Πρόσωπα και θέματα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας

▲▲ Βενέζης Ηλίας

Ο Ηλίας Βενέζης
[πηγή: Εθνικό Κέντρο Βιβλίου].
 

 

 

Δύο πεζογράφοι, τουλάχιστον από αυτούς που θα συσπειρωθούν στη Γενιά του Τριάντα, κάνουν την εμφάνισή τους μέσα στη δεύτερη [μεσοπολεμική] δεκαετία, ο Μυριβήλης και ο Βενέζης. Είναι αλήθεια ότι η δραστηριότητά τους γίνεται γνωστή μονάχα μακριά από την Αθήνα, στη Μυτιλήνη, που είναι πιο κοντά στη Μικρά Ασία, στις Κυδωνίες ή την Πόλη, παρά στην ελληνική επικράτεια, ενώ εισβάλλουν στην πολιτισμική πραγματικότητα της Αθήνας όταν το έργο τους ανατυπώνεται στην πρωτεύουσα· […]

Στην εφημερίδα Η Καμπάνα της Μυτιλήνης, όταν το νησί έχει μόλις προσαρτηθεί στο Βασίλειο, δημοσιεύονται διαδοχικά, το 1923 και το 1924, δύο αφηγηματικά έργα που αντιμετωπίζουν δίχως υπεκφυγές το θέμα του πολέμου. Το πρώτο είναι Η ζωή εν τάφω του Μυριβήλη, το άλλο Το νούμερο 31.328 του Βενέζη.

[…]

Ο Ηλίας Βενέζης (1904-1973) αφηγείται με φράσεις στεγνές και ασθμαίνουσες τις περιπέτειές του, όταν, παιδί σχεδόν, τον εκτόπισαν οι Τούρκοι του Κεμάλ με τα σώματα αιχμαλώτων, μαζί με άλλους Ρωμιούς της περιοχής της Κυδωνίας, απ’ όπου καταγόταν. Τα επεισόδια σε αναστατώνουν, σε αφήνουν δίχως ανάσα και σου στερούν τη δυνατότητα να προσέξεις τις αδυναμίες ύφους. Η έκθεση είναι ωμή, κοφτή, κάποτε αδέξια. Στην επανέκδοση του βιβλίου ο Βενέζης φρόντισε περισσότερο το ύφος δίχως όμως να θίξει τα βασικά χαρακτηριστικά του. […]

Mario Vitti, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Εκδόσεις Οδυσσέας, Αθήνα 2003, 383-384.

 

 

Η αξία και το ενδιαφέρον που προκαλεί το βιβλίο του Βενέζη δεν προκύπτει μόνον από το γεγονός ότι βρισκόμαστε μπροστά στη μαρτυρία ενός ανθρώπου που έζησε από πρώτο χέρι μια κρίσιμη ιστορική στιγμή με όλες τις ταλαιπωρίες, τις στερήσεις και τον εξευτελισμό της προσωπικότητάς του. Η ατομική περίπτωση υποχωρεί μπροστά στα δεινά της κοινής μοίρας, γίνεται το χρονικό ενός συλλογικού και συνάμα διαχρονικού μαρτυρίου, στο οποίο πρωταρχικό χαρακτηριστικό είναι η σωματική βάσανος, κάτω από το βάρος της οποίας ισοπεδώνονται οι οποιεσδήποτε διαφορές και αντιθέσεις εθνικού, ιδεολογικού και θρησκευτικού χαρακτήρα και εξαφανίζονται όλα τα ιδιαίτερα γνωρίσματα κάθε ανθρώπινης προσωπικότητας. Ολόκληρο το βιβλίο προκαλεί την εντύπωση μιας διαρκώς χαίνουσας σωματικής πληγής. […]

