ΜΕΛΕΑΓΡΙΔΕΣ
(πουλιά, φραγκόκοτες)
Οι Μελεαγρίδες είναι κόρες του βασιλιά της Καλυδώνας Οινέα και της Αλθαίας, κόρης του Θέστιου, αδελφές του καλυδώνιου ήρωα Μελέαγρου, από τον οποίο πήραν και το όνομά τους[36], και άλλων πέντε αδελφών. Ο αριθμός τους ποικίλει, από τέσσερις μέχρι δέκα. Τα ονόματα των τεσσάρων ήταν Γόργη, Δηιάνειρα, Ευρυμήδη και Μελανίππη· των υπολοίπων ήταν Φοίβη, Ευρυδίκη, Μενεσθώ, Ερατώ, Αντιόπη, Ιπποδάμεια. Η ιστορία της μεταμόρφωσής τους σε φραγκόκοτες συμπλέκεται με τον θάνατο του αδελφού τους Μελέαγρου. Ο Απολλόδωρος παραδίδει τα εξής:
Ο Οινέας, που βασίλευε στην Καλυδώνα, πρώτος αυτός πήρε το φυτό της αμπέλου από τον Διόνυσο. Παντρεύτηκε την Αλθαία, κόρη του Θέστιου, και απέκτησε τον Τοξέα […], και μαζί μ' αυτόν τον Θυρέα και τον Κλύμενο, και κόρες, τη Γόργη, που την παντρεύτηκε ο Ανδραίμων, και τη Δηιάνειρα, για την οποία λένε ότι τη γέννησε η Αλθαία με τον Διόνυσο. Αυτή οδηγούσε άρμα και ασκούνταν στον πόλεμο· για χάρη της, ποιος δηλαδή θα την παντρευτεί, πάλεψε ο Ηρακλής με τον Αχελώο. Η Αλθαία απέκτησε από τον Οινέα ένα γιο, τον Μελέαγρο, για τον οποίο λένε ότι τον έκανε με τον Άρη. Όταν αυτός ήταν επτά ημερών, λένε ότι παρουσιάστηκαν οι Μοίρες και ότι είπαν πως ο Μελέαγρος τότε θα πέθαινε, όταν θα καιγόταν εντελώς ο δαυλός που έκαιε πάνω στην εστία. Μόλις το άκουσε αυτό η Αλθαία, τράβηξε τον δαυλό και τον τοποθέτησε σε μια λάρνακα. Και ο Μελέαγρος, που έγινε άνδρας άτρωτος και γενναίος, πέθανε με τον εξής τρόπο. Την εποχή της συγκομιδής στον τόπο, ο Οινέας πρόσφερε τους πρώτους και καλύτερους καρπούς σε όλους τους θεούς, όμως λησμόνησε την Άρτεμη.[37] Οργισμένη αυτή ξαμόλησε έναν τεράστιο και δυνατό κάπρο, που δεν άφηνε τους ανθρώπους να σπείρουν τη γη και σκότωνε τα κοπάδια και όσους συναπαντούσε. Εναντίον αυτού του κάπρου ο Οινέας κάλεσε τους πιο γενναίους άνδρες απ' όλη την Ελλάδα και υποσχέθηκε να δώσει το δέρμα του ζώου σ' αυτόν που θα το σκοτώσει ως αμοιβή για την ανδρεία του. Αυτοί που συγκεντρώθηκαν για το κυνήγι του κάπρου ήταν οι εξής: ο Μελέαγρος, γιος του Οινέα, ο Δρύας, γιος του Άρη, και οι δυο από την Καλυδώνα, ο Ίδας και ο Λυγκέας, γιοι του Αφαρέα, από τη Μεσσήνη, ο Κάστορας και ο Πολυδεύκης, γιοι του Δία και της Λήδας, από τη Σπάρτη, ο Θησέας, γιος του Αιγέα, από την Αθήνα, ο Άδμητος, γιος του Φέρητα, από τις Φερές, ο Αγκαίος και ο Κηφέας, γιοι του Λυκούργου, από την Αρκαδία, ο Ιάσονας, γιος του Αίσονα, από την Ιωλκό, ο Ιφικλής, γιος του Αμφιτρύωνα, από τη Θήβα, ο Πειρίθους, γιος του Ιξίονα, από τη Λάρισα, ο Πηλέας, γιος του Αιακού, από τη Φθία, ο Τελαμώνας, γιος του Αιακού, από τη Σαλαμίνα, ο Ευρυτίωνας, γιος του Άκτορα, από τη Φθία, η Αταλάντη, κόρη του Σχοινέα, από την Αρκαδία, ο Αμφιάραος, γιος του Οϊκλή, από το Άργος· μαζί τους ήταν και οι γιοι του Θέστιου. Όταν αυτοί συγκεντρώθηκαν, ο Οινέας τους φιλοξένησε για εννιά μέρες· τη δέκατη, επειδή ο Κηφέας και ο Αγκαίος και κάποιοι άλλοι δεν καταδέχονταν να βγουν στο κυνήγι με μια γυναίκα [την Αταλάντη], ο Μελέαγρος, αν και παντρεμένος με την Κλεοπάτρα, κόρη του Ίδα και της Μάρπησσας, επειδή ήθελε να αποκτήσει παιδιά και με την Αταλάντη, τους ανάγκασε να βγουν μαζί της στο κυνήγι. Περικύκλωσαν