ΑΤΑΛΑΝΤΗ
(ζώο, λιοντάρι)
Η Αταλάντη, που μαζί με τον σύζυγό της Μελανίωνα καταλήγουν μεταμορφωμένοι σε λιοντάρια, πληρώνοντας την ιερόσυλη λόγω πάθους επιλογή να ικανοποιήσουν τον έρωτά τους μέσα σε ένα ιερό, συνδέεται με τον αρκαδικό κύκλο αλλά και με βοιωτικούς μύθους. Επομένως, το γενεαλογικό της δέντρο εμφανίζεται μπερδεμένο ανάλογα από ποια οπτική γωνία αφηγείται κανείς τον μύθο της.
Πατέρας της θεωρούνταν ο Ίασος (ή Ιάσιος) και παππούς της ο Λυκούργος που καταγόταν από τον Αρκάδα, τον επώνυμο ήρωα της περιοχής· ή ο Μαίναλος, ο επώνυμος ήρωας του βουνού της Αρκαδίας· ή ο Σχοινέας, γιος του Αθάμαντα και της Θεμιστώς, επώνυμος ήρωας της βοιωτικής πόλης Σχοίνος στις όχθες του Ασωπού ποταμού, ανάμεσα στην Θήβα και την Ανθηδόνα, μία από τις βοιωτικές πόλεις που πήραν μέρος στον Τρωικό πόλεμο (Ιλ. Β 497).
Ο πατέρας της, επειδή επιθυμούσε μόνο αγόρια, την εξέθεσε, δηλαδή την εγκατέλειψε στο βουνό Παρθένιο. Όμως μια αρκούδα πήγαινε συχνά και τη θήλαζε, μέχρις ότου τη βρήκαν κυνηγοί που την περιμάζεψαν και την ανέθρεψαν. Όταν μεγάλωσε η Αταλάντη, δεν θέλησε να παντρευτεί, διαφύλαξε την παρθενία της και περνούσε τον καιρό της κυνηγώντας στις ερημιές, πάντα οπλισμένη, όπως η προστάτριά της Άρτεμη. Όταν οι Κένταυροι Ροίκος και Υλαίος επιχείρησαν να τη βιάσουν, τους χτύπησε με τα βέλη της και τους σκότωσε. Πήρε μέρος στους αγώνες που οργανώθηκαν προς τιμή του Πελία, πάλεψε με τον Πηλέα και νίκησε στο τρέξιμο ή και στην πάλη. (Εικ. 667, 668) Ακόμη, πήρε μέρος με τα πιο άριστα παλικάρια στο κυνήγι του Καλυδώνιου κάπρου, ο αριθμός των οποίων ποικίλει από δεκαπέντε μέχρι τριάντα πέντε.[9]
Όταν συγκεντρώθηκαν, ο Οινέας τους φιλοξένησε για εννιά μέρες· τη δέκατη, επειδή ο Κηφέας και ο Αγκαίος και κάποιοι άλλοι δεν καταδέχονταν να βγουν στο κυνήγι με μια γυναίκα, ο Μελέαγρος, αν και παντρεμένος με την Κλεοπάτρα, κόρη του Ίδα και της Μάρπησσας, επειδή ήθελε να αποκτήσει παιδιά και με την Αταλάντη, τους ανάγκασε να βγουν μαζί της στο κυνήγι. Περικύκλωσαν τον κάπρο, αλλά ο Υλαίος και ο Αγκαίος σκοτώθηκαν από το θηρίο, ενώ τον Ευρυτίωνα τον χτύπησε θανάσιμα με το ακόντιο ο Πηλέας άθελά του. Πρώτη η Αταλάντη τραυμάτισε με τα βέλη της το ζώο στη ράχη, δεύτερος ο Αμφιάραος στο μάτι· όμως ο Μελέαγρος το χτύπησε στους λαγόνες[10] και το σκότωσε, (Εικ. 669, 670, 671, 672, 673, 674, 675, 676, 677, 678, 679, 680, 681) πήρε το τομάρι του ζώου και το έδωσε στην Αταλάντη. [Εικ. 682, 683, 684] Αλλά οι γιοι του Θέστιου, επειδή δεν ανέχονταν να πάρει το βραβείο της ανδρείας μια γυναίκα, ενώ ήταν παρόντες άνδρες, της άρπαξαν το τομάρι, λέγοντας ότι σύμφωνα με τη συγγενική τάξη τούς ανήκει, αφού ο Μελέαγρος δεν επιθυμούσε να το πάρει. Οργισμένος ο Μελέαγρος, σκότωσε τα παιδιά του Θέστιου και έδωσε το τομάρι στην Αταλάντη. (Εικ. 685, 686) Η Αλθαία, γεμάτη θλίψη για τον θάνατο των αδελφών της, άναψε πάλι τον δαυλό που είχε σβήσει όταν γεννήθηκε ο γιος της -οι Μοίρες είχαν ορίσει ότι θα πέθαινε αν καιγόταν ολόκληρος-, και ο Μελέαγρος ξαφνικά πέθανε. (Εικ. 687, 688, 689, 690, 691, 692, 693, 694, 695)
Όταν αργότερα η Αταλάντη βρήκε τους γονείς της, επειδή ο πατέρας της προσπαθούσε να την πείσει να παντρευτεί, πήγε σε τόπο μήκους ενός σταδίου, έμπηξε στη μέση έναν πάσαλο με ύψος τρεις πήχεις· από εκείνο το σημείο όρισε να ξεκινούν οι επίδοξοι μνηστήρες και αυτή έτρεχε οπλισμένη από πίσω, τους έδινε δηλαδή έναν αέρα νίκης· αν έφτανε κάποιον, θα τον σκότωνε, αν δεν τον έπιανε, θα τον παντρευόταν. Και αυτό είτε γιατί ήθελε να μείνει πιστή στην Άρτεμη είτε γιατί ένας χρησμός της είχε φανερώσει πως αν παντρευόταν θα μεταμορφωνόταν σε ζώο.
