Το Copyright επί των απεικονιζόμενων αρχαίων ανήκει στο Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού - Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων (Copyright Hellenic Ministry of Culture and Sports). Το Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας ευχαριστεί το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού για την άδεια ανάρτησης του φωτογραφικού υλικού στο διαδίκτυο (απόφαση με αρ. πρωτ. ΥΠ.ΠΟ.Α./ΓΔΑΠΚ/ΔΜΕΕΠ/ΤΜΔΜ/Φ52α/177305/105219/6717/1808, 9.7.2014).
Λήμματα
Προθήκη 1 - Μένδη
ΑΑ 1
Ανατολίζων κρατήρας (Εικ. 8.1, 8.2)
Χρονολόγηση: Υπογεωμετρική περίοδος (7ος αι. π.Χ).
Προέλευση: Μένδη, «Προάστειο»
Αριθμός ευρετηρίου: ΜΘ 12730
Διαστάσεις: ύψος 0,40 μ., διάμετρος κοιλιάς: 0,30 μ.
Καστανός πηλός. Τροχήλατο αγγείο με σφαιρικό σώμα, ευρύστομο χείλος, οριζόντιες λαβές κυκλικής διατομής τοποθετημένες λοξά στο σώμα και χαμηλή δακτυλιόσχημη βάση. Σώζεται σχεδόν ολόκληρο, συγκολλημένο και με αρκετές συμπληρώσεις. Φέρει αραιό επίχρισμα και γραπτή καστανέρυθρη διακόσμηση. Μια οριζόντια πλατιά ταινία περιτρέχει το χείλος, δύο ανάλογες ταινίες το μεσαίο τμήμα του σώματος και μια πλατύτερη χαμηλά, στην περιοχή της βάσης. Τη ζώνη του ώμου κοσμούν τρεις συστάδες κάθετων κυματιστών γραμμιδιών, οι οποίες δημιουργούν ζεύγος μετοπών διακοσμημένων με ανάλογα κυματιστά γραμμίδια μικρότερου ύψους. Την παράσταση πλαισιώνουν τρεις στενότερες οριζόντιες ταινίες.
Ανατολίζων κρατήρας, ο οποίος αποτελεί εγχώρια ή ερετριακή παραγωγή. Η γραμμική διακόσμηση με το σύστημα των μετοπών καθώς και η πυκνότητα των ταινιών που περιβάλλουν το κάτω μέρος του αγγείου, παραπέμπουν σε κυκλαδικές και κορινθιακές επιδράσεις, φαινόμενο που παρατηρείται σε διάφορα σημεία της Μεσογείου ήδη από τις αρχές του 7ου.
Βιβλιογραφία:
I. Βοκοτοπούλου, «Ανασκαφή Μένδης 1988», ΑΕΜΘ 2, 1988, 331, εικ. 1.
ΑΑ 2
Πιθαμφορέας με εγχάρακτη διακόσμηση (Εικ. 9)
Χρονολόγηση: Τέλος 8ου αι. ή αρχές του 7ου αι. π.Χ.
Προέλευση: Μένδη, νεκροταφείο, τάφος 163
Αριθμός ευρετηρίου: ΜΘ 12721
Διαστάσεις: ύψος 0,57 μ., μέγ. διάμετρος σώμ. 0,42 μ., διάμετρος βάσης 0,132 μ., διάμετρος χείλους 0,28 μ.