τον κάπρο, αλλά ο Υλαίος και ο Αγκαίος σκοτώθηκαν από το θηρίο, ενώ τον Ευρυτίωνα τον χτύπησε θανάσιμα με το ακόντιο ο Πηλέας άθελά του. Πρώτη η Αταλάντη τραυμάτισε με τα βέλη της το ζώο στη ράχη, δεύτερος ο Αμφιάραος στο μάτι· όμως ο Μελέαγρος το χτύπησε στους λαγόνες και το σκότωσε, πήρε το τομάρι του ζώου και το έδωσε στην Αταλάντη. Αλλά οι γιοι του Θέστιου, επειδή δεν ανέχονταν να πάρει το βραβείο της ανδρείας μια γυναίκα, ενώ ήταν παρόντες άνδρες, της άρπαξαν το τομάρι, λέγοντας ότι σύμφωνα με τη συγγενική τάξη τούς ανήκει, αφού ο Μελέαγρος δεν επιθυμούσε να το πάρει. Οργισμένος ο Μελέαγρος, σκότωσε τα παιδιά του Θέστιου και έδωσε το τομάρι στην Αταλάντη. (Εικ. 669, 670, 671, 672, 673, 674, 675, 676, 677, 678, 679, 680, 681, 682, 683, 684, 685, 686) Η Αλθαία, γεμάτη θλίψη για τον θάνατο των αδελφών της, άναψε πάλι τον δαυλό, και ο Μελέαγρος ξαφνικά πέθανε. (Εικ. 687, 688, 689, 690, 691, 692, 693, 694, 695)
Κάποιοι ισχυρίζονται ότι ο Μελέαγρος δεν πέθανε με αυτόν τον τρόπο αλλά ότι, όταν οι γιοι του Θέστιου διεκδικούσαν το δέρμα του ζώου, γιατί τάχα ο Ίφικλος πρώτος το χτύπησε, ξέσπασε πόλεμος ανάμεσα στους Κουρήτες και τους Καλυδώνιους· κι όταν ο Μελέαγρος επιτέθηκε και σκότωσε κάποιους από τους γιους του Θέστιου, η Αλθαία τον καταράστηκε· κι αυτός οργίστηκε και κλείστηκε στο σπίτι του. Κι ενώ οι εχθροί πλησίαζαν επικίνδυνα πια στα τείχη και οι πολίτες, κρατώντας στα χέρια ικετευτικά κλαδιά, τον παρακαλούσαν να τους βοηθήσει, πείσθηκε από τη γυναίκα του, με πολύ κόπο και πόνο, να βγει στη μάχη, και αφού σκότωσε και τα υπόλοιπα παιδιά του Θέστιου, πέθανε κι αυτός πολεμώντας. Μετά τον θάνατο του Μελέαγρου, η Αλθαία και η Κλεοπάτρα κρεμάστηκαν, ενώ οι γυναίκες που θρηνούσαν τον νεκρό μεταμορφώθηκαν σε πουλιά. (Απολλόδωρος 1.8)
Η μεταμόρφωσή τους οφείλεται στη θεά Άρτεμη που τις λυπήθηκε, τις ακούμπησε με ένα ραβδί και τις μεταμόρφωσε σε πουλιά (Εικ. 1429) και τις πήγε στο νησί Λέρος, όπου κάθε άνοιξη πενθούσαν για τον αδελφό τους. Πιστευόταν ότι τα δάκρυα των Μελεαγρίδων, όπως και των Ηλιάδων, σχημάτιζαν το ήλεκτρο (Πλ., Φυσική Ιστορία 37,40).
Λεγόταν, ακόμη, ότι η θεά, μετά από παράκληση του θεού Διόνυσου, δεν μεταμόρφωσε παρά μόνο τις δύο από τις τέσσερις, ενώ η Γόργη και η Δηιάνειρα γλίτωσαν· ή ότι τις μεταμόρφωσε όλες αλλά ο Διόνυσος ξαναέδωσε την ανθρώπινη μορφή στις δύο κόρες -μάλιστα η Δηιάνειρα έγινε η δεύτερη σύζυγος του Ηρακλή και η αιτία του θανάτου του (κατά άλλους, η Δηιάνειρα του Ηρακλή ήταν κόρη του Δεξαμενού).
Άλλη παράδοση της Λέρου για τις Μελεαγρίδες (λεξικό Σούδα) τις θέλει πτηνά συνοδούς της Ιοκαλλίδας, θεότητας ανάλογης της Άρτεμης. Γύρω από το ιερό της θεάς στο νησί εκτρέφονταν μελεαγρίδες, ιερά πουλιά της Άρτεμης.
36 Συνήθως οι ομάδες θνητών κοριτσιών ονομάζονται από τον πατέρα τους, όπως οι Μινυάδες ή οι Ημαθίδες.
37 Η περιφρόνηση ή η παραμέληση ενός θεού από τους θνητούς σήμαινε την περικοπή της αφθονίας του κόσμου που έθετε σε κίνδυνο την ακεραιότητα του ανθρώπου. Αυτή είναι η περίπτωση του Οινέα ή του Ιππόλυτου που, πιστός στην Άρτεμη, τιμωρήθηκε από την Αφροδίτη, την οποία παραμελούσε. Γι' αυτό κατά τις θεϊκές γιορτές προσφέρονταν θυσίες σε περισσότερους θεούς.