Και ενώ ήδη πολλοί είχαν χαθεί από το ακόντιο της Αταλάντης, ο Ιππομένης, γιος του Μεγαρέα, ή ο Μελανίων, γιος του αδελφού του πατέρα της Αμφιδάμαντα, επομένως πρωτοξάδελφος της Αταλάντης, που την ερωτεύτηκε, ήρθε για να πάρει μέρος στον αγώνα δρόμου, φέρνοντας μαζί του χρυσά μήλα που τα είχε από την Αφροδίτη, είτε από ένα ιερό της θεάς στην Κύπρο είτε από τον κήπο των Εσπερίδων, και καθώς έτρεχε μπροστά, τα έριχνε κάτω. Και εκείνη έσκυβε να τα μαζέψει, είτε από περιέργεια είτε από έρωτα για τον νέο, και τελικά νικήθηκε. Έτσι την παντρεύτηκε ο Ιππομένης ή Μελανίωνας. (Εικ. 696, 697, 698, 699, 700, 701) Και λέγεται ότι κάποτε, ενώ κυνηγούσαν μαζί, μπήκαν στο τέμενος του Δία (ή της Κυβέλης) και την ώρα του έρωτά τους, μεταμορφώθηκαν σε λιοντάρια από τον οργισμένο Δία, καθώς πιστευόταν ότι τα λιοντάρια δεν ενώνονται μεταξύ τους αλλά με λεοπαρδάλεις. (Εικ. 702)
Στην περιοχή της Επιδαύρου μια πηγή ονομαζόταν της Αταλάντης, γιατί εκεί η Αταλάντη, διψασμένη μετά από ένα κυνήγι, χτύπησε τον βράχο και ανέβλυσε η πηγή. Από τον άνδρα της, ή από τον Άρη, ή από τον Μελέαγρο, απέκτησε ένα γιο, τον Παρθενοπαίο, που πήρε μέρος στην πρώτη εκστρατεία των Θηβών.
Η Αταλάντη, σε ένα επίπεδο μυθικό, είναι το πρότυπο της κοπέλας που διακατέχεται από δυνάμεις περισσότερο αρσενικές, είναι επομένως «αντιπρότυπο» κοινωνικό και μόνο ως εξαίρεση μπορεί να θαυμάζεται.
9 Αρχικά οι κυνηγοί ήταν λίγοι. Η επεξεργασία όμως των ποιητών τους πολλαπλασίασε. Ο Παυσανίας μαρτυρεί ότι στο ανατολικό αέτωμα του ναού της Αλέας Αθηνάς στην Τεγέα απεικονίζονταν δεκαπέντε ήρωες του κυνηγιού: Αταλάντη, Μελέαγρος, Θησέας, Τελαμώνας, Πηλέας, Πολυδεύκης, Ιόλαος, οι δύο αδελφοί της Αλθαίας Αγκαίος και Έποχος, Κάστορας, Αμφιάραος, Ιππόθοος, Πειρίθους. Πάντως, οι μεγαλύτερες ομάδες κυνηγών προέρχονται από Θεσσαλία και Πελοπόννησο, αρκετοί ήταν γιοι των θεών της επίσημης λατρείας (του Δία, του Ποσειδώνα, του Άρη, του Ερμή), άλλοι, οι περισσότεροι, σχετίζονταν με την Αργοναυτική εκστρατεία, κάποιοι και με τα «Άθλα επί Πελία», άλλοι είναι πατεράδες ηρώων του Τρωικού πολέμου (ο Πηλέας του Αχιλλέα, ο Τελαμώνας του Αίαντα και του Τεύκρου…).
Το κυνήγι ήταν δραστηριότητα που απαιτούσε πολύπλοκες τεχνικές και τον συντονισμό μεγάλου αριθμού ατόμων, στη διάρκεια της οποίας κυριαρχεί ο φόβος ότι το όπλο θα μπορούσε να στραφεί σε κάποιον άλλον συγκυνηγό, εσκεμμένα ή ακούσια, όπως και έγινε στη διάρκεια και αυτού του κυνηγιού.
10 Κενεών (στο αρχαίο κείμενο του Απολλοδώρου) είναι «το μεταξύ των πλευρών και του ισχίου κοίλωμα, το μέρος το κενόν οστών».