Εξώφυλλο

Αριάδνη

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας

της Δήμητρας Μήττα

ΓΛΑΥΚΟΣ

(θεός)

 

Το όνομα Γλαύκος παραπέμπει στο δυνατό φως αλλά και στη θάλασσα -ο Ησίοδος (Θεογ. 440), αλλά και οι τραγικοί, καλούν τη θάλασσα γλαυκήν. Δύο παραδίδονται με το όνομα αυτό και σε σχέση με μια μεταμόρφωση αλλά και με τη θάλασσα.

 

Γλαύκος 1

Ο πρώτος Γλαύκος ήταν γιος του Σίσυφου, ιδρυτή της πόλης Εφύρα, της μελλοντικής Κορίνθου. Διαδέχθηκε τον πατέρα του στον θρόνο της πόλης και πήρε μέρος με το αγώνισμα του τέθριππου στους ταφικούς αγώνες προς τιμή του Πελία. Νικήθηκε από τον Ιόλαο, τον γιο του Ιφικλή, και κατασπαράχθηκε από τις φοράδες του που αφήνιασαν, είτε γιατί ήπιαν νερό από μια μαγική πηγή, είτε από τον θυμό της Αφροδίτης, γιατί ο Γλαύκος, θέλοντας να τις κάνει πιο γρήγορες, δεν τις άφηνε να ζευγαρώσουν· έτσι όμως προσέβαλε τη θεά. Άλλη εκδοχή του μύθου θέλει τον Γλαύκο να πίνει ο ίδιος από πηγή που το νερό της χάριζε την αθανασία. Όμως ποιος να πιστέψει ένα θνητό που έλεγε ότι είχε γίνει αθάνατος; Για να πείσει για τη μεταμόρφωσή του, έπεσε στη θάλασσα και έγινε ένας θαλασσινός θεός που έφερνε γρήγορο τέλος σε όποιον ναυτικό τον αντίκριζε. (Εικ. 799, 800)

Πιο ορθολογικές ερμηνείες θέλουν τον Γλαύκο να κάνει μεγάλες δαπάνες για την εκτροφή αλόγων που έπαιρναν μέρος σε ιπποδρομίες και να μην ενδιαφέρεται καθόλου για τα του οίκου του, με αποτέλεσμα να χάσει όλη του την περιουσία (Παλαίφ., περί απίστων 25)

 

Γλαύκος 2

Ο δεύτερος Γλαύκος ήταν γιος του Ανθηδόνα, ιδρυτή της ομώνυμης πόλης στη Βοιωτία, και της Αλκυόνης· ή του Ποσειδώνα και μιας Ναϊάδας. Υπήρξε ψαράς που μεταβλήθηκε σε αθάνατο θεό της θάλασσας, γιατί έφαγε ένα χόρτο.[13] (Εικ. 801, 802, 803) Οι θεοί της θάλασσας τον δέχτηκαν και ζήτησαν από τον Ωκεανό και την Τηθύ, το θαλασσινό ζευγάρι των θεών, να τον εξαγνίσουν. Τον έβαλαν να επαναλάβει ένα ξόρκι εννέα φορές και του είπαν να λουστεί σε εκατό ποταμούς· και τότε νερά από τόσους ποταμούς έπεσαν στο κεφάλι του. Αυτά είπε ο Γλαύκος ότι θυμόταν από εκείνη τη διαδικασία του καθαρμού και της μεταμόρφωσης· δεν ήξερε τίποτε άλλο. Όταν αργότερα συνήλθα, όλο μου το σώμα είχε μετασχηματιστεί σε κάτι άλλο από αυτό που ήταν πριν και το μυαλό μου δεν ήταν πια το ίδιο. Τότε είδα για πρώτη φορά αυτή τη σκουρόχρωμη πράσινη γενειάδα, τα μαλλιά μου που κυμάτιζαν στην πλατιά θάλασσα, αυτοί οι γιγάντιοι ώμοι και τα σκουρόχρωμα χέρια, αυτά τα πόδια που καμπυλώνουν κάτω σε ουρά ψαριού.[14]Αυτά βάζει ο Οβίδιος τον ερωτευμένο Γλαύκο να λέει στην όμορφη Σκύλλα, για να καταλήξει στην απελπισμένη φράση: Σε τι μπορεί να χρησιμεύει αυτό το σχήμα ή που εγώ τέρπω τους ωκεάνιους θεούς; Τι χρησιμεύει να είναι κανείς θεός, αν όλα αυτά δεν σε συγκινούν; (Οβ., Μετ. 13.950 κ.ε.). Και όχι μόνο δεν του χρησίμευσε η θεϊκή του όψη και υπόσταση, ώστε να κατακτήσει την κοπέλα, αλλά υπήρξε και η αιτία της μεταμόρφωσης της νέας σε τέρας είτε με την παρέμβαση της Κίρκης που τον αγαπούσε και ζήλευε τη Σκύλλα είτε του Ποσειδώνα, για να την εκδικηθεί που προτίμησε τον Γλαύκο αντί για εκείνον. (Εικ. 804, 805, 806, 807, 808, 809, 810, 811, 812, 813, 814, 815, 816) Ωστόσο, ακόμη και άσχημη εξακολουθούσε να την αγαπά· γι' αυτό την έκανε θεά.

Ο Γλαύκος εμπλέκεται και σε άλλους άτυχους έρωτες. Προσπάθησε να κατακτήσει την Αριάδνη, όταν ο Θησέας την άφησε στη Νάξο. Και εδώ στάθηκε άτυχος, αφού είχε για αντίπαλο τον Διόνυσο, στη συνοδεία του οποίου εντάχθηκε, όταν έφτασε ο θεός στο νησί για να πάρει το κορίτσι. Λεγόταν ακόμη ότι από αγάπη για τον Μελικέρτη, που άλλαξε την ανθρώπινη φύση του σε θεϊκή, έπεσε στη θάλασσα· στην Ανθηδόνα, κοντά στη θάλασσα, υπήρχε το λεγόμενο πήδημα του Γλαύκου.

Μαζί με την αθανασία ο Γλαύκος πήρε από τους θεούς και το χάρισμα της προφητείας «και προλέγει μέχρι τώρα στους ανθρώπους τα μέλλοντα. […] όσοι ταξιδεύουν στη θάλασσα διηγούνται κάθε χρόνο πολλά για τη μαντική του Γλαύκου» (Διόδ. 4.48). Γι' αυτό ο Βιργίλιος δίνει πατέρα στην προφήτισσα Σίβυλλα από την Κύμη τον Γλαύκο. Συνόδευσε την Αργώ, της οποίας θεωρείται ο κατασκευαστής σε ορισμένες παραλλαγές, και πολέμησε στο πλευρό των Αργοναυτών. Ως θεός εμφανίστηκε στους Αργοναύτες και τους συνόδεψε στο ταξίδι τους για δυο μερόνυχτα. Τότε προέβλεψε στον Ηρακλή τους άθλους και την αθανασία του και στους Τυνδαρίδες την αθανασία και τη θεοποίησή τους και ότι θα τιμώνται σαν θεοί με το όνομα Διόσκουροι - επομένως, ο Γλαύκος είναι αρχαιότερος θεός προστάτης των ναυτικών από τους Διόσκουρους που επίσης έχουν την ίδια ιδιότητα. (Διόδ. 4.48) Ως προστάτης των ναυτικών δέχεται τις προσευχές των θνητών για σωτηρία (AG 6.164). Εμφανίστηκε στον Μενέλαο την ώρα που περνούσε τον Μαλέα στον δρόμο από την Τροία για τη Σπάρτη και του αποκάλυψε τη μοίρα και τον θάνατο του αδελφού του Αγαμέμνονα στο ύστερο λουτρό που τούχεν ετοιμάσει η γυναίκα του· αυτά του είπε ο πελαγίσιος μαντευτής, ο προφήτης, ο αληθολόγος (Ευρ., Ορ. 360-365, μετ. Η. Βουτιερίδης).

Ως θνητός υπήρξε πατέρας του Βελλεροφόντη, θεϊκός πατέρας του οποίου είναι ο Ποσειδώνας.

Περισσότερο ορθολογικές αφηγήσεις θεωρούν ότι ο Γλαύκος ήταν ναυτικός και πολύ καλός κολυμβητής, και γι' αυτό οι άνθρωποι τον αποκαλούσαν Πόντιον (=θαλασσινό) (Αθήν., Δειπν. 7.47). Ο Παλαίφατος, ξεκινώντας από την αρχική αφήγηση ότι ο Γλαύκος ήταν ψαράς, υποστηρίζει ότι η ιστορία της μεταμόρφωσης του Γλαύκου σε θεό είναι μύθευμα που προέκυψε από το γεγονός ότι διέφερε από τους άλλους ψαράδες και γιατί ήταν πολύ καλός κολυμβητής και γιατί η ψαριά του ήταν πάντα πλούσια, ακόμη κι όταν οι άλλοι δεν έπιαναν λέπι. Κάποια φορά που κολυμπούσε τον έχασαν από τα μάτια τους, έλειψε πολλές μέρες από το σπίτι του και όταν επέστρεψε και οι δικοί του τον ρώτησαν πού ήταν, απάντησε «στη θάλασσα». Και επειδή ήταν και ικανός ψαράς, όπως είπαμε, τον αποκάλεσαν θαλάσσιον, κατ' αντιστοιχία προς το ὄρειον που σήμαινε τον ικανό κυνηγό. Η ονομασία εδραιώθηκε, γιατί ο Γλαύκος περνούσε τον περισσότερο χρόνο στη θάλασσα. Και όταν κάποτε χάθηκε από ένα θαλάσσιο κήτος και δεν ξαναβγήκε στην ξηρά, οι κάτοικοι του τόπου του είπαν ότι ο Γλαύκος κατοικούσε πια μόνιμα στη θάλασσα. (Παλαίφατος, περί απίστων 27.8-25) Τέλος, ο παραδοξογράφος Ηράκλειτος αναφέρει ότι ο Γλαύκος κατοικούσε σε νησί και ότι έκανε σήματα στα παραπλέοντα πλοία ποια πορεία να ακολουθήσουν, για να μην καταποντιστούν (περί απίστων 10).

Τον μύθο της μεταμόρφωσης του Γλαύκου χρησιμοποίησε ο Πλάτωνας ως παράδειγμα για να δείξει πώς η ψυχή παρουσιάζεται στον άνθρωπο παραμορφωμένη, όπως παραμορφώθηκε η αρχική μορφή του Γλαύκου με προσκολλήσεις, σπασίματα και νεροφαγώματα (Πλ., Πολ. 611c-d). Και είναι, βέβαια, ενδιαφέρουσα η αντιστροφή της ιδέας του μύθου από τον φιλόσοφο: ενώ στον μύθο ο Γλαύκος με τη μεταμόρφωσή του θεοποιείται, περνά δηλαδή σε έναν ανώτερο βαθμό ύπαρξης, μάλιστα τον ανώτατο, για τον φιλόσοφο η μεταμόρφωση σε «θεό» είναι πλαστή εικόνα που καλύπτει την πραγματική θειότητα της ψυχής. Και επειδή η εικόνα αυτή είναι γοητευτική, συναρπαστική, «ευλαβική», είναι επικίνδυνη.

 

13 Αυτή η ιστορία με το χόρτο θυμίζει τον τρόπο με τον οποίο νεκραναστήθηκε ένας άλλος Γλαύκος, γιος του Μίνωα, από τον μάντη Πολύιδο.

14 Άραγε σε αυτόν τον Γλαύκο αναφέρεται ο παρακάτω ίαμβος του Αρχίλοχου;
Κοίτα, Γλαύκε. Ξαφνικά,
η θάλασσα έχασε τη βαθιά της ψυχραιμία.
Ξεστομίζει άγρια κύματα κι εκείνο το σύννεφο,
πάνω από τις Γυρεές, απειλεί χειμώνα.
Απελπιστικός επισκέπτης το απροσδόκητο.
(Μετ. Γ. Μπλάνας)