱστορική, διαλογική, ῥητορική, §19) και δύο τύποι λέξεως (διηρημένη, κατεστραμμένη, §21). Αναγνωρίζονται εξάλλου τέσσερα ακραιφνή είδη ύφους (ἁπλοῖ χαρακτῆρες τῆς ἑρμηνείας) -ἰσχνός, μεγαλοπρεπής, γλαφυρός, δεινός (§36)-, ενώ αναφέρονται και κάποιες δυνατές αναμείξεις τους. Παρουσιάζονται επιπλέον οι τύποι των διημαρτημένων, των ἀντικειμένων χαρακτήρων - σε κάθε είδος ύφους αντιστοιχεί ένας φαῦλος τύπος, που προκύπτει από την υπερβολική επιδίωξη του αντίστοιχου θετικού ως εκφυλισμός αυτού του τελευταίου· έτσι, στον μεγαλοπρεπῆ χαρακτῆρα αντιστοιχεί ο ψυχρός (§§114-127), στον γλαφυρόνο κακόζηλος (§§187-189), στον ἰσχνόν ο ξηρός(§§236-239), στον δεινόν ο ἄχαρις (§302). Τέλος, ένα τμήμα του έργου που αφορά την επιστολογραφία (§§ 223-235) αποτελεί σπάνιo δείγμα θεωρητικού λόγου για το επιστολικό ύφος.
Η δεύτερη περιοχή στη γνώση της οποίας το έργο συμβάλλει σημαντικά είναι εκείνη της διδασκαλίας για τα σχήματα, τους ιδιαίτερους, τεχνικούς εκφραστικούς τρόπους. Ωστόσο, η σχετική πραγμάτευση δεν είναι ούτε ολοκληρωμένη ούτε ιδιαίτερα μεθοδική - χαρακτηριστική είναι η έλλειψη συνέπειας ως προς τη χρήση του όρου σχῆμα, όπως και ως προς τη χρήση ειδικών όρων για το χαρακτηρισμό των σχημάτων και, τέλος, ως προς τα κριτήρια της ταξινόμησης και παρουσίασής τους. Κάποια παραδείγματα είναι ενδεικτικά: στις §§59-67 αντικείμενο πραγμάτευσης είναι ρητά τα σχήματα λέξεως - για σχήματα διανοίας γίνεται λόγος μόλις στις §§263-270, γεγονός που αποδεικνύει ότι ο συγγραφέας γνωρίζει τη διάκριση· ωστόσο, στο συγκεκριμένο τμήμα του έργου ο συγγραφέας αναφέρεται αποκλειστικά και επιλεκτικά σε εκφραστικά μέσα που προσδίδουν στον λόγο χαρακτῆραμεγαλοπρεπῆ. Σχολιάζεται, για παράδειγμα, η ἀνθυπαλλαγή, όπου μια ονομαστική πληθυντικού αναλύεται σε δύο τύπους ονομαστικής ενικού που ακολουθούν, η ἐπαναφορά, η επανάληψη δηλαδή της ίδιας λέξης, η συνάφεια (η σύνδεση των στοιχείων του λόγου με τη χρήση συνδέσμων) κ.λπ. Βεβαίως, μεγαλοπρέπεια στον λόγο προσδίδουν και οι μεταφορές όπως και οι παραβολές(οι παρομοιώσεις) (§§78-90), τα σύνθετα ὀνόματα και οι ἀλληγορίες (§§91-102), η πραγμάτευση των οποίων γίνεται σε άλλη ενότητα του έργου. Γενικά, η βασική αρχή της ταξινόμησης και παρουσίασης των εκφραστικών μέσων φαίνεται πως είναι ο τύπος ύφους που προσδίδουν στο κείμενο, η εντύπωση δηλαδή που προκαλούν στο κοινό.[85] Το σχῆμα της ἀναδιπλώσεως που δίνει χάριν στον λόγο, παρουσιάζεται, για παράδειγμα, στην ευρύτερη ενότητα που αφορά το γλαφυρόν ύφος, §140· στην ίδια αυτή ενότητα γίνεται λόγος και για τη μεταφορά(§142), που απασχόλησε σε προηγούμενες παραγράφους τον συγγραφέα ως μέσο έξαρσης της μεγαλοπρέπειας του λόγου, όπως και για την παραβολήν, την παρομοίωση (§146), που επίσης παρουσιάστηκε στο πλαίσιο του μεγαλοπρεπούςύφους και η οποία επανέρχεται με το όνομα εἰκασία στην §160. Ωστόσο, η παρουσίαση των λεγόμενων γοργιείων σχημάτων, όπως των ὁμοιοτελεύτων και των ἰσοκώλων ή των ἀντικειμένων κώλων γίνεται κιόλας πριν από την παρουσίαση των ειδών ύφους και ανεξάρτητα από αυτά (§§26-29, §25, §§22-23 αντίστοιχα).
Βιβλιογραφία:
G. M. A. Grube, A Greek Critic: Demetrius On Style, University of Toronto Press, Τορόντο 1961 (The Phoenix Supplementary Volumes IV).
George A. Kennedy, Ιστορία της κλασικής ρητορικής αρχαίας ελληνικής και ρωμαϊκής. Μτφρ. Ν. Νικολούδης, επίβλ. Ι. Αναστασίου. 5η έκδ., Εκδόσεις Παπαδήμα, Αθήνα 2004 (20001ˑ τίτλ. πρωτ.: A New History of Classical Rhetoric, Princeton University Press, Νέα Υερσέη 1994).
Dirk Marie Schenkeveld, Studies in Demetrius «On Style», Adolf M. Hakkert, Άμστερνταμ 1964.
83 Βλ. Kennedy 2004, 143.
84 Βλ. Grube 1961, 56.
85 Ο Schenkeveld 1964, 131 σημειώνει πως είναι σχεδόν αδύνατο να συγκρίνει κανείς αυτή τη σύνδεση των σχημάτων με τους διάφορους τύπους ύφους με έργα άλλων κριτικών, γιατί στα σωζόμενα κείμενα η πραγμάτευση των σχημάτων δεν συναρτάται με τους χαρακτήρες της λέξεως/ἑρμηνείας. Ωστόσο, αναγνωρίζει μια κάποια εξαίρεση στο έργο του Κικέρωνα Orator (24.81, 26.91-27.92).