Εξώφυλλο

Εγκυκλοπαιδικός Οδηγός

Αρχαϊκή Επική Ποίηση

των Δ.Ν. Μαρωνίτη, Λ. Πόλκα, Κ. Τουλούμη

Δ2.3. Τα αρχαιολογικά δεδομένα και τα ομηρικά έπη

Αρκετοί ερευνητές προσπάθησαν να συσχετίσουν άμεσα κάποιες αναφορές του έπους σε αντικείμενα και συνήθειες με αρχαιολογικά ευρήματα και δημιούργησαν ανάλογους καταλόγους. Στους καταλόγους αυτούς συμπεριλαμβάνονται και αναφορές που ανάγονται και στη μυκηναϊκή και στην πρωτογεωμετρική και γεωμετρική περίοδο (Μαζαράκης-Αινιάν 2000: 199-222).

Στους καταλόγους αυτούς ξεχωρίζουν οι αναφορές ότι:

1. Οι ομηρικές περιγραφές των ανακτόρων όπου κατοικούν οι ομηρικοί βασιλιάδες και ηγεμόνες ταυτίζονται παραδοσιακά με τις αρχαιολογικές ανακαλύψεις στις περισσότερο και λιγότερο γνωστές μυκηναϊκές ακροπόλεις και τα ανάκτορα και τα μεγαροειδή κτίσματα που εντοπίστηκαν σε αυτές (Μυκήνες, Τίρυνθα Ασίνη και Μιδέα στην Αργολίδα, Πύλος στη Μεσσηνία Αθήνα, Ιωλκός στη Μαγνησία, Θήβα, Γλας και Ορχομενός στη Βοιωτία).

2. Ο χάλκινος οπλισμός των πρωταγωνιστών των επών ταιριάζει στην Εποχή του Χαλκού. Με αυτόν συσχετίζονται ευρήματα όπως η πανοπλία που βρέθηκε στα Δενδρά της Αργολίδας, οι περικνημίδες από τάφους Μυκηναίων πολεμιστών, οι ασπίδες (η πυργόσχημη του Αίαντα, και η ολόσωμη ποδήρης του Πάτροκλου, μπορεί να σχετίζονται με τις οκτώσχημες ασπίδες που απεικονίζονται συχνά στη μυκηναϊκή εικονογραφία, βλ. λ.χ. κεφ. Δ3.5.4, εικ. 4.63), οδοντόφρακτα κράνη (βλ. πάλι την περίπτωση των Δενδρών) και ξίφη με ασημένια διακόσμηση και αργυρά καρφιά. Οι εικονογραφικές παραστάσεις, όπως στον λεγόμενο «κρατήρα των πολεμιστών» (εικ. 4.12), είναι αρκετά διαφωτιστικές προς αυτήν την κατεύθυνση.

3. Το περίφημο «περικαλλές δέπας» του Νέστορα (Ιλιάδα, Λ 632-635) μπορεί να συσχετιστεί με το χρυσό κύπελλο από τον τάφο IV του ταφικού κύκλου Α των Μυκηνών (εικ. 4.13). Παρότι, όμως, η ομηρική περιγραφή ταιριάζει, κυρίως ως προς τα πουλιά που επιστέφουν τις λαβές, το ποτήρι του Νέστορα έχει τέσσερις λαβές.

4. Τα σκήπτρα που κρατούν στον Όμηρο οι βασιλείς (εικ. 4.14) συνδέονται συχνά με ανάλογα ευρήματα του 11ου αι. π.Χ. από την Κύπρο (εικ. 4.15), αλλά και με τους αναφερόμενους στις πινακίδες της Γραμμικής Β «βασιλεῖς-χαλκεῖς» που υποτέθηκε ότι είχαν υπό τον έλεγχό τους τη διανομή του χαλκού κατά τους μυκηναϊκούς χρόνους.