Το νούμερο 31328 μπορεί να μιλά για το συγκεκριμένο ιστορικό περιστατικό, αλλά δεν διακρίνει νικητές και ηττημένους, δεν ξεχωρίζει καλούς και κακούς, τουλάχιστον στις πρώτες του εκδόσεις όπου ήταν σαφέστερες και εντονότερες, απ’ ό,τι στις μεταγενέστερες εκδόσεις, οι καταγγελίες για τις φρικαλεότητες του πολέμου, τόσο από πλευράς Ελλήνων όσο και πλευράς Τούρκων. («Τον άνθρωπο ατίμασαν στη Μικρά Ασία Έλληνες και Τούρκοι», έγραφε ο Καζαντζάκης). Μιλά για τον πόνο και την οδύνη όλων των λαών, για τα σπάνια ίχνη ανθρωπιάς που κάποτε συντηρούνται μέσα στη φρίκη, για την πολύ διδακτική αλλά τελικώς ανεκπλήρωτη ελπίδα ότι κάποτε θα συνετιστούν οι ισχυροί της γης και θα πάψει η επαναλαμβανόμενη οδύσσεια του ανώνυμου πλήθους. Δυο χρόνια μετά την κυκλοφορία του βιβλίου, στην καρδιά της Ευρώπης, ο Χίτλερ ανεβαίνει στην εξουσία και η ανθρωπότητα θα γνωρίσει νέα, περισσότερο απάνθρωπα «αμελέ ταμπουρού»… […].

Στα νεοελληνικά έργα που γράφτηκαν για τη Μικρασιατική Καταστροφή, το Νούμερο διατηρεί ακόμη και σήμερα την ξεχωριστή θέση του. Ισορροπεί με επιτυχία ανάμεσα στο τραγικό θέμα του και στη λογοτεχνικότητα της γραφής του. Δε θα δίσταζα να το χαρακτηρίσω ως το πιο λογοτεχνικό κείμενο ανάμεσα στα θεματικώς συγγενή βιβλία, αν δεν υπήρχε το όψιμο επίτευγμα του Κοσμά Πολίτη, το μυθιστόρημά του Στου Χατζηφράγκου (1962), με πρωταγωνιστή την ίδια την πόλη της Σμύρνης προ και κατά τη διάρκεια της Καταστροφής. Αξίζει να μελετηθούν περισσότερο οι αναλογίες, τα κοινά σημεία και η δραστικότητα των έργων αυτών, καθώς και ορισμένων άλλων με κοινό θέμα. Αναφέρομαι στην πρώιμη Ιστορία ενός αιχμαλώτου (1928) του Στρατή Δούκα, βιβλίο με το οποίο ανοίγει ο κύκλος των λογοτεχνικών έργων για τα γεγονότα της Μικρασίας, και στην περισσότερο φιλόδοξη, μα όχι πάντοτε επιτυχή σύνθεση της Διδώς Σωτηρίου Ματωμένα χώματα (1962).

Δημήτρης Δασκαλόπουλος, «Ξαναδιαβάζοντας Ηλία Βενέζη». Ιχνογραφία. Κριτικά σχόλια, Εκδόσεις Γαβριηλίδης, Αθήνα 2007, 46-47 & 48-50.

 

 

Η Γαλήνη είναι ένα μυθιστόρημα αφιερωμένο εξ ολοκλήρου στην περιπέτεια της εγκατάστασης των προσφύγων στην Ελλάδα. […]

[…] Αξιοσημείωτο είναι ότι το έργο απέχει από οποιαδήποτε αναφορά στο πολιτικό πλαίσιο της εποχής ή σε παλαιότερα της εποχής της μικρασιατικής εκστρατείας ζητήματα. Το θέμα, λοιπόν, της προσφυγιάς γίνεται αιτία και αφορμή να κατατεθεί η προσωπική απάντηση του συγγραφέα ως προς το κεντρικό ζήτημα της σκέψης του και του έργου του, της μοίρας και της στάσης του ανθρώπου απέναντί της.

