Ε4.5. Ομηρική θρησκεία και κοινωνία
Ο ρόλος της θρησκείας στα έπη είναι σημαντικός. Στην Ιλιάδα οι θεοί συμμετέχουν στις μάχες και καθορίζουν τις τύχες των εμπολέμων, Αχαιών και Τρώων, λατρεύονται σε ναούς και έχουν ιερείς και ιέρειες που τους υπηρετούν. Στην Οδύσσεια οι θεοί εμπλέκονται, αρνητικά ή θετικά, στον νόστο του Οδυσσέα, ενώ «η βουλή του Δία» για την επιστροφή του είναι δεδομένη. Οι πληροφορίες από τα αρχαιολογικά ευρήματα σχετικά με το τί μπορεί να συνδεθεί με τη θρησκεία της ομηρικής εποχής είναι περισσότερο έμμεσες και λιγότερο άμεσες. Στις πρώτες συγκαταλέγονται εκτιμήσεις για αναγνώριση του ιερού χαρακτήρα χώρων και κτισμάτων ή η σύνδεση συγκεκριμένων αντικειμένων με τη θρησκευτική τελετουργία. Κλασικό παράδειγμα για τέτοιου είδους αντικείμενα αποτελεί η αναγνώριση κάποιων μυκηναϊκών πήλινων ειδωλίων ως θεών που επιφαίνονται ή ως λατρευτών και λατρευτριών (εικ. 5.39). Ο συνδυασμός χώρων και αντικειμένων ως «αποδεικτικών» στοιχείων θρησκευτικών τελετουργιών είναι, επίσης, σύνηθες φαινόμενο, όπως, για παράδειγμα, συμβαίνει στην περίπτωση του μυκηναϊκού «ιερού» στη Φυλακωπή της Μήλου και της «Κυρίας της Φυλακωπής» (εικ. 5.40).
Στις άμεσες πληροφορίες για τη μυκηναϊκή θρησκεία μπορεί να αποδοθούν οι αναφορές των μυκηναϊκών πινακίδων της Γραμμικής Β γραφής σε ορισμένους θεούς του ολυμπιακού δωδεκάθεου, οι οποίοι πρωταγωνιστούν και στα έπη, καθώς και σε ανθρώπους που είναι αφιερωμένοι σε αυτούς. Η εύρεση ναών, οι οποίοι χρονολογούνται στα γεωμετρικά χρόνια επιβεβαιώνει, επίσης, τις σχετικές επικές αναφορές. Οι μεταθανάτιες πίστεις, δοξασίες και αντιλήψεις αντικατοπτρίζονται, παράλληλα, στον τρόπο με τον οποίο κηδεύονται και θάβονται οι νεκροί από τους ζωντανούς.
Η ύπαρξη θεών του ολυμπιακού δωδεκάθεου στα έπη και στις πινακίδες επιβεβαιώνει, επίσης, την ύπαρξη μιας κοινής θρησκείας με τελετουργίες που ασκούνται από κοινού, από όλους τους πιστούς. Ανάλογα πιθανά παραδείγματα κοινής λατρείας φαίνεται, άλλωστε, πως αποτυπώνονται από τον 16ο αι. π.Χ. σε μινωικές τοιχογραφίες από την Κνωσό της Κρήτης (εικ. 5.41). Φαίνεται, πάντως, και σύμφωνα με τις πινακίδες της Γραμμικής Β γραφής πως η θρησκεία της μυκηναϊκής εποχής εντάσσεται στο ανακτορικό σύστημα και εξαρτάται άμεσα από αυτό, με αποτέλεσμα τα όρια ανάμεσα στην κοσμική και τη θρησκευτική εξουσία να μην είναι τόσο σαφή.
Η πινακίδα Tn 316 από το ανάκτορο της Πύλου θεωρείται ένα από τα καλύτερα ανάλογα παραδείγματα Η αμφίγραπτη, γραμμένη και στις δύο πλευρές δηλαδή, αυτή πινακίδα που χρονολογείται προς το τέλος της ζωής του ανακτόρου καταγράφει στην εμπρόσθια όψη τελετουργίες και προσφορές αντικειμένων και προσώπων, ίσως στο πλαίσιο κάποιας συγκεκριμένης γιορτής, προς θηλυκές, κυρίως, θεότητες με προεξάρχουσα την Πότνια η οποία σχετίζεται με το ιερό στη θέση (;) pa-ki-ja-na (Σφαγιάνα;). Στην πίσω όψη της πήλινης αυτής πινακίδας αναφέρονται παρόμοιες τελετουργίες που σχετίζονται με τα ιερά του Ποσειδώνα και του Δία. Η πινακίδα θεωρείται, ότι αντικατοπτρίζει μια ιεραρχία θεοτήτων με την Πότνια στην κορυφή, ενώ το γεγονός πως βρέθηκε στην αίθουσα των κεντρικών αρχείων του ανακτόρου της Πύλου υποδεικνύει τον έλεγχο που ασκεί αυτό και στα θρησκευτικά ζητήματα (Μαθιουδάκη 2004).
Η σχεδιαστική πρόταση αποκατάστασης της τοιχογραφίας (εικ. 5.42) από το «Δωμάτιο με την τοιχογραφία» του Θρησκευτικού Κέντρου των Μυκηνών είναι χαρακτηριστική της αντίληψης για την παρουσία και την πρωτοκαθεδρία των γυναικείων θεοτήτων στο μυκηναϊκό πάνθεον. Ανάμεσα στις τρεις γυναικείες φιγούρες δεσπόζει σε μέγεθος, ενδυμασία και στάση αυτή που κρατάει το ξίφος. Σε αυτήν αναφέρεται άμεσα η άλλη φιγούρα, ενώ μια τρίτη που κρατάει στάχυα κινείται προς έναν βωμό, όπως υποδηλώνουν τα ιερά κέρατα που βρίσκονται απέναντί της. Οι δύο αυτές γυναικείες φιγούρες θωρείται πως μπορεί να είναι είτε πιστές είτε μικρότερες θεότητες. Πιθανολογείται ότι όλη η σκηνή διαδραματίζεται μέσα σε ένα κτίριο (Wardle 1994: 236).