Εκτός από τα παραπάνω, όμως, υπάρχουν ουσιαστικά στοιχεία στα ομηρικά έπη που δεν συμβαδίζουν καθόλου με τα δεδομένα των μυκηναϊκών χρόνων όπως αυτά προκύπτουν από τις αρχαιολογικές μελέτες. Τα ταφικά έθιμα αποτελούν το πιο πολυσυζητημένο παράδειγμα. Δυο κορυφαίοι Έλληνες αρχαιολόγοι ο Γ. Μυλωνάς και ο Μ. Ανδρόνικος διαφωνούσαν στις δεκαετίες του 1950 και του 1960 και κατέθεταν τα επιστημονικά τους επιχειρήματα υποστηρίζοντας την ταύτιση ομηρικών και μυκηναϊκών ταφικών εθίμων ο πρώτος, και εκφράζοντας, στο πνεύμα της εποχής, τη σχέση τους με τη γεωμετρική περίοδο ο δεύτερος (βλ. Μυλωνάς 1954, Ανδρόνικος 1962). Είναι πάντως γεγονός ότι ο Όμηρος δεν γνωρίζει τους περίφημους θολωτούς τάφους της μυκηναϊκής περιόδου. Οι νεκροί, επίσης, πάντα αποτεφρώνονται, ενώ στα μυκηναϊκά χρόνια κυρίως ενταφιάζονται. Η γραφειοκρατική, κοινωνικοοικονομική οργάνωση των μυκηναϊκών ανακτόρων, όπως αποκαλύπτεται από την αποκρυπτογραφημένη Γραμμική Β γραφή, δεν περιγράφεται, επίσης, στα ομηρικά έπη, ενώ οι κατοικίες των ομηρικών ηρώων-βασιλιάδων δεν έχουν καμία σχέση με το εκλεπτυσμένο, πλούσια διακοσμημένο και τοιχογραφημένο μυκηναϊκό ανάκτορο (Powell 2004: 36).

Με τους πρώιμους ιστορικούς χρόνους (Σκοτεινοί Αιώνες, Πρωτογεωμετρική και Γεωμετρική Εποχή) συσχετίζονται συνήθως δύο τομείς, για τους οποίους μας δίνει πληροφορίες η αρχαιολογική έρευνα. Η εξέλιξη της μεταλλοτεχνίας με τη χρήση του σιδήρου και τα ταφικά έθιμα στα οποία περιλαμβάνεται η καύση των νεκρών θεωρούνται και τα δύο χαρακτηριστικά της Εποχής του Σιδήρου και των Γεωμετρικών Χρόνων. Τελευταία τονίζεται, επιπρόσθετα, ότι με τις ίδιες περιόδους σχετίζονται, επίσης, τόσο οι ομηρικές περιγραφές των δημόσιων αρχιτεκτονημάτων (π.χ. οι κατοικίες των βασιλιάδων), όσο και το πάνθεον, αφού κάποια ονόματα θεών που εντοπίζονται στον Όμηρο δεν υπάρχουν καθόλου στις μυκηναϊκές πινακίδες της Γραμμικής Β γραφής. Η περιγραφή, τέλος, της δημιουργίας της ιδεατής αποικίας στο νησί της Σχερίας από τον Ναυσίθοο, ιδρυτή της πόλης των Φαιάκων (Οδύσσεια, ζ 3-10), θεωρείται ότι δεν μπορεί να αναφέρεται σε τίποτε άλλο, παρά σε εμπειρίες από τον β΄ ελληνικό αποικισμό του 8ου αι. π.Χ. (βλ. Manning 1992: 122).