[…]

Η δομή του έργου οργανώνεται γύρω από την εγκατάσταση της ομάδας των Φωκιανών προσφύγων στην Ανάβυσσο της Αττικής. Ο συγγραφέας τούς παρακολουθεί από την πορεία τους προς την Ανάβυσσο ως την ολοκλήρωση της εγκατάστασής τους και την αφετηρία πλέον μιας καινούργιας ζωής στην Ελλάδα. Παρότι ο μυθιστορηματικός χρόνος μοιάζει να καλύπτει μια σειρά ετών, δίνεται η εντύπωση ότι πρόκειται περισσότερο για έναν ετήσιο κύκλο, που παρακολουθεί μάλιστα την περιπέτεια της φύσης, από τη φύτευση του σπόρου, τις αντιξοότητες κατά την ανάπτυξη και την υπέρβασή τους ως την τελική καρποφορία, αξιοποιώντας για μία ακόμα φορά το θέμα του ριζώματος. Κεντρικά και σημαίνοντα στην απόδοση της εγκατάστασης λειτουργούν το άξενο του τόπου και η εχθρότητα των ντόπιων, προκλήσεις τις οποίες οι πρόσφυγες καλούνται να υπερνικήσουν, για να κερδίσουν τη μάχη της εγκατάστασης, να νομιμοποιηθούν στη νέα τους ζωή στον καινούργιο τόπο. Ταυτόχρονα, ο Βενέζης επιχειρεί να συνδέσει τους ξεριζωμένους πρόσφυγες με την Ελλάδα, με το ελληνικό παρελθόν, που προβάλλει έντονα στον τόπο της Αναβύσσου, μέσα από τα σπλάχνα του αλλά και πάνω στα επίγεια ερείπιά του.

Τόνια Καφετζάκη, Προσφυγιά και λογοτεχνία. Εικόνες του Μικρασιάτη πρόσφυγα στη μεσοπολεμική πεζογραφία, Πορεία, Αθήνα 2003, 277 & 278-280.

 

 

Ο Βενέζης συνδέθηκε με μια δραματική στιγμή του ελληνισμού: με τη συμφορά της Μικράς Ασίας, που εσήμανε το τέλος της Μεγάλης Ιδέας και την είσοδο σε μια νέα εποχή. Και συνδέθηκε όχι ως απλός παρατηρητής των γεγονότων, αλλά με τις άμεσες τραυματικές του εμπειρίες και την ατομική του περιπέτεια: πρώτα, πρώτα ως αιχμάλωτος και σκλάβος στα εργατικά τάγματα της Ανατολής· ύστερα, ως πρόσφυγας που έζησε τον καημό της χαμένης πατρίδας· τέλος, ως νοσταλγός, προσπαθώντας ν’ αναστήσει με τη μνήμη το χαμένο καιρό και το χαμένο κόσμο του. […]

Ό,τι κυρίως προσδιορίζει τον Βενέζη είναι ο βιωματικός χαρακτήρας, ο υποκειμενισμός, το κλίμα της υποβολής κι ένας επώδυνος τόνος συναισθηματισμού και τρυφερότητας, […] που φτάνει κι ως τη γλυκερότητα. Η πεζογραφία του παραμένει κατά βάση βιωματική, κι η ιδιοτυπία του έγκειται στο ότι μέσα απ’ τον υποκειμενισμό του και το αυτοβιογραφικό στοιχείο παρουσιάζει γενικές και ομαδικές καταστάσεις, όποιες έζησε απ’ τα μικρά του χρόνια και σφράγισαν τη ζωή του, διαμορφώνοντας ταυτόχρονα και την προσωπική του στάση. […] Ύφος λιτό και μάλλον μικροπερίοδο, άλλοτε κοφτό, με απότομα σταματήματα τα ροής του λόγου και μονολεκτικές ή σχεδόν μονολεκτικές φράσεις, ώστε περισσότερο να υποβάλλει παρά να δηλώνει τα σημαινόμενα, αφήνοντας κάποιαν αοριστία και κάποια προέκταση σε όσα λέγονται και σε όσα δε λέγονται, για να εκφραστούν καλύτερα μέσα απ’ τη σιωπή.

