Πρόσωπα και θέματα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας

▲▲ Κοραής Αδαμάντιος

Ο Αδαμάντιος Κοραής
[πηγή: Βικιπαίδεια].
 

 

Η ζωή του Αδαμάντιου Κοραή σκεπάζει έναν σχεδόν αιώνα: γεννημένος στα 1748, πέθανε το 1833· έτσι, από την άποψη την χρονολογική, θα μπορούσε να τοποθετηθεί και νωρίς πολύ και αργά πολύ μέσα στην πορεία της ελληνικής παιδείας. Με ένα κοίταγμα πιο προσεκτικό μάς υποχρεώνει να τον εξετάσουμε στο τέλος της Τουρκοκρατίας: Ο Κοραής ωριμάζει αργά. Η κανονική παραγωγή του αρχίζει στα πενήντα του χρόνια· αργά, λοιπόν, θα τάξουμε και την ακμή του. […]

Κ.Θ. Δημαράς, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Από τις πρώτες ρίζες ως την εποχή μας, Εκδόσεις «Γνώση», Αθήνα 2000 (9η έκδ.), 251.

 

 

[…] Όπως και άλλοι στοχαστές του διαφωτισμού, [ο Κοραής] ταύτιζε την προκατάληψη και τη «δεισιδαιμονία» με την αμάθεια και, οπλισμένος με τη δια του συνδυασμού γνώσεων και φρόνησης σοφία του, κατέβαλλε προσπάθειες για την καταπολέμηση της πνευματικής ανεπάρκειας των συμπατριωτών του. Δεν είχε καμία αμφιβολία ότι εάν τους έφερνε σε στενότερη επαφή με τις ηθικές αρχές των ένδοξων προγόνων εφοδιάζοντάς τους με εκδόσεις των κλασικών, που ο ίδιος ετοίμαζε με πάθος και φιλολογική ακρίβεια, τη μία μετά την άλλη, θα μπορούσε να νικήσει τον πιο ύπουλο εχθρό, την αμάθεια. Επιμελήθηκε δεκαεπτά τόμους αρχαίων συγγραφέων χάρη στην οικονομική συμπαράσταση των Ζωσιμάδων, αδελφών που είχαν εμπορικές επιχειρήσεις με έδρα το Λιβόρνο. Υπέβαλλε κάθε έργο σε προσεκτική αντιβολή των χειρογράφων του και το παρουσίαζε στους συμπατριώτες του με προλεγόμενα, σε μορφή επιστολής, όπου έδραττε την ευκαιρία για να θίγει κάθε φορά και ένα άλλο επίκαιρο και σημαντικό θέμα για τα ήθη και την παιδεία.

Η δράση αυτού του σοφού ανθρώπου, που είχε γεννηθεί στη Σμύρνη, ξεκίνησε στο Άμστερνταμ, όπου τον είχε στείλει η οικογένειά του για να φροντίζει τις εμπορικές επιχειρήσεις της. Από το Άμστερνταμ μεταφέρθηκε στο Μονπελιέ για να σπουδάσει Ιατρική, και έπειτα στο Παρίσι για να μελετήσει κάποια χειρόγραφα του Ιπποκράτη που σκόπευε να δημοσιεύσει· στο Παρίσι έφτασε ακριβώς τη στιγμή που θα γινόταν «μάρτυς φοβερών πραγμάτων», των γεγονότων της γαλλικής Επανάστασης. Τα γράμματα που ο Κοραής απευθύνει στους μακρινούς του φίλους περιγράφοντας λεπτομερώς τα πιο συγκλονιστικά επεισόδια εκφράζουν έκπληξη και ταραχή· είναι γραμμένα με αφηγηματική διάθεση και κάποτε παίρνουν τη μορφή δοκιμίου.

Mario Vitti, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Εκδόσεις Οδυσσέας, Αθήνα 2003, 189-190.

 

 

[…] Δεν είχε κλείσει, καλά-καλά, ένας χρόνος από την άφιξή του στο Άμστερνταμ και ο Κοραής «εκαταχέρισε να ψηλώνεται» κι άρχισε να βάζει «δικαίς του τάξαις κατά φαντασίαν». Οι παραδοσιακές ισορροπίες ανατρέπονται η μια μετά την άλλη και στη θέση τους προβάλλουν θριαμβευτικά οι νέες αξίες της γήινης ευδαιμονίας, της ελευθερίας της σκέψης, της ανεξιθρησκείας και της ατομικής ελευθερίας. Αντί για τους κλειστούς ορίζοντες, μια ακόρεστη περιέργεια για όλα· αντί για τα καλά γραμματικά και τα θρησκευτικά βιβλία, η δίψα για την κάθε μάθηση και για τις νέες γνώσεις· αντί για τις νηστείες και την εγκράτεια, ο έρωτας, τα γλέντια, τα ξενύχτια· αντί για την ανωνυμία της συλλογικής ζωής, η αυτόνομη παρουσία ενός επιθετικού ατομικισμού· κι αντί για το μαγαζί του εξαρτημένου μεταπράτη, η απόπειρα μετασχηματισμού του σε εκσυγχρονισμένη καπιταλιστική επιχείρηση. Όλα αλλάζουν κι όλα μαζί […]. Τα ανοίγματα αυτά συνοδεύονται με αντίστοιχες απομακρύνσεις, που μερικές φορές φτάνουν στα όρια της ρήξης με τις παλιές μορφές ζωής και τους ανθρώπινους φορείς τους.

[…]

Μέσα στο καινούριο περιβάλλον της μεγάλης πολιτείας όλα ερεθίζουν την περιέργεια του Διαμαντή Κοραή κι όλα λειτουργούν σαν πρόκληση για έναν άλλο, διαφορετικό, τρόπο ζωής. «Κάθε λογής πράγματα κουριόζα» προκαλούν το ενδιαφέρον του σε όλους τους τομείς: η όπερα, η μουσική, οι καθολικές και οι προτεστάντικες εκκλησίες, οι δυνατότητες της τυπογραφίας, τα εργαστήρια φυσικής ιστορίας, τα ολλανδικά κατηχητικά σχολεία, οι τρόποι διδασκαλίας… Όλα θέλει να τα δει από κοντά, να τα γνωρίσει. Οι περιορισμένοι ορίζοντες του σμυρνιού πραγματευτή διευρύνονται κι η φωτισμένη Ευρώπη τον μαγεύει και τον κερδίζει. […]

Φίλιππος Ηλιού, «Από την παράδοση στο Διαφωτισμό: η μαρτυρία ενός παραγιού». Σταμάτης Πέτρου, Γράμματα από το Άμστερνταμ, επιμ. Φίλιππος Ηλιού, Ερμής, Αθήνα 1976, κθ΄-λα΄.

 

 

Στις θεωρίες του μέσα θα βρούμε, φυσικά, όλα τα προβλήματα, όσα είχε θέσει ο νεοελληνικός διαφωτισμός. […] Ο Κοραής […] ασχολείται πολύ και με όλες τις λεπτομέρειες ενός άρτιου εκπαιδευτικού προγράμματος […]. Φροντίζει να μετεκπαιδευθούν αντίστοιχα νέοι Έλληνες στην Ευρώπη, για να μεταβιβάσουν την πρόοδο στην ελληνική εκπαίδευση. Δεν χρειάζεται να επιδιώκουμε την πρωτοτυπία: η Δύση εργάσθηκε, έχει φθάσει σε θετικά αποτελέσματα με την έρευνά της, και μοναδικός σκοπός μας πρέπει να είναι, να μετακενώσουμε στην Ελλάδα τα φώτα της Ευρώπης: χρειάζονται μεταφράσεις, περιοδικά, σχολεία. Υποδείξεις για τα έργα που πρέπει να μεταφρασθούν, έργα πάντοτε προοδευτικά και διαφωτισμένα, βρίσκουμε πολλές στην αλληλογραφία και στα Προλεγόμενα του Κοραή. Το θέμα των περιοδικών τον απασχόλησε στα δημοσιεύματά του, και σε δική του υπόδειξη οφείλεται η έκδοση του περιοδικού Ερμής ο Λόγιος.

Κ.Θ. Δημαράς, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Από τις πρώτες ρίζες ως την εποχή μας, Εκδόσεις «Γνώση», Αθήνα 2000 (9η έκδ.), 262.

 

Ο Κοραής κι ο Ρήγας σώζουν την Ελλάδα (έργο του Θεόφιλου Χατζημιχαήλ)
[πηγή: www.hellenica.de].
 

 

Μολονότι, στην αρχή, ο Κοραής είχε θεωρήσει πρόωρη την Ελληνική Επανάσταση, βαθμιαία ενεργοποιήθηκε πατριωτικά και ανέπτυξε μεγάλη φιλελληνική δράση στο Παρίσι, με μεταφράσεις και εκδόσεις «θουρίων», «σαλπισμάτων», «παραινέσεων» κτλ., με λόγους και με επιστολές σε σημαντικά πρόσωπα της διεθνούς πολιτικής. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του σκιάστηκαν από τη σφοδρή πολεμική του (με πολύ επιθετικά ανώνυμα φυλλάδια και σχόλια) κατά της αυταρχικής πολιτικής του Καποδίστρια. […]

Γιώργος Κεχαγιόγλου, «Αδαμάντιος Κοραής». Η παλαιότερη πεζογραφία μας. Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, τ. Β΄,2. 15ος αιώνας – 1830, Εκδόσεις Σοκόλη, Αθήνα 1999, 82.

 

 

[…] Έχουμε ως τον καιρό του Κοραή διαπιστώσει την ύπαρξη δύο γλωσσικών τάσεων, από τις οποίες καμμιά δεν έχει χαρακτήρα συντηρητικό: οι οπαδοί της λαϊκής γλώσσας ζητούσαν να φωτισθεί ο λαός, και για τούτο υποστήριζαν ότι έπρεπε οι λόγιοι να χρησιμοποιούν την γλώσσα του· οι οπαδοί του αρχαϊσμού πιστεύουν πως μέσα από την αρχαία γλώσσα θ’ αναστηθεί το δοξασμένο αρχαίο γένος. Υπάρχει δηλαδή κίνηση, και στις δυο περιπτώσεις, προς ένα σκοπό· ούτε συντήρηση, ούτε αντίδραση. Του Κοραή η θέση βρίσκεται πολύ πλησιέστερα στων οπαδών της λαϊκής γλώσσας, μα η κλασική του παιδεία δεν του επιτρέπει να φθάσει ως τις άκρες συνέπειες του διαμορφωμένου πια γλωσσικού κινήματος: η γλώσσα των λογίων πρέπει να είναι διορθωμένη και πλουτισμένη.

Κ.Θ. Δημαράς, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Από τις πρώτες ρίζες ως την εποχή μας, Εκδόσεις «Γνώση», Αθήνα 2000 (9η έκδ.), 264-265.

 

 

[…] Ήδη σε εποχή, όπου ο Κοραής θα μπορούσε να χαρακτηριστεί περισσότερο ως πεφωτισμένος Χριστιανός παρά ως διαφωτιστής, διατυπώνει πεποιθήσεις, από τις οποίες δεν θα απομακρυνθεί σ’ όλη του τη ζωή, όπως π.χ. ότι η αρετή είναι πράξη και όχι δόγμα, ή ότι ο ίδιος επιθυμεί να σταθεί σε ίση απόσταση «και από την σκύλλαν της απιστίας και από την χάρυβδιν της δεισιδαιμονίας». Είναι αξιοσημείωτο ότι στην ίδια εποχή ο Κοραής εκφράζεται επαινετικά για τον ηθικό χαρακτήρα και το συγγραφικό τάλαντο του Rousseau, πράγμα που καθαυτό δεν σημαίνει φυσικά την αποδοχή ρουσσωικών ιδεών στα καθέκαστα, ωστόσο μαρτυρεί αδιάψευστα την πρώιμη ευμενή προδιάθεση του Κοραή απέναντι στους κορυφαίους εκπροσώπους του Διαφωτισμού. Με αυτή την προδιάθεση φτάνει ο Κοραής, τον Μάιο του 1788, στο Παρίσι, και ακριβώς η συνειδητή προΰπαρξή της εξηγεί γιατί, όπως δείχνουν τα γράμματά του, εξαρχής εντυπωσιάζεται τόσο πολύ από την τοτινή ένταση των εκεί πολιτικοπνευματικών ζυμώσεων και νιώθει σαν να μπαίνει σ’ έναν καινούργιο κόσμο. […] Πέρα και πάνω από οποιαδήποτε βιβλιακή επίδραση, η γαλλική Επανάσταση —τόσο ως κοινωνικό όσο και ως ιδεολογικό γεγονός— είναι εκείνη που μεταβάλλει τον Κοραή από πεφωτισμένο Χριστιανό, με ευμενείς διαθέσεις απέναντι στον Διαφωτισμό, σε γνήσιο διαφωτιστή, για τον οποίο τώρα πια ο Χριστιανισμός μπορεί να δικαιωθεί μονάχα στη συμφωνία του με τον κυρίαρχο Λόγο. […]

Είναι εξαιρετικά ενδεικτικό, τώρα, ότι το πρώτο που σκέπτεται ο Κοραής, όταν αναφέρει το όνομα του Voltaire, είναι η αντίθεση του τελευταίου προς τους «καλογήρους» και προς ό,τι αυτοί εκπροσωπούν γενικά από ιδεολογική και κοινωνική άποψη. Πράγματι, η πρόοδος της συνειδητής προσχώρησης του Κοραή στον Διαφωτισμό κατά τη διάρκεια των πρώτων δύο ή τριών ετών της Επανάστασης μπορεί να παρακολουθηθεί με ακρίβεια, αν πάρουμε ως καθοδηγητήριο μίτο τις διαδοχικές αποφάνσεις του εναντίον των «καλογήρων». Ο Κοραής παρακολουθεί προσεκτικά τις συζητήσεις της Εθνοσυνέλευσης για τη διάθεση της εκκλησιαστικής περιουσίας, κι επειδή συνάμα γνωρίζει και τονίζει τη συνάφεια «καλογήρων» και «δεισιδαιμονίας», μπορούμε να συμπεράνουμε excontrario τι σημαίνει στα μάτια του ο Διαφωτισμός ως ιδεολογικός καταλύτης της Επανάστασης: είναι ο φορέας μιας απελευθέρωσης πνευματικής και συνάμα μιας μεταρρύθμισης κοινωνικής. Μ’ αυτόν τον παλλόμενο και ζωντανό τρόπο δένεται ο Κοραής με τον Διαφωτισμό. Τούτο επιβεβαιώνεται και από ένα ακόμα γεγονός, που φαίνεται θεμελιώδες για την πνευματική του εξέλιξη. Πρόκειται για τη σύνδεση του προβλήματος του Διαφωτισμού με το πρόβλημα της εθνικής αποκατάστασης των Ελλήνων — σύνδεση που, χαρακτηριστικότατα, μαρτυρείται στα γραπτά του Κοραή ήδη κάμποσα χρόνια πριν από το 1789. Ο Κοραής φοβάται ότι, όσο η Ελλάδα παραμένει ξένη προς τον Διαφωτισμό και δέσμια των «καλογήρων», οι φωτισμένοι Ευρωπαίοι δεν θα την υπολήπτονται και θα ακολουθούν φιλοτουρκική πολιτική, ενώ αντίθετα μια φωτισμένη Ελλάδα θα ενέπνεε και στους Ευρωπαίους στάση αντιτουρκική· μάλιστα ο Κοραής αντιμετωπίζει έντρομος το ενδεχόμενο, μήπως οι Τούρκοι, έχοντας εξαρχής το πλεονέκτημα να είναι απαλλαγμένοι από θεολόγους και καλογήρους, προλάβουν να υιοθετήσουν πρώτοι τον Διαφωτισμό, οπότε η ελληνική δουλεία θα διαιωνιστεί. […]

Παναγιώτης Κονδύλης, Ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός. Οι φιλοσοφικές ιδέες, Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 2008 (3η έκδ.), 203-205.

 

 

Το κοραϊκό «κείμενο» που έχει επικρατήσει να ονομάζεται «Ο Παπατρέχας» είναι, ίσως, το πρώτο «επιφυλλιδογραφικό» ή «σπαστό» αφήγημα της νεοελληνικής γραμματείας, δημοσιευμένο στην αγαπητή, τότε, επιστολική φόρμα, σε τέσσερα μέρη («επιστολές») και μέσα σε εννιά χρόνια (1811-1820).

Δεν πρόκειται για προσπάθεια δημιουργίας δημοσιογραφικού σασπένς, ούτε για αποτέλεσμα συγγραφικής δυστοκίας […]. Απλούστατα, το «αφήγημα» ακολουθεί τον ευνόητα αργό φιλολογικό ρυθμό της δημοσίευσης των «Προλεγομένων» στην έκδοση των τεσσάρων πρώτων ραψωδιών της Ιλιάδος, που επιχείρησε τούτος ο σημαντικός νεοέλληνας κλασικός φιλόλογος (και ιατροφιλόσοφος). […]

[…] βέβαια, κι ο Παπατρέχας —παρόλο που ζυμώνεται εσκεμμένα από έναν μάστορα των ιδεών, για να υπηρετήσει το διαφωτιστικό πρόγραμμά του στην κοινοτική εκπαίδευση και ζωή— είναι ένας τύπος γεμάτος αβυσσαλέες αντιφάσεις: παραδοσιακός και νεοτερικός, αφελής και πανέξυπνος, αμαθής και φιλομαθής, αγνός και σοφιστευμένος, αφιλοκερδής και οικονομολόγος, αυτοσχέδιος και συστηματικός, κ.ο.κ. […].

Κατά τα άλλα, το έργο μοιράζεται ανάμεσα σε μια δοκιμιακή πραγματεία για την ανάγκη της (κλασικής, και όχι μόνο) παιδείας και τη γενικότερη κοινωνική και εθνική σημασία της και σ’ ένα γραμματειακό είδος που καλλιεργήθηκε έντονα στους προεπαναστατικούς συγγραφείς, δηλαδή τη (διαλογική, συνήθως) σάτιρα του κλήρου· το ότι από τη σάτιρα αυτή απαλλάσσεται, τελικά, με τρόπο καλοσυνάτο, η «φωτισμένη» μερίδα στην οποία θα προσχωρήσει ο Παπατρέχας, αφενός δείχνει πόσο έτοιμος ήταν πια ο Κοραής να βάζει μεγάλα και αισιόδοξα στοιχήματα, και αφετέρου εξηγεί την ομαλή υποδοχή του έργου από τις μεγάλες μάζες.

Γιώργος Κεχαγιόγλου, «Αδαμάντιος Κοραής». Η παλαιότερη πεζογραφία μας. Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, τ. Β΄,2. 15ος αιώνας – 1830, Εκδόσεις Σοκόλη, Αθήνα 1999, 83-84 & 86.

 

 

Και πρώτα το όνομα του ήρωα. Όταν ο Flaubert επληροφορήθηκε, γράφοντας την Education Sentimentale, κάπως καθυστερημένα, πως το όνομα που είχε δώσει στον ήρωά του υπήρχε στην πόλη όπου τον τοποθετούσε, αρνήθηκε να το αλλάξει. «Είναι αργά» είπε «να ξαναγυρίσει κανείς πίσω. Ένα κύριο όνομα είναι εξαιρετικά σημαντικό σε ένα μυθιστόρημα, είναι ζήτημα κεφαλαιώδες. Δεν μπορείς να αλλάξεις το όνομα του προσώπου, γιατί είναι σαν να του αλλάζεις το δέρμα. Είναι σαν να θέλεις να λευκάνεις ένα νέγρο». Το λογοτεχνικό αισθητήριο του Κοραή τον οδήγησε με ασφάλεια στην αναζήτηση ενός ονόματος για τον ήρωά του, που να δένει αναντικατάστατα με την προσωπικότητά του και από την άποψη αυτή η επιτυχία ήταν απόλυτη. Από την πρώτη, λοιπόν, στιγμή που κυκλοφόρησε το Α της Ιλιάδας, ο Παπατρέχας αρχίζει κι αυτός την σταδιοδρομία του· μια τέτοια σταδιοδρομία που όσο προχωρούσε ο χρόνος και προέβαινε, έστω και με τον γνωστό βραδύ ρυθμό, το κείμενο, ο Παπατρέχας που είχε πάρει ήδη σάρκα και οστά από την πρώτη εμφάνισή του, απωθούσε στο βάθος της εικόνας το ίδιο το θέμα που ήταν ο Όμηρος.

Άλκης Αγγέλου, «Ο λογοτέχνης Κοραής». Αδαμάντιος Κοραής, Ο Παπατρέχας, επιμ. Άλκης Αγγέλου, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα 1999, 17.

 

Δείτε επίσης και:


Νεοελληνικός Διαφωτισμός, Ρήγας