Β1.2.2. Η σοφιστική κίνηση
Μέχρι την εποχή που εκδηλώνεται στον ελλαδικό χώρο η εκπαιδευτική επανάσταση που είναι γνωστή ως «σοφιστική κίνηση», η Ελλάδα δεν είχε γνωρίσει άλλους παιδαγωγούς από τους προπονητές αγώνων, τους αρχιτεχνίτες εργαστηρίων και τους απλούς δασκάλους του αλφάβητου. Από τα μέσα όμως του 5ου αι. π.Χ. αναπτύσσεται -κυρίως στην Αθήνα, που μετά τους Περσικούς Πολέμους αναδεικνύεται σε κυρίαρχη ελληνική δύναμη- μια νέα εκπαιδευτική τάση με πρωταγωνιστές άνδρες ευφυείς και εύγλωττους, τους σοφιστές. Η σοφιστική κίνηση στηρίζεται βέβαια σε μια πλούσια πνευματική παράδοση, κυρίως αυτή των προσωκρατικών φιλοσόφων, με την οποία βρίσκεται σε κριτικό διάλογο.[24] Οι καινοτομίες των σοφιστών και οι πρωτότυπες θέσεις τους γεννιούνται μέσα από αυτή τη γόνιμη αντιπαράθεση.
Είναι αλήθεια πως ό,τι γνωρίζουμε για το κίνημα των σοφιστών το οφείλουμε σε ελάχιστα αποσπάσματα και κυρίως σε δοξογραφικές καταγραφές, στοιχεία που έχουν μάλλον περιορισμένο κύρος, για να μπορεί κανείς να τα αντιτάξει στις γοητευτικές, αλλά μάλλον παραπλανητικές, σατιρικές εικόνες της αρχαίας κωμωδίας και στην αρνητική εντύπωση που προκαλεί η επικριτική παρουσίαση αυτών των ανδρών από τον Πλάτωνα.[25] Πάντως, στις δημηγορίες του Θουκυδίδη, που απεικονίζουν τα είδη των επιχειρημάτων που ήταν σε χρήση τον πέμπτο αιώνα, αποτυπώνονται πιθανόν και οι τεχνικές των σοφιστών.[26] Είναι όμως πολύ δύσκολο, αν είναι γενικά δυνατό, να σχηματίσουμε μια ιστορικά ακριβή εικόνα για τη συγκεκριμένη πνευματική κίνηση.
Μπορεί ο σύγχρονος όρος σοφιστής να έχει, κυρίως στον προφορικό λόγο και στη σκιά της αντίληψής του από τον Πλάτωνα, αρνητική σημασία, αφού χαρακτηρίζει μειωτικά εκείνον που χρησιμοποιεί λογικά παιχνίδια που παγιδεύουν τον συνομιλητή σε αναληθή συμπεράσματα (σοφιστείες), στην αρχαιότητα όμως ο ίδιος όρος σημαίνει καταρχήν αυτόν που κατέχει σε βάθος τη σοφία ή μια τέχνη, επομένως τον επιδέξιο και ευφυή άνθρωπο· επιπλέον, τον συνετό πολιτικό. Ο Ηρόδοτος χρησιμοποιεί τον όρο για μάντεις (2.49), ο Πίνδαρος για ποιητές (Ἴσθμια 5.36), κάποιοι δραματικοί ποιητές για μουσικούς (βλ. π.χ. Ευριπίδη, Ρῆσος 924). Ωστόσο, από την εποχή του Πλάτωνα και μετά, ο όρος σημαίνει τον δάσκαλο της ρητορικής, της γραμματικής, της πολιτικής, κάποτε όμως και των μαθηματικών, της μουσικής και της αστρονομίας, όπως και των φυσικών επιστημών, που αμείβεται κατά κανόνα αδρά για τις παραδόσεις του (Ξενοφών, Ἀπομνημονεύματα 1.6.13).