Κώστας Στεργιόπουλος, «Ακμή και παρακμή του Ηλία Βενέζη». Περιδιαβάζοντας. Τόμος Γ΄. Από τη μεσοπολεμική στη μεταπολεμική πεζογραφία, Εκδόσεις «Κέδρος», Αθήνα 1994, 79-81.

 

 

[…] Η Αιολική Γη γράφεται μέσα στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής, σε μια περίοδο, δηλαδή, ανάπηρης ελευθερίας, ανυπέρβλητων δυσκολιών και ευτελισμού της ανθρώπινης ζωής. Η έως τότε […] συγγραφική πορεία του Βενέζη είχε επιβεβαιώσει την εικόνα ενός δημιουργού με απολύτως προσωπικό ύφος και με βασική θεματολογία την τραγικότερη εθνική περιπέτεια του εικοστού αιώνα, τη Μικρασιατική Καταστροφή, την οποία ο Βενέζης εβίωσε με οδυνηρότατο τρόπο ως αιχμάλωτος στα εργατικά τάγματα της Ανατολής, απ’ όπου ελάχιστοι είχαν την τύχη να επιζήσουν. Αν Το νούμερο 31328 αφηγείται τη φοβερή δοκιμασία στα εργατικά τάγματα και η Γαλήνη τις κάποτε ανυπέρβλητες δυσχέρειες των προσφύγων να ριζώσουν στη μητέρα πατρίδα, η Αιολική Γη ανασυνθέτει την ευτυχισμένη ζωή των Ελλήνων στη Μικρασία πριν από την Καταστροφή. Η γραφή του βιβλίου στα χρόνια της Κατοχής μπορεί, νομίζω, να ενταχθεί σ’ ένα νόμιμο και ευεξήγητο σχήμα ψυχολογικής αντίδρασης του συγγραφέα του, σύμφωνα με το οποίο οι συμφορές και η δυστυχία του παρόντος γίνονται περισσότερο υποφερτές και ανακουφίζονται όταν προσφεύγουμε στην ευδαιμονία του παρελθόντος. Από την άποψη αυτή, δεν πρέπει να εκληφθεί ως φυγή από την πραγματικότητα, αλλά ως παραμυθία του παρόντος. Όπως έχει γράψει σε επιστολή του ο Βενέζης, η συγγραφή του βιβλίου τον παρηγορούσε, «όταν λογάριαζα τη ζωή μου να τελειώνει». Θυμίζω ότι το 1943 ο Βενέζης είχε συλληφθεί από τους Γερμανούς, φυλακίστηκε και τελικώς διέφυγε το εκτελεστικό απόσπασμα χάρη στις συντονισμένες ενέργειες φίλων και ανθρώπων του πνευματικού κόσμου. Η έκδοση του βιβλίου λίγους μήνες αργότερα (Δεκέμβριος 1943) ήρθε σαν επισφράγιση της απελευθέρωσής του από τη νέα αυτή δοκιμασία από την οποία θα προκύψει το θεατρικό του έργο Μπλοκ C (1946). Με την Αιολική Γη κλείνει ένας ολόκληρος θεματολογικός και δημιουργικός κύκλος του Βενέζη. Ο ουσιαστικότερος και διαρκέστερος, όπως απεδείχθη εκ των υστέρων.

Δημήτρης Δασκαλόπουλος, «Ξαναδιαβάζοντας Ηλία Βενέζη». Ιχνογραφία. Κριτικά σχόλια, Εκδόσεις Γαβριηλίδης, Αθήνα 2007, 31-33.

 

Δείτε επίσης και:


Γενιά του 1930