Η ερμηνεία, εξάλλου, τμημάτων των μυκηναϊκών ανακτόρων ως ιερών, όπως για παράδειγμα το παραπάνω «Θρησκευτικό Κέντρο» των Μυκηνών, οδηγεί εμμέσως στην ύπαρξη μιας θρησκείας που διαδραματίζει πρωτεύοντα ρόλο στη μυκηναϊκή κοινωνία (Dickinson 2003: 397-406). Με τον ίδιο έμμεσο τρόπο οι αρχαιολόγοι συσχετίζουν με τη θρησκεία διάφορες κατηγορίες ευρημάτων τόσο της Εποχής του Χαλκού, όσο και της Εποχής του Σιδήρου, από αγγεία με συγκεκριμένη διακόσμηση, μέχρι τοιχογραφικές παραστάσεις ή μικρά αγαλματίδια, τα ειδώλια. Με τον ίδιο τρόπο αναγνωρίζονται διάφορες τελετουργίες των ίδιων περιόδων από «διαβατήριες» τελετές εφήβων και νεανίδων προς την ενήλικη ζωή, μέχρι ιεροπραξίες σε υπαίθριους χώρους με την «επιφάνεια», κυρίως, θεαινών στα πλαίσια της θεϊκής εμφάνισης που συναντάται και στα έπη.
Η εμφάνιση των πρώτων αυτόνομων ιερών κατά τον 10ο-8ο αι. π.Χ., όπως αυτό του Δία στην Ολυμπία αλλά και το αντίστοιχο των Δελφών, αλλά και των Ηραίων, ιερών αφιερωμένων στην Ήρα, της Σάμου, του Άργους και της Περαχώρας στην Κορινθία δίνει τη δυνατότητα να ανιχνευθεί η παρουσία της τάξης των αριστοκρατών μέσα από τα αφιερώματά τους στον θεό, τα αναθήματά τους. Στα πανελλήνια αυτά ιερά φαίνεται πως οικοδομείται μια σχέση ανάμεσα στους αριστοκράτες και το θείο που αποδεικνύεται πολύ σημαντική για την επιβεβαίωση της θέσης των πρώτων στην κοινωνική ιεραρχία. Πραγματικά όπλα, αλλά και άλογα και βοοειδή σε μορφή μικρών ειδωλίων, δείγματα μιας στρατιωτικής αριστοκρατίας που εκτρέφει άλογα και κατέχει βόδια, κυριαρχούν ανάμεσα σε αυτά τα αναθήματα. Όπως επισημαίνεται και στα ομηρικά έπη, άλλωστε, τα άλογα απαιτούν δαπανηρή φροντίδα, ενώ η αξία των βοδιών φαίνεται από το γεγονός ότι συνιστούν βασική μονάδα μέτρησης του πλούτου και των οικονομικών ανταλλαγών Ακολουθεί σε σημασία ένα άλλο αντικείμενο που συνδέεται με τους ήρωες των επών, οι χάλκινοι τριποδικοί λέβητες, λέβητες με τρία πόδια δηλαδή, που είτε αποτελούσαν δώρα, αναθήματα προς τους θεούς, είτε βραβεία αγώνων.
Οι πρώτοι αψιδωτοί ναοί, του 8ου αι. π.Χ., κατασκευάζονται για να «κατοικήσουν» (ναός > ρ. ναίω = κατοικώ) εκεί οι θεοί ως ξόανα, ξύλινα αγάλματα δηλαδή, κυρίως. Τα θεμέλια παρόμοιων ναών έχουν εντοπιστεί στη Σάμο, στις Μυκήνες, στη Σπάρτη, στην Περαχώρα, στο Θέρμο της Αιτωλίας, στην Ελευσίνα, στην Ερέτρια της Εύβοιας. Στη Δρήρο της Κρήτης βρέθηκε βωμός μέσα στον ναό και τα χάλκινα σφυρήλατα αγάλματα του Απόλλωνα, της Αρτέμιδος και της μητέρας τους Λητούς. Όλα τα παραπάνω παραδείγματα προσφέρουν την εικόνα μιας θρησκείας που αρχίζει να αποκτά συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, τυπικό και τελετουργικό.
Είναι πολύ πιθανό, συνεπώς, η θρησκεία να παίζει πρωτεύοντα και ουσιαστικό ρόλο στην ομηρική κοινωνία και να επιδρά σημαντικά στον τρόπο με τον οποίο η κοινωνία μετασχηματίζεται κατά την πορεία της προς την πόλη-κράτος. Δεν υπάρχουν, όμως, αρχαιολογικές ενδείξεις για την ύπαρξη ενός ισχυρού ιερατείου που καθορίζει τις εξελίξεις και βρίσκεται ψηλά στην κοινωνική ιεραρχία. Φαίνεται πολύ πιθανότερο η θρησκεία να συνδέεται με την αρχηγική τάξη και να αποτελεί ένα ενισχυτικό μέσο για την αποδοχή του κύρους και της δύναμης των ομηρικών ηγετών, που τη χρησιμοποιούν για να καθαγιάσουν και να τοποθετήσουν σε ένα ανώτερο επίπεδο την ύπαρξή τους, συνδέοντάς την με προστάτες θεούς και θεές - όταν δεν θεωρούν τους εαυτούς τους «διογενείς», δηλαδή παιδιά θεών.