[27] Παιδεύειν ἀνθρώπους είναι εξάλλου ο ορισμός που δίνει στο έργο των σοφιστών, κατά τον Πλάτωνα, ο Πρωταγόρας, ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του κινήματος (Πρωταγόρας 317b4-5). Ο σοφιστής οφείλει μάλιστα να είναι σε θέση να μιλά για το καθετί με τρόπο πειστικό και αποτελεσματικό, συνθήκη που προϋποθέτει εντυπωσιακή ευρυμάθεια ακόμη και σε τομείς που απέχουν από τη ρητορική ή την εριστική - ο Ιππίας ο Ηλείος, για παράδειγμα, φημιζόταν για την πολυπραγμοσύνη του και την ιδιαίτερη αγάπη του για τις μαθηματικές τέχνες, την αριθμητική, τη γεωμετρία, την αστρονομία.[28]
Η σοφιστική κίνηση γεννήθηκε μαζί με τη ρητορική. Και οι δύο συνδέονται χρονικά και αιτιακά με συνθήκες επαναστατικών αλλαγών: η ρητορική με την ανατροπή του πολιτικού καθεστώτος της τυραννίας· η σοφιστική κίνηση με τον κλονισμό των πολιτικών και ιδεολογικών δομών της αριστοκρατίας και επιπλέον με την ισχυρή αμφισβήτηση των παραδοσιακών κοινωνικών και θρησκευτικών αντιλήψεων.[29] Απέναντι στον πολιτισμό, τη γλώσσα, τη θρησκεία, το κράτος, την ηθική, το δίκαιο, την κοινωνία οι σοφιστές υιοθετούν στάση κριτική. Έτσι προωθούν μέσα στον 5ο αι. π.Χ. τη σκέψη για ηθικές και πολιτικές έννοιες που απασχολούν αυτή την εποχή τους διανοητές -όπως προκύπτει από την ιστοριογραφία του Θουκυδίδη αλλά και τους διαλόγους του Πλάτωνα-, με τρόπο πρωτόγνωρο.[30] Παράλληλα υπηρετούν τις νέες ανάγκες: υπόσχονται -ως μεταλαμπαδευτές μιας ανώτερης παιδείας- ότι μπορούν να διδάξουν όποιον το επιθυμεί -και, φυσικά, είναι σε θέση να εξασφαλίσει τα δίδακτρα των μαθημάτων, συχνά ιδιαιτέρως υψηλά- πώς να αναδειχθεί, αξιοποιώντας τους πολιτικούς θεσμούς και στηριγμένος στις πνευματικές του δυνάμεις, σε άνδρα που διαθέτει πολιτικήν ἀρετήν, σε άριστο πολίτη δηλαδή, που είναι σε θέση να διοικεί με τον καλύτερο τρόπο τα του οίκου του και τα της πόλεως.[31]
Οι σοφιστές εκπαίδευαν τους μαθητές τους στη σύνθεση λόγου παρέχοντάς τους προς μίμηση υποδειγματικές ομιλίες.[32] Για να προβάλουν την τέχνη τους και να γίνουν γνωστοί, μετακινούνταν από τόπο σε τόπο και έδιναν διαλέξεις (ἐπιδείξεις) είτε στις πόλεις όπου αποφάσιζαν να εγκατασταθούν είτε σε κάποιο πανελλήνιο ιερό. Σε αυτά τα μέρη συνέρρεαν Έλληνες από διάφορες περιοχές στο πλαίσιο των εορτών που διοργανώνονταν εκεί. Οι λόγοι των σοφιστών είχαν τον χαρακτήρα επιμελημένων ή αυτοσχέδιων ομιλιών.[33] Οι ομιλητές μιλούσαν με ύφος ειδικού, παίρνοντας επίσημη στάση. Εκφωνούσαν τους λόγους τους από υψηλό βάθρο, φορώντας μάλιστα τα θριαμβικά ρούχα των ραψωδών. Η εμφάνιση αυτή είναι βέβαιο ότι εντυπωσίαζε τους νέους και ερέθιζε τις φιλοδοξίες τους - αντίδραση απολύτως ευπρόσδεκτη γι' αυτούς τους πρώτους «εμπόρους» της γνώσης.[34]
Στις εξειδικευμένες εκτενείς διαλέξεις τους ανέπτυσσαν το θέμα τους με βάση γενικές κρίσεις και τα δεδομένα της εμπειρίας. Αξιοποιούσαν μάλιστα ρητορικά σχήματα και χρησιμοποιούσαν λεξιλόγιο αρκετά εξεζητημένο. Τα λογικά άλματα κάθε άλλο παρά αποκλείονταν, όπως άλλωστε και η χρήση όρων και εννοιών που φαίνεται να συγγενεύουν σημασιολογικά σα να πρόκειται για συνώνυμα, δεν έχουν όμως στην πραγματικότητα ακριβώς το ίδιο λογικό εύρος.[35]
Στις μεθόδους των σοφιστών συγκαταλέγονταν εξάλλου ο μύθος και η ερμηνεία ποιημάτων. Ο μύθος βέβαια, που χρησιμοποιείται κιόλας στον Όμηρο για να ενισχύσει την πειθώ του λόγου (Ἰλιάς, Ι 529-600, μύθος του Μελέαγρου· Ω 602-618, μύθος της Νιόβης), αναμφίβολα μέσο τέρψης του αναγνώστη-ακροατή, παρουσιάζει σοβαρά μειονεκτήματα ως όργανο λογικής διερεύνησης ενός ζητήματος, αφού στηρίζεται στην εμπειρία και στην απλούστευση.[36] Ωστόσο, είναι βέβαιο ότι οι σοφιστές κατέβαλαν σοβαρή προσπάθεια, για να περιορίσουν αυτές τις αδυναμίες. Ο ποιητικός λόγος εξάλλου, λόγος συγκινησιακός, συχνά μεταφορικός, και ως εκ τούτου σκοτεινός, δεν μπορεί να θεωρηθεί το πλέον αξιόπιστο μέσο αναζήτησης της αλήθειας.
Από τον 4ο αι. π.Χ. οι μέχρι τότε μετακινούμενοι σοφιστές ιδρύουν σχολές με σταθερή έδρα, μεταξύ των οποίων αναπτύσσεται σκληρός ανταγωνισμός.
Οι σημαντικότεροι εκπρόσωποι αυτής της πνευματικής κίνησης είναι ο Γοργίας ο Λεοντίνος, ο Θρασύμαχος ο Χαλκηδόνιος, ο Πρόδικος ο Κείος, ο Πρωταγόρας ο Αβδηρίτης, ο Ιππίας ο Ηλείος (Κικέρων, Brutus 8.30, Κοϊντιλιανός, Institutio oratoria 3.1.8-13). Ανάμεσά τους εξέχουσα θέση κατέχουν ο Γοργίας και ο Πρωταγόρας.
Βιβλιογραφία:
Roland Barthes, "L'ancienne rhétorique. Aide-mémoire", Communications 16, 1970, 172-223.
Gudrun Fey, Das ethische Dilemma der Neuzeit in der Theorie der Antike und der Neuzeit, Diss. an der Universität Konstanz, Rhetor Verlag, Στουτγκάρδη 1990.
George A. Kennedy, Ιστορία της κλασικής ρητορικής αρχαίας ελληνικής και ρωμαϊκής. Μτφρ. Ν. Νικολούδης, επίβλ. Ι. Αναστασίου. 5η έκδ., Εκδόσεις Παπαδήμα, Αθήνα 2004 (1η έκδ. 2000· τίτλ. πρωτ.: ANew History of Classical Rhetoric, Princeton University Press, Νέα Υερσέη 1994).
Henry G. Liddell, Robert Scott, Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης μεταφρασθέν εκ της αγγλικής εις την ελληνικήν υπό Ξ. Π. Μόσχου, διά πολλών δε βυζαντινών ιδίως λέξεων και φράσεων πλουτισθέν και εκδοθέν επιστασία Μ. Κωνσταντινίδου, τόμοι Α-Δ, Εκδ. οίκος «Ι. Σιδέρης», Αθήναι 19071 (πολλαπλές ανατυπώσεις· τίτλ. πρωτ.: Greek-English Lexicon, Οξφόρδη 1843).
Henri Irénée Marrou, Ιστορία της εκπαιδεύσεως κατά την Αρχαιότητα. Πέμπτη έκδοσις αναθεωρηθείσα και επαυξηθείσα. Μτφρ. Θ. Φωτεινοπούλου, Αθήναι 1961 (τίτλ. πρωτ.: Histoire de l'éducation dans l'antiquité, Παρίσι 1948).
Klaus Meister, "Aller Dinge Maß ist der Mensch". Die Lehren der Sophisten, Wilhelm Fink Verlag, Μόναχο 2010.
Franco Montanari, Σύγχρονο Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας. Επιμ. ελλ. έκδ. Α. Ρεγκάκος, Εκδόσεις Παπαδήμα, Αθήνα 2013.
Ηλίας Σ. Σπυρόπουλος, Πλάτωνος Πρωταγόρας. Εισαγωγή, κείμενο, μετάφραση, ερμηνευτικά σχόλια, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών, Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη, Θεσσαλονίκη 19924 (1η έκδ. 1975).
24 Βλ. Meister 2010, 33-34. Ο εκδότης των αποσπασμάτων των προσωκρατικών φιλοσόφων Hermann Diels έδωσε τον τίτλο «αρχαία σοφιστική» (Ältere Sophistik) στο τελευταίο τμήμα της έκδοσής του, όπου περιλαμβάνονται αποσπάσματα του Γοργία, του Πρόδικου, του Θρασύμαχου, του Ιππία, του Αντιφώντα, του Κριτία.
25 Βλ. Marrou 1961, 87.
26 Βλ. Kennedy 2004, 37.
27 Βλ. Liddell-Scott, s.v. σοφιστής, ΙΙ, Montanari, s.v. σοφιστής.
28 Βλ. Marrou 1961, 97.
29 Βλ. Fey 1990, 16, Meister 2010, 31-37. Θα πρέπει βεβαίως να λάβουμε υπόψη το γεγονός ότι η μετάβαση από την «εποχή του μύθου» στην «εποχή του λόγου» έχει συντελεστεί ήδη από τα τέλη του 7ου αι. π.Χ. χάρη στους ίωνες φυσικούς φιλοσόφους.
30 Βλ. Kennedy 2004, 40.
31 Βλ. την απάντηση του Πρωταγόρα στο ερώτημα του Σωκράτη τι θα κατακτήσει ως γνώση και τέχνη ο Ιπποκράτης μέσα από την καθημερινή συναναστροφή του με τον δάσκαλό του (Πρωταγόρας 318e5-319a2): τὸ δὲ μάθημά ἐστιν εὐβουλία περὶ τῶν οἰκείων, ὅπως ἂν ἄριστα τὴν αὑτοῦ οἰκίαν διοικοῖ, καὶ περὶ τῶν τῆς πόλεως, ὅπως τὰ τῆς πόλεως δυνατώτατος ἂν εἴη καὶ πράττειν καὶ λέγειν. («Η διδασκαλία μου σε κάνει μυαλωμένο για τις υποθέσεις του σπιτιού σου (πώς να κυβερνάς με τον καλύτερο τρόπο το νοικοκυριό σου), και για τις υποθέσεις της πολιτείας (πώς να γίνεις ασυναγώνιστος πολιτικός και στα έργα και στους λόγους», μτφρ. Η. Σπυρόπουλου).
32 Βλ. Πλάτωνα, Σοφιστής 232d5-e1, Αριστοτέλη, Σοφιστικοί Έλεγχοι 34.183b38-184a1.
33 Βλ. Marrou 1961, 89.
34 Βλ. Marrou 1961, 90 (με υπ. 21 όπου γίνεται εκτεταμένη αναφορά σε πηγές).
35 Βλ. Σπυρόπουλος 1992, 23.
36 Βλ. Σπυρόπουλο 1992, 22.