ΑΡΙΑΔΝΗ
η κόρη, τα μαλλιά, το στέμμα (αστερισμός, πέτρα)
μέσῳ δέ οἱ αἰθέρι τέκμωρ ἀστερόεις στέφανος, τόν τε κλείουσ᾽ Ἀριάδνης,
πάννυχος οὐρανίοις ἐνελίσσεται εἰδώλοισιν·
(Απολλ. Ρ., Αργ. 3.1002-4)
Η Aριάδνη ήταν κόρη του Mίνωα και της Πασιφάης. Ερωτεύτηκε τον νεαρό Αθηναίο Θησέα που ήρθε στην Κρήτη με σκοπό να απαλλάξει την πατρίδα του από τον φόρο αίματος που πλήρωνε στον Μίνωα και τον Μινώταυρο. Για να βγει ο Θησέας με ασφάλεια από τον Λαβύρινθο, κατοικία του μειξογενούς αδελφού της, και να μην χαθεί στους δαιδαλώδεις διαδρόμους, του έδωσε έναν μίτο να τον ξετυλίγει, καθώς εισχωρούσε στο άδυτο, και ύστερα, πιάνοντας ξανά την κλωστή και μαζεύοντας το κουβάρι να βρεθεί στην έξοδο. Λέγεται ότι τον μίτο της τον είχε δώσει ο Δαίδαλος και γι' αυτό τιμωρήθηκε από τον Μίνωα. (Εικ. 417, 418, 419, 420, 421, 422, 423, 424, 425. Δες και την οινοχόη στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου.)
Σύμφωνα, λοιπόν, με την παράδοση, ο ήρωας Θησέας ύστερα από τον φόνο του Mινώταυρου επέστρεφε από την Kρήτη στην Aθήνα μαζί με την Aριάδνη, που την είχε πάρει μαζί του για να την παντρευτεί και να αποφύγει το κορίτσι τον θυμό του Μίνωα. Στον πρώτο όμως σταθμό του ταξιδιού του στη Nάξο, την εγκατέλειψε στο νησί, την ώρα που κοιμόταν, είτε γιατί αγαπούσε άλλη γυναίκα, είτε γιατί το όρισαν οι Μοίρες, είτε γιατί το ζήτησαν οι θεοί, κυρίως ο Διόνυσος που είδε την κόρη και την ερωτεύτηκε. (Εικ. 426, 427, 428, 429, 430, 431, 432, 433, 434, 435, 436, 437, 438, 439, 440, 441, 442, 443, 444, 445) Η λύπη της Αριάδνης, που ξυπνώντας είδε μακριά το καράβι του προδότη εραστή, δεν κράτησε πολύ, γιατί κατέφθασε ο Διόνυσος με τη συνοδεία του σε άρμα που έσερναν πάνθηρες. (Εικ. 446, 447, 448, 449, 450, 451, 452, 453, 454, 455, 456, 457, 458, 459, 460, 461, 462, 463, 464, 465, 466, 467, 468, 469, 470, 471, 472, 473, 474, 475, 476, 477, 478, 479, 480, 481, 482, 483, 484, 485, 486, 487, 488, 489, 490, 491, 492, 493, 494, 495, 496, 497, 498, 499, 500, 501, 502, 503, 504, 505, 506, 507, 508, 509, 510, 511, 512, 513, 514, 515)
Σύμφωνα με τον ποιητή Hσίοδο η Aριάδνη ήταν η αθάνατη και αγέραστη γυναίκα του Διονύσου που την ανέβασε στον Όλυμπο. Στους γάμους τους της χαρίστηκε στεφάνι φτιαγμένο από λουλούδια, κυρίως από το θήσειον, λουλούδι με άνθος σαν του μήλου (Αθ. Δειπνοσοφισταί 15.684). Κατά άλλους το διάδημα που της χαρίστηκε από τον Διόνυσο ή από την Αφροδίτη και τις Ώρες, ήταν χρυσό, έργο του τεχνίτη θεού Ήφαιστου. Κατά άλλους, το στεφάνι ήταν κρητικό και η Αριάδνη, το είχε φέρει μαζί της όταν έφυγε από την Κρήτη με τον Θησέα, στον οποίο το είχε δώσει για να φέγγει μέσα στο σκοτάδι του Λαβύρινθου, όταν ο Αθηναίος ήρωας μπήκε για να παλέψει με τον Μινώταυρο. Σε διαφορετική παράδοση, το χρυσό αυτό στεφάνι που έγινε αστερισμός, ήταν δώρο της θεάς της θάλασσας Αμφιτρίτης στον Θησέα, που με τη σειρά του το προσέφερε στη Αριάδνη από ευγνωμοσύνη. Το στεφάνι αυτό το τοποθέτησαν οι θεοί στον ουρανό να φέγγει αιωνίως (Οβ., Μεταμορφώσεις 274-282). Άλλη παράδοση αναφέρει ότι ο αστερισμός αυτός παριστάνει τα μαλλιά της Αριάδνης ή και την ίδια τη βασιλοπούλα, την οποία ο σύζυγός της Διόνυσος μεταμόρφωσε σε αστερισμό, προσφέροντάς της αιώνια αθανασία. Πρόκειται για τον αστερισμό του Βορείου Στεφάνου. (Εικ. 516, 517, 518, 519, 520)
Σύμφωνα με μαρτυρία του Νόννου (47.666 κ.ε.), η Αριάδνη σκοτώθηκε από τον Περσέα ή πέτρωσε από τον τρόμο της -πετρώδεα νύμφην-, όταν είδε το κεφάλι της Μέδουσας που κρατούσε ο Περσέας. Αυτό έγινε στον πόλεμο του Περσέα με τον Διόνυσο και τις Μαινάδες του.