Θα πρέπει να σημειωθεί εξαρχής, πάντως, ότι κάποιες παλαιότερες αντιλήψεις που απέδιδαν ένα πολιτισμικό στοιχείο σε μία, αποκλειστικά, εποχή είναι σήμερα αρχαιολογικά ξεπερασμένες. Σίδηρος υπάρχει, για παράδειγμα, και πιο πριν από την Εποχή του Σιδήρου. Περίπου 20 αντικείμενα, και μάλιστα τοπικής προέλευσης και όχι εισαγμένα, χρονολογούνται στα μυκηναϊκά χρόνια. Παρατηρούνται, επίσης, περιπτώσεις καύσης νεκρών σε μυκηναϊκούς τάφους. Τα ταφικά έθιμα, άλλωστε, γνωρίζουν αρκετές επαναλήψεις κατά την αρχαιότητα και είναι αρκετά παρακινδυνευμένο να θεωρούνται σήμα κατατεθέν κάποιας εποχής, αποκομμένα από τα γενικότερα ιστορικά και πολιτισμικά συμφραζόμενά τους.

Η επισκόπηση των δεδομένων προσφέρει, τελικά, την παρακάτω εικόνα όσον αφορά τη σχέση των αρχαιολογικών δεδομένων με τα ομηρικά έπη:

1. Η αποτέφρωση των νεκρών είναι το κυρίαρχο έθιμο ταφής στα ομηρικά έπη· βλ. λ.χ. την πυρά και την ταφή του Έκτορα ή του Πατρόκλου (εικ. 4.16). Η καύση, τα τυλιγμένα σε ύφασμα οστά, το μεταλλικό τεφροδόχο αγγείο, η θυσία αλόγων και σκύλων, ο τύμβος που σκεπάζει τον τάφο και το σήμα που δηλώνει την παρουσία του πιστοποιούνται από τα αρχαιολογικά ευρήματα των πρώιμων ιστορικών χρόνων, όπως, για παράδειγμα, στο Λευκαντί ή και μεταγενέστερα στην Αθηναϊκή Αγορά του 9ου-8ου αι. π.Χ. (εικ. 4.17). Η πρόθεση και η εκφορά είναι, επίσης, έθιμα που σχετίζονται με τον θρήνο για τον νεκρό και απεικονίζονται σε αγγεία της Γεωμετρικής Εποχής, που έμπαιναν ως σήματα στους τάφους των νεκρών στο αθηναϊκό νεκροταφείο του Κεραμικού (εικ. 4.18). Οι καύσεις νεκρών συναντώνται σπάνια (μετρημένα στα δάχτυλα του ενός χεριού τα σχετικά ευρήματα) στα μυκηναϊκά χρόνια, ενώ κυριαρχούν στα γεωμετρικά χρόνια.

2. Αρκετά από τα στοιχεία του πολέμου μπορεί να συνδυαστούν με ευρήματα των πρώιμων ιστορικών χρόνων: α) ο οπλισμός των πολεμιστών και των ηρώων των ομηρικών επών, με κλασικό παράδειγμα αναθηματικές ασπίδες από το Ιδαίο Άντρο της Κρήτης, συγκρίνεται με την ασπίδα του Αχιλλέα, β) το τέθριππο άρμα που δεν συναντάται στα μυκηναϊκά χρόνια, οπότε και τα άρματα οδηγούν δυο άλογα, αναφέρεται στα έπη, γ) με βάση ένα χωρίο της Ιλιάδας (Ν 130-133) θεωρείται ότι η οπλιτική φάλαγγα, τρόπος πολεμικής διάταξης των ιστορικών χρόνων είναι, επίσης, γνωστή στα ομηρικά έπη.

3. Οι μεταλλικοί τριποδικοί λέβητες, αγαπημένο δώρο ανάμεσα στους ήρωες των ομηρικών επών μπορεί να βρουν το παράλληλό τους στους χάλκινους ανάλογους λέβητες που αφιερώνονταν ή αποτελούσαν αναθήματα αθλητών στα πανελλήνια ιερά των πρώιμων ιστορικών χρόνων, από τον 8ο αι. π.Χ. και μετά (βλ. εικ. 4.19).

4. Οι μεταλλικές μακριές περόνες και οι πόρπες, τα χαρακτηριστικά εξαρτήματα των γυναικείων ενδυμάτων, γνωρίζουν μεγάλη διάδοση κατά τον 11ο αι. π.Χ. και μετά όπως αποκαλύπτουν τα ευρήματα των τάφων.