ΝΙΚΑΙΑ
(νερό σε κρασί)
Σύμφωνα με τον Νόννο (Διον. 15-16), η Νίκαια ήταν Νύμφη Ναϊάδα, κόρη του ποταμού Σαγγάριου και της θεάς Κυβέλης, ακόλουθος της Άρτεμης. Αποστρεφόταν τον έρωτα και ασχολούνταν μόνο με το κυνήγι, τη φροντίδα των άγριων ζώων και το παιχνίδι, κάτι που αναπόφευκτα προκάλεσε τη θεά Αφροδίτη και τον Έρωτα. Όταν κάποτε της εκμυστηρεύτηκε τον έρωτά του γι' αυτήν ο φρύγας βοσκός Ύμνος, οργισμένη η Νίκαια από τις επανειλημμένες οχλήσεις του τον σκότωσε με ένα βέλος· θεές και νύμφες έκλαψαν τον θάνατό του. Και ο Έρωτας, για να την εκδικηθεί, τοξοβόλησε τον Διόνυσο και τον έκανε να ερωτευτεί την άκαρδη νέα, όταν την είδε να λούζεται γυμνή, και να την ακολουθεί παντού, για να την αποκτήσει. Τότε μόνο μπόρεσε να κοιμηθεί μαζί της και να την αποκτήσει, όταν μετέτρεψε το νερό της κρήνης απ' όπου το κορίτσι έπινε νερό, σε κρασί. Όταν η Νίκαια συνήρθε και κατάλαβε τι είχε γίνει, προσπάθησε να αυτοκτονήσει, κι ύστερα εγκατέλειψε και τα δάση και την Άρτεμη. Λίγο αργότερα, και με τη βοήθεια των Ωρών, γέννησε ένα κοριτσάκι που το ονόμασε Τελετή. Εκείνη πάλι, η γυναίκα, γερνούσε μέσα στη θλίψη. Σύμφωνα με τον Μέμνωνα (FHG, iii, fr. 41), η Νίκαια συμφιλιώθηκε με τον Διόνυσο και έκαναν και άλλα παιδιά, ανάμεσά τους και τον Σάτυρο. Και ο Διόνυσος, για να τιμήσει τη μητέρα των παιδιών του, μετά την επιστροφή του από την Ινδία έκτισε μια πόλη και της έδωσε το όνομα Νίκαια.