Πηλός καστανοκόκκινος σχετικά χονδρόκοκκος, με προσμίξεις και μίκα. Τροχήλατο αγγείο, με σφαιρικό σώμα, ψηλό κυλινδρικό λαιμό ενιαίο με το σώμα και ευρύ εξέχον επίπεδο χείλος. Το αγγείο είναι συγκολλημένο από αρκετά κομμάτια, λείπουν μικρά τμήματα από το σώμα και μέρος της βάσης. Φέρει δύο οριζόντιες λαβές σχεδόν τετράπλευρης διατομής κάθετες στον ώμο και ένα ιδιαίτερα ψηλό κωνικό πόδι με τέσσερα μεγάλα ορθογώνια ανοίγματα. Η εγχάρακτη διακόσμηση του αγγείου αποτελείται από τρεις σβάστικες στον λαιμό, από τις οποίες η μία είναι στο κέντρο της κύριας όψης και οι άλλες δύο στην περιοχή των λαβών, και οι οποίες αποδίδονται με τετραπλή χάραξη. Ακολουθεί στη ζώνη του ώμου και στο ύψος της ρίζας των λαβών εγχάρακτο συνεχές ζιγκ-ζαγκ κόσμημα το οποίο πλαισιώνεται από τετραπλή εγχάρακτη γραμμή. Ανάμεσα στις λαβές συνεχίζεται μόνο η πάνω ταινία του ώμου και μικρότερα ζιγκ-ζαγκ κοσμήματα. Το αγγείο είναι πιθανά προϊόν τοπικού εργαστηρίου και χρησιμοποιήθηκε για την ταφή βρέφους. Αμφορείς με ψηλό διάτρητο πόδι, οι οποίοι θεωρούνται εξέλιξη των ανάλογων γεωμετρικών κρατήρων, είναι γνωστοί από την Εύβοια, τη Βοιωτία και τις Κυκλάδες, ενώ από τις ίδιες περιοχές, αλλά και την Αττική, προέρχονται ανάλογα πιθοειδή αγγεία, χειροποίητα ή τροχήλατα, με εγχάρακτη διακόσμηση. Ιδιαίτερη σχέση ωστόσο τόσο στο σχήμα όσο και στη σύνθεση της διακόσμησης και τα επιμέρους μοτίβα παρατηρείται με μια κατηγορία ταφικών αγγείων από την Ερέτρια, τα οποία είχαν αρχικά θεωρηθεί Βοιωτικής προέλευσης.
Βιβλιογραφία:
Κ. Κουρουνιώτης, «Αγγεία Ερετρίας», ΑΕ 1903, 26-28, εικ. 10-14,
J. Boardman, «Pottery from Eretria», BSA XLVII, 1952, 13-20, fig. 16d-h.
P. Ducrey - I. Mertzer - K. Reber, «Eretria VIII-Le Quartier de la Maison aux mosaiques», 100-102, Abb. 122-123,
Π.Γ. Θέμελης, «Ανασκαφή στην Ερέτρια», ΠΑΕ 1976, 75, πίν. 38 α.
ΑΑ 3
Πιθαμφορέας με γραπτή διακόσμηση (Εικ. 10.1, 10.2)
Χρονολόγηση: Ύστερη γεωμετρική περίοδος.
Προέλευση: Μένδη, νεκροταφείο, τάφος 130.
Αριθμός ευρετηρίου: ΜΘ 12724
Διαστάσεις: ύψος 0,69 μ., μέγ. διάμετρος σώμ. 0,50 μ., διάμετρος βάσης 0,14 μ., διάμετρος χείλους 0,34 μ.
Τροχήλατο αγγείο, με ωοειδές σώμα και ψηλό κυλινδρικό λαιμό που ανοίγει προς τα πάνω και απολήγει σε ευρύ εξέχον επίπεδο χείλος. Πηλός καστανός με προσμίξεις και μίκα, υπόλευκο επίχρισμα. Το αγγείο είναι συγκολλημένο από αρκετά κομμάτια, συμπληρωμένο μεγάλο τμήμα του σώματος ιδιαίτερα στην πίσω όψη. Οι λαβές είναι οριζόντιες, κυκλικής διατομής, τοποθετημένες κάθετα στον ώμο του αγγείου, και η βάση χαμηλή κωνική. Το αγγείο φέρει πλούσια καστανέρυθρη διακόσμηση. Την εξωτερική και την εσωτερική πλευρά του χείλους περιτρέχει μια πλατιά ταινία, ενώ την επίπεδη πάνω επιφάνεια κοσμούν συνεχείς λοξές εγκάρσιες γραμμές. Το άνω τμήμα του λαιμού ορίζουν τρεις οριζόντιες λεπτές ταινίες, ανάμεσα στις οποίες παρεμβάλλεται συνεχής κυματιστή γραμμή, και το κατώτερο, προς την περιοχή του ώμου, δύο παχύτερες ταινίες οι οποίες πλαισιώνουν σειρά συνεχών ΣΣ. Στη βάση του λαιμού υπάρχει απλοποιημένος σπειρομαίανδρος. Η κύρια διακοσμητική όψη του ώμου οριοθετείται από δύο ζεύγη οριζόντιων ταινιών, ενώ στην περιοχή των λαβών το πλαίσιο συμπληρώνεται από ζεύγος κάθετων ευθύγραμμων γραμμών ανάμεσα στις οποίες παρεμβάλλεται μια ανάλογη κυματοειδής. Στη «μετόπη» του ώμου εικονίζονται δύο υδρόβια πτηνά, μπροστά από τα οποία υπάρχει από ένα σχηματοποιημένο φυτό. Την παράσταση συμπληρώνουν τρεις σβάστικες στο δεξί μέρος, γύρω από τον κύκνο, και τρία κρεμάμενα λογχοειδή φύλλα, περίπου στο κέντρο. Ανάλογη διακόσμηση υπήρχε και στην πίσω όψη του αγγείου, η οποία διατηρείται αποσπασματικά. Στην περιοχή των λαβών υπάρχουν παραπληρωματικά γεωμετρικά και φυτικά κοσμήματα, ενώ στην ελεύθερη επιφάνεια ανάμεσά τους ένα αμφικωνικό μοτίβο περικλείει ένα σχηματοποιημένο φυτικό. Σειρά κάθετων γραμμιδίων κοσμεί την πάνω επιφάνεια των λαβών και μια ταινία περιτρέχει τη ρίζα, η οποία συνεχίζει ευθύγραμμα απολήγοντας στη ζώνη της κοιλιάς. Η ζώνη αυτή ορίζεται από σειρά πλάγιων σιγμοειδών μοτίβων, η οποία διακόπτεται από παράσταση λαγού που καταδιώκεται από κυνηγόσκυλο, ενώ χαμηλότερα ζεύγος ευθύγραμμων ταινιών περικλείουν έναν απλοποιημένο σπειρομαίανδρο. Η βάση καλύπτεται ολόκληρη από χρώμα. Τα παραπληρωματικά μοτίβα και οι κύκνοι αποδίδονται με την τεχνική της σκιαγραφίας και με ελεύθερο χέρι, ενώ στην παράσταση του κυνηγόσκυλου και του λαγού ο αγγειογράφος πειραματίστηκε και με την τεχνική του περιγράμματος. Το αγγείο, το οποίο χρησιμοποιήθηκε για ταφή, αποτελεί ένα από τα ωραιότερα παραδείγματα της λεγόμενης εγχώριας «γραπτής χαλκιδικής κεραμικής». Η παρουσία ζωφόρου με πτηνά στην περιοχή του ώμου, είναι σχετικά συχνό θέμα στη συγκεκριμένη παραγωγή, η οποία ωστόσο χαρακτηρίζεται κυρίως από τον πλούτο των γεωμετρικών και φυτικών κοσμημάτων της, ωστόσο μοναδική μέχρι σήμερα είναι η παράσταση κυνηγιού στη ζώνη της κοιλιάς. Αργότερα, τον 6ο και 5ο αι. π.Χ. οι εικονιστικές παραστάσεις ωστόσο εμπλουτίζονται με μορφές από τον κόσμο της Ανατολής ή και με ανθρώπινες απεικονίσεις. Την πρωιμότερη εικονιστική παράσταση της Χαλκιδικής αποτελεί ένα πτηνό σε κρατήρα της πρωτογεωμετρικής περιόδου από το νεκροταφείο της Τορώνης, το οποίο θεωρείται μεμονωμένο παράδειγμα τοπικού εργαστηρίου.
Βιβλιογραφία:
Σ. Μοσχονησιώτη, «Εγχώρια διακοσμημένη κεραμική από το νεκροταφείο της αρχαίας Μένδης», στο N.X. Σταμπολίδης - A. Γιαννικουρή (επιμ.), Το Αιγαίο στην Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου, Πρακτικά διεθνούς συμποσίου, Ρόδος 2002, Αθήνα 2004, 286, εικ. 15.
J. K. Papadopoulos, «Protogeometric Birds from Torone» ΕΥΜΟΥΣΙΑ, Ceramic and Iconographic Studies in Honour of Alexander Cambitoglou, M.A Suppl. 1, Sydney 1990, 13-24.
ΑΑ 4
Κορινθιακός απιόσχημος αρύβαλλος (Εικ. 11.1, 11.2)
Χρονολόγηση: Ύστερη πρωτοκορινθιακή ή πρώιμη κορινθιακή περίοδος (τέλος 7ου αι. π.Χ.).
Προέλευση: Μένδη, νεκροταφείο, τάφος 212.
Αριθμός ευρετηρίου: ΜΘ 16995
Διαστάσεις: ύψος 0,09 μ., διάμετρος χείλους 0,034 μ., διάμετρος βάσης 0,015 μ.
Τροχήλατο αγγείο. Πηλός ωχροκάστανος, καθαρός. Το αγγείο είναι συντηρημένο. Μεγάλο τμήμα του χείλους έχει αποκοπεί, ενώ λείπουν και τμήματα από το σώμα. Αρκετά απολεπισμένο στην επιφάνειά του. Στη στεφάνη του χείλους γύρω από το στόμιο φέρει διακόσμηση με γλωσσωτό κόσμημα, ενώ ανάλογο μοτίβο κοσμεί και την περιοχή του ώμου. Το σώμα φέρει φολιδωτή διακόσμηση και το κατώτερο τμήμα γλωσσωτή.
Βιβλιογραφία:
I. Βοκοτοπούλου - Σ. Μοσχονησιώτη, «Το παράλιο νεκροταφείο της Μένδης», ΑΕΜΘ 4, 1990, 422, εικ. 12.
C.W. Neeft, Protocorinthian Subgeometric Aryballoi, Allard Pierson Series 7, 1987, 283, εικ. 165.
F.G. Lo Porto, «Le importazioni della Grecia dell'est in Puglia», στο Les Céramiques de la Grèce de l'Est et leur diffusion en Occident, Colloques Internationaux du CNRS, Centre Jean Bèrard Institut Français de Naples, 6-9 juillet 1976, Paris 1978, πιν. LXIII, εικ. 4.1.
ΑΑ 5
Μόνωτο κύπελλο (Εικ. 12)
Χρονολόγηση: 7ος αι. π.Χ.
Προέλευση: Μένδη, νεκροταφείο, τάφος 93.
Αριθμός ευρετηρίου: ΜΘ 16974
Διαστάσεις: ύψος 0,048 μ., διάμετρος χείλους 0,066 μ., διάμετρος βάσης 0,039 μ.
Τροχήλατο αγγείο. Πηλός πορτοκαλοκάστανος με προσμίξεις και μίκα. Το αγγείο είναι συντηρημένο. Τμήμα του χείλους έχει αποκρουστεί. Αρκετά απολεπισμένο και φθαρμένο. Διακοσμείται με συστάδες από πολλαπλές κάθετες μελανές γραμμές, ενώ η εξωτερική επιφάνεια της λαβής φέρει μικρές οριζόντιες γραμμές. Η γραμμική διακόσμηση παρουσιάζει