Πρόσωπα και θέματα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας

▲▲ Λασκαράτος Ανδρέας

Ο Ανδρέας Λασκαράτος (σκίτσο, 1888)
[πηγή: Βικιπαίδεια].
 

 

Ο Ανδρέας Λασκαράτος, Κεφαλλονίτης (1811-1901), αποτελεί τον γνησιότερο σύνδεσμο ανάμεσα στα Επτάνησα και στην Αθήνα· είναι φανατικά Επτανήσιος και στο γλωσσικό του ιδίωμα και σ’ ένα μεγάλο μέρος της συγγραφικής παραγωγής του. Έφερνε δηλαδή στην πρωτεύουσα ανόθευτο τον αέρα των Επτά Νησιών· και στο ποσοστό, το σημαντικό, όπου επηρέασε τους Αθηναίους λογίους, η συμβολή του στην μετακένωση της επτανησιακής παράδοσης μέσα στο ρεύμα το αθηναϊκό, είναι έκδηλη. Προέρχεται από τον Σολωμό: τον εγνώρισε νέος στην Κέρκυρα και κοντά του άρχισε την λογοτεχνική του πορεία. Μπορούμε όμως να πιστεύουμε ότι έξω από τις γλωσσικές του πεποιθήσεις, όπου έμεινε αφοσιωμένος στον δημοτικισμό, η ηθικολογική και πουριτανική διάθεση του Κάλβου, που εχρημάτισε δάσκαλός του, ταίριαζε καλύτερα με την ιδιοσυγκρασία του. Το έργο του ολόκληρο ανήκει πολύ περισσότερο στην ηθολογία παρά στην καθαρά και στενά λογοτεχνική δημιουργία. Έγραψε πολλά σε πρόζα και λίγους στίχους, από τους οποίους οι περισσότεροι είναι συγκεντρωμένοι σ’ έναν τόμο, Στιχουργήματα διάφορα (1872). […]

Τα στιχουργήματά του, αμελημένα από την άποψη της μορφής, είναι τα περισσότερα σατιρικά. Σάτιρα κοινωνική: σαρκάζει τα ήθη και τις αντιλήψεις των συγχρόνων του, εξευτελίζει με τους στίχους τις ιδέες όσες κρίνει αντίθετες στο πνεύμα της προόδου. Κύριος στόχος του είναι η τυπολατρία της Εκκλησίας· όσο κι αν ο ίδιος υποστηρίζει ότι είναι χριστιανός, υπόδειγμα μάλιστα χριστιανού, αληθινά η θρησκευτικότητά του περιορίζεται στην πεποίθηση για την ύπαρξη μιας υπέρτατης δύναμης και κατά τα άλλα απασχολείται αποκλειστικά από το ηθικό πρόβλημα. Κατά τούτο η διδασκαλία του αστοχεί, γιατί προϋποθέτει ένα πνευματικό επίπεδο ασύμμετρα πιο υψηλό από το επίπεδο της εποχής του· φαντάζεται μια ηθική απαλλαγμένη από όλες τις μορφές της λατρείας, και για να καθαρίσει το ιδανικό του από ό,τι θεωρεί ψεύτικο και περιττό, δεν διστάζει να εξευτελίσει και την ίδια την μορφή της θεότητας: […]

Κ.Θ. Δημαράς, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Από τις πρώτες ρίζες ως την εποχή μας, Εκδόσεις «Γνώση», Αθήνα 2000, 421-422.

 

 

Μα ο πραγματικός τόνος του βρίσκεται πιο καλά στην πρόζα· αυτό είναι το κλίμα του. Έγραψε Τα μυστήρια της Κεφαλονιάς (1856), χαρακτήρες με τίτλο Ιδού ο άνθρωπος (1886), άλλα μικρότερα δημοσιεύματα χωριστά ή μέσα στην εφημερίδα την οποία εξέδιδε Ο Λύχνος, και άφησε αρκετά ανέκδοτα, που δημοσιεύθηκαν μετά τον θάνατό του: Ήθη, έθιμα και δοξασίες της Κεφαλονιάς, Στοχασμοί, Τέχνη του δημηγορείν και συγγράφειν, μια αυτοβιογραφία γραμμένη στα ιταλικά. Στα έργα του αυτά προέχει εντελώς ο ηθολόγος, γεμάτος απαιτήσεις από την ηθική διαγωγή του ανθρώπου, γεμάτος συμπόνια για τις αδυναμίες του. Οι Χαρακτήρες του απομακρύνονται πολύ από τον καθιερωμένο τύπο, γιατί έχουν κι αυτοί καθαρά διδακτικό σκοπό. Τα δυο βιβλία που τιτλοφορούνται από την Κεφαλονιά, ελέγχουν τα τοπικά ελαττώματα των συμπατριωτών του αλλά ταυτόχρονα αποβλέπουν κι αυτά στον διδακτισμό. Το πνεύμα του είναι ζωηρό, το μάτι του διακρίνει αρκετά καλά τα αδύνατα σημεία, αλλά ιδίως λειτουργεί η σκέψη του στην κατεύθυνση πάντα της ηθικής τελείωσης. […] Ο θρησκευτικός φανατισμός, η δεισιδαιμονία, που συγχέονται συχνά στην σκέψη του με την προσήλωση στους τύπους, ελέγχονται με σκληρότητα σε όλα του τα έργα. Επόμενο είταν να προκαλέσει την ανησυχία της Εκκλησίας· ο Λασκαράτος αφορίσθηκε για τους αγώνες του.

Όμως και ο αφορισμός και η μαχητική του δράση μετά τον αφορισμό, όχι μόνο δεν τον αποξένωσαν από τους λογίους της εποχής του, αλλά αντίθετα προκάλεσαν το ενδιαφέρον ενός κοινού ευρύτερου, γύρω στο πρόσωπο και το έργο του. Στην Αθήνα ήρθε επανειλημμένα είτε για ν’ αποφύγει ενοχλήσεις τοπικές, είτε για άλλους σκοπούς· αν και η γλώσσα του είχε ένα στενά ιδιωματικό χρώμα, άκρως αντίθετο με τις επιδιώξεις των αθηναίων λογίων της εποχής, οι Αθηναίοι τον δέχθηκαν με δείγματα σεβασμού και ενδιαφέροντος. […]

Κ.Θ. Δημαράς, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Από τις πρώτες ρίζες ως την εποχή μας, Εκδόσεις «Γνώση», Αθήνα 2000, 423-424.

 

 

Στα 1884 η επίσκεψή του στην Αθήνα και η πανηγυρική του ομιλία στον «Παρνασσό» και ίσως και τον Βύρωνα επισημοποιούσαν την καθιέρωσή του στο κέντρο. Αυτόπτης μάρτυρας ο Ξενόπουλος θα θυμηθεί λίγα χρόνια αργότερα, όχι χωρίς κάποια τάση υπερβολής: «Ποτέ ο “Παρνασσός” δεν εγέμισε όσο το βράδι εκείνο που, ύστερ’ απ’ όσα έγραφαν επί ημέρες για τη ζωή του και για το έργο του οι εφημερίδες, επρόκειτο να εμφανισθή και να ομιλήση ο ίδιος. Κι αυτός ο Παράσχος, ο πιο κοσμαγάπητος Αθηναίος της εποχής, θα ζήλεψε το πυκνότατο εκείνο ακροατήριο που πλημμύριζε τη σάλα, τα γραφεία, τους διαδρόμους και τη σκάλα του Συλλόγου ως έξω στο δρόμο». […]

Εμμ. Ι. Μοσχονάς, «Ανδρέας Λασκαράτος. Η ουτοπία του άκαιρου διαφωτισμού». Ανδρέας Λασκαράτος, Τα ποιήματα, εισαγ.-επιμ. Εμμ. Ι. Μοσχονάς, Οδυσσέας, Αθήνα 1981, μδ΄-με΄.

 

 

[…] Ζώντας σε μια περιορισμένη κοινωνία ενοχλείται από τις μικρότητες και τις ψεύτικες συμβάσεις της ζωής και θέλει να γίνει διορθωτής και κοινωνικός αναμορφωτής. Γι’ αυτό και το πιο χαρακτηριστικό έργο του είναι το πεζό του Τα Μυστήρια της Κεφαλλονιάς, τυπωμένο στα 1856· ο υπότιτλος είναι «ή σκέψες απάνου στην οικογένεια, στη θρησκεία και στην πολιτική εις την Κεφαλλονιά». Πραγματικά, το βιβλίο διαιρείται σ’ αυτά τα τρία μέρη και ο συγγραφέας διατυπώνει, με πρόθεση ηθική και διδακτική, αλλά και με πολλή σατιρική διάθεση, τις σκέψεις του πάνω σ’ αυτά τα κεφαλαιώδη θέματα. Το καλύτερο μέρος είναι ασφαλώς τα Οικογενειακά. Σκάνδαλο στάθηκαν τα Θρησκευτικά. Ο Λασκαράτος σατιρίζει βέβαια την πρόληψη και τη «δεισιδαιμονία», τις εικόνες που δακρύζουν, την αμάθεια ή τη φιλοχρηματία του κλήρου, αλλά τι είναι ουσία, τι τύπος, και τι πρόληψη, δεν είναι πάντα εύκολο να ξεκαθαριστεί· και λιγότερο το μπορούσε αυτό ο ίδιος ο Λασκαράτος, με τον νοησιαρχισμό και την πουριτανική του ηθικολογία. […]

Λίνος Πολίτης, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1998 (9η έκδ.), 159.

 

 

Στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα εκφράζεται από τους λογίους του Γένους μια επιθυμία για τη γνώση του χαρακτήρα των ανθρώπων. Αυτή δεν ξεκινούσε από απλή περιέργεια· ήταν αποτέλεσμα γενικότερης αρετολογίας της εποχής και είχε σκοπό να προφυλάξη τους ανθρώπους από τις κακίες των άλλων. […]

Από την Επανάσταση και ύστερα για μακρό διάστημα δε συναντούμε άλλο βιβλίο χαρακτήρων. Το είδος εμφανίζεται ξανά στις τελευταίες δεκαετίες του αιώνα, και μάλιστα στην Επτάνησο.

Το 1886 δημοσιεύτηκε το Ιδού ο άνθρωπος. Ανθρώπινοι χαραχτήρες ή ο άνθρωπος του Λασκαράτου […].

Το βιβλίο περιέχει 126 χαρακτήρες, περισσότερους από κάθε άλλη παρόμοια συλλογή. Ασφαλώς αφετηρία για τη συγγραφή του είχε τον Θεόφραστο· αλλά ούτε τον εμιμήθηκε δουλικά ούτε ακολούθησε την πορεία του· άνοιξε δικό του δρόμο κι έδωσε προσωπική σφραγίδα στο έργο του. Αντίθετα με το σωζόμενο έργο του Θεόφραστου έγραψε και «καλούς» και γυναικείους χαρακτήρες, δεν επεκτάθηκε όμως και στους ερωτικούς, ενώ πλεονάζουν εκείνοι που αναφέρονται κυρίως στο θέμα «θρησκεία» και ύστερα στα θέματα «οικογένεια», «δικαιοσύνη» και «δικηγορία».

[…] οι Χαραχτήρες του Λασκαράτου δεν αναφέρονται σε γενικούς τύπους ανθρώπων, όλων των τόπων και όλων των εποχών, όπως συμβαίνει με το έργο του Θεόφραστου, αλλά σε περιορισμένο τοπικό κύκλο ορισμένης εποχής. Δεν παύουν όμως γι’ αυτό να έχουν και ζωηρό ενδιαφέρον και αναμφισβήτητο θέλγητρο. Γιατί βέβαια δεν είναι καθόλου μικρό πράγμα να κάμης την εικονογράφηση μιας εποχής, και μάλιστα με τρόπο αληθινό, απλό, παραστατικό και πνευματώδη.

Γιώργος Γ. Αλισανδράτος, «Ο Λασκαράτος και οι “Χαρακτήρες” του». Ανδρέας Λασκαράτος, Ιδού ο άνθρωπος, επιμ. Γιώργος Γ. Αλισανδράτος, «Βιβλιοπωλείον της “Εστίας”», Αθήνα 2002, 20, 23-24 & 26-27.

 

Λίγα χρόνια πριν να γεννηθή ο ποιητής, τα Επτάνησα, ύστερ’ από μακραίωνη Βενετική κατοχή, γνώρισαν πολλούς κυριάρχους: πρώτα τους Γάλλους επαναστάτες 1797-1799· ύστερα τους Ρώσους και τους Τούρκους· το 1800 απετέλεσαν το πρώτο νεοελληνικό κράτος, την «Επτάνησο Πολιτεία», που είχε τεθή υπό την προστασία της Ρωσίας, αλλά ήταν υποτελής στην Τουρκία· το 1807 με τη συνθήκη του Τίλσιτ παραχωρήθηκαν πάλι στους Γάλλους (αυτοκρατορικούς αυτήν τη φορά)· σε μερικά χρόνια όμως καταλήφθηκαν το ένα μετά το άλλο από τους Άγγλους. Μετά το Βατερλό η Αγγλική κατοχή επισημοποιήθηκε: με τη συνθήκη του Παρισιού της 5 Νοεμβρίου 1815 ανακηρύχτηκαν κράτος ανεξάρτητο, αλλά υπό την προστασία της Μεγάλης Βρετανίας. Τέλος ύστερ’ από μακρούς αγώνες ενώθηκαν με την Ελλάδα στις 21 Μαΐου 1864.

Έτσι λοιπόν ο Λασκαράτος σαν πολίτης του Ιονίου Κράτους έζησε όλη την περίοδο της Αγγλοκρατίας: το αυταρχικό σύνταγμα του Μαίτλανδ με τις εικονικές Βουλές των «κομεστάδων» (1817-1850), τις αντιστασιακές εκδηλώσεις των νησιών και ιδιαίτερα τις εξεγέρσεις της Κεφαλονιάς του 1848 και 1849 (το δεύτερο είχε τρομερές συνέπειες), τις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις του 1848-49 και τον αγώνα των ριζοσπαστών για την ένωση (1848-1864).

Για να ερμηνεύσουμε τον Λασκαράτο πρέπει να ξέρουμε τον ριζοσπαστισμό. […] Παράλληλα βέβαια ο Λασκαράτος έζησε και τις πολιτικές περιπέτειες της Ελλάδας από την Επανάσταση του 21 ως τον πόλεμο του 97.

Γιώργος Γ. Αλισανδράτος, «Ο Λασκαράτος και οι “Χαρακτήρες” του». Ανδρέας Λασκαράτος, Ιδού ο άνθρωπος, επιμ. Γιώργος Γ. Αλισανδράτος, «Βιβλιοπωλείον της “Εστίας”», Αθήνα 2002, 9-10.

 

Δείτε επίσης και:


Επτανησιακή Σχολή, Σάτιρα