Β1.2. Κλασικοί χρόνοι
Β1.2.1. Η γέννηση της ρητορικής
Μέσα στο πρώτο μισό του 5ου αι. π.Χ. στις ελληνικές αποικίες της Σικελίας ξεσπούν πολιτικές αναταραχές που οδηγούν σε ανατροπή της τυραννίας: το 471 π.Χ. η δυναστεία του Θήρωνα στον Ακράγαντα φτάνει στο τέλος της, ενώ το 463 π.Χ. ο Ιέρωνας χάνει την εξουσία του στις Συρακούσες. Οι πολίτες είναι πια ελεύθεροι να διεκδικήσουν σε μια σειρά από δίκες τις περιουσίες που είχαν καταπατήσει οι τύραννοι των πόλεων.[16] Οι Έλληνες είχαν ανέκαθεν έμφυτη προδιάθεση προς τον λόγο και ενδιαφέρον για την επικοινωνία μέσα από συζητήσεις -ο Όμηρος είναι αδιάψευστος μάρτυρας- τώρα όμως διαμορφώνονται και οι πολιτικές συνθήκες που ευνοούν την εκφορά δημόσιου λόγου και την ανάδειξη των ικανών ρητόρων σε πρόσωπα με πολιτική και κοινωνική δύναμη.[17]
Η γέννηση της τέχνης του λόγου συνδέεται κατά την παράδοση με ονόματα Σικελών: του φιλόσοφου Εμπεδοκλή από τον Ακράγαντα, του Κόρακα και του Τ(ε)ισία από τις Συρακούσες - τους δύο τελευταίους συνδέει σχέση δασκάλου-μαθητή.[18] Σύμφωνα με τον Διογένη τον Λαέρτιο (8.57) ο Αριστοτέλης ανέφερε στον διάλογό του Σοφιστής ότι ευρετής της ρητορικής ήταν ο Εμπεδοκλής.[19] Τα ονόματα πάλι του Κόρακα και του Τ(ε)ισία συσχετίζονται με τη συγγραφή ενός εγχειριδίου διδασκαλίας της ρητορικής (Κικέρων, Brutus 12.46). Κατά τη μαρτυρία του Πλάτωνα (Φαῖδρος 273a6-273c9) και του Αριστοτέλη (Ῥητορική 2.14.1402a17-23) -ο πρώτος κάνει λόγο για τον Τ(ε)ισία, ο δεύτερος για τον Κόρακα- φαίνεται πως ασχολήθηκαν με την απόδειξη βάσει ενδείξεων ή τον συλλογισμό που στηρίζεται στο πιθανόν, το εἰκός. Άλλωστε οι ανεκδοτολογικού τύπου ιστορίες για τις οικονομικές οφειλές του Τ(ε)ισία στον δάσκαλό του[20] αποδεικνύουν πως οι τεχνήεντες συλλογισμοί, οι λεγόμενες «σοφιστείες» (τα φαινόμενα εἰκότα, αλλά όχι αληθή συμπεράσματα), συνιστούσαν από την αρχή σημαντικό κεφάλαιο της αρχαίας ρητορικής. Στον Κόρακα αποδίδεται εξάλλου και η επινόηση της διαίρεσης του λόγου σε επτά μέρη: προοίμιον, προκατασκευή, προκατάστασις, κατάστασις, ἀγῶνες, παρέκβασις, ἐπίλογος.[21]
Σύμφωνα με την παράδοση, ο Εμπεδοκλής θεωρείται δάσκαλος του Γοργία, ενώ ο Τ(ε)ισίας του Λυσία και του Ισοκράτη. Αναρωτιέται βέβαια κανείς πώς θα πρέπει να φανταστούμε τη διδασκαλία της τέχνης του λόγου σε αυτή την πρώιμη εποχή. Το πιθανότερο είναι πως αυτοί οι πρόδρομοι ρητοροδιδάσκαλοι διατύπωναν με βάση την εμπειρική παρατήρηση γενικούς κανόνες· πάνω τους θα στηριζόταν αργότερα η συστηματική διδασκαλία της ρητορικής τέχνης.[22]
Μπορεί η ρητορική να γεννήθηκε στη Σικελία, γνώρισε όμως ιδιαίτερη άνθηση στην Αθήνα. Η πόλη περνά κατά τον 5ο και τον 4ο αι. μέσα από διάφορες ιστορικές και πολιτικές περιπέτειες: σε συμμαχία με τους Σπαρτιάτες καταφέρνει να κατατροπώσει τους Πέρσες επιδρομείς. Αποκτά έτσι δύναμη πάνω στους συμμάχους της. Στο τέλος συγκρούεται με τη Σπάρτη. Μετά την ήττα στον Πελοποννησιακό Πόλεμο, την εγκαθίδρυση του ολιγαρχικού καθεστώτος και, τέλος, την κατάρρευσή του, έχουμε την αποκατάσταση της δημοκρατίας. Κάτω από αυτές τις συνθήκες η συμβουλευτική ρητορεία, που ενεργοποιείται κάθε τόσο και την οποία αναλαμβάνουν πρόσωπα που θα πρέπει να στηριχθούν στην προσωπική τους ικανότητα και ευχέρεια και όχι σε κοινωνικούς μηχανισμούς για να πείσουν το κοινό τους, εξελίσσεται σε υψηλή τέχνη.[23] Άνθηση όμως γνωρίζουν και τα δύο άλλα είδη λόγων: οι δικανικοί και οι πανηγυρικοί. Σε αυτή την κυριαρχία του λόγου στη ζωή της πόλης παραπέμπει αυτόματα τον αναγνώστη η σκηνή από τον Γοργία του Πλάτωνα, όπου ο Σωκράτης ρωτά τον ομώνυμο δάσκαλο της ρητορικής ποιό είναι το μεγαλύτερο αγαθό που κατά τους δικούς του ισχυρισμούς προσφέρει ο ίδιος στους ανθρώπους, κι εκείνος του απαντά με ενθουσιασμό: Ὅπερ ἐστίν, ὦ Σώκρατες, τῇ ἀληθείᾳ μέγιστον ἀγαθὸν καὶ αἴτιον ἅμα μὲν ἐλευθερίας αὐτοῖς τοῖς ἀνθρώποις, ἅμα δὲ τοῦ ἄλλων ἄρχειν ἐν τῇ αὑτοῦ πόλει ἑκάστῳ. (Γοργίας 452d5-8) («Αυτό, Σωκράτη, που είναι πράγματι το μεγαλύτερο αγαθό και ταυτόχρονα η αιτία και για την ελευθερία των ίδιων των ανθρώπων και για την εξουσία του καθενός πάνω στους άλλους στο πλαίσιο της πόλης του».). Στο μυαλό του ο Γοργίας έχει, όπως εξηγεί στη συνέχεια, την πειθώ, τη δύναμη και την ευχέρεια να προσεταιρίζεται κανείς με τον λόγο του το κοινό του στο δικαστήριο, στο βουλευτήριο, στην εκκλησία του Δήμου ή σε όποια άλλη συνέλευση των πολιτών (452e1-4).
Βιβλιογραφία:
Gudrun Fey, Das ethische Dilemma der Neuzeit in der Theorie der Antike und der Neuzeit, Diss. an der Universität Konstanz, Rhetor Verlag, Στουτγκάρδη 1990.
Φάνης Ι. Κακριδής, Αρχαία Ελληνική Γραμματολογία, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών (Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη), Θεσσαλονίκη 2006 (Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση 3, 1η ανατύπωση, με μικρές διορθώσεις. 1η έκδ. 2005). Ενότητα 3.6.Α. Ρητορεία και ρητορική.
George A. Kennedy, Ιστορία της κλασικής ρητορικής αρχαίας ελληνικής και ρωμαϊκής. Μτφρ. Ν. Νικολούδης, επίβλ. Ι. Αναστασίου. 5η έκδ., Εκδόσεις Παπαδήμα, Αθήνα 2004 (1η έκδ. 2000ˑ τίτλ. πρωτ.: A New History of Classical Rhetoric, Princeton University Press, Νέα Υερσέη 1994).
Henri Irénée Marrou, Ιστορία της εκπαιδεύσεως κατά την Αρχαιότητα. Πέμπτη έκδοσις αναθεωρηθείσα και επαυξηθείσα. Μτφρ. Θ. Φωτεινοπούλου, Αθήναι 1961 (τίτλ. πρωτ.: Histoire de l'éducation dans l'antiquité, Παρίσι 1948).
Ludwig Radermacher, Artium Scriptores (Reste der voraristotelischen Rhetorik), Βιέννη 1951 (Österreichische Akademie der Wissenschaften. Philosophisch-historische Klasse, Sitzungsberichte, 227. Bd., 3. Abhandlung).
16 Βλ. Marrou 1961, 93-94.
17 Βλ. Fey 1990, 11-12. Είναι πιθανό ότι ο Αριστοτέλης συνέδεε στο χαμένο έργο του Τεχνῶν Συναγωγή τις πρώτες απόπειρες περιγραφής της τεχνικής της δημόσιας ομιλίας με τη γέννηση της δημοκρατίας. Βλ. σχ. Kennedy 2004, 21-22.
18 Ωστόσο, κατά τον Kennedy 2004, 21 πρόκειται για ένα πρόσωπο.
19 Για άλλες πηγές της ίδιας πληροφορίας βλ. Radermacher 1951, Α.V.2,4.
20 Βλ. Κακριδή 2006, 136-137.
21 Βλ. Radermacher 1951, Α.V.16.
22 Βλ. Marrou 1961, 94.
23 Βλ. Kennedy 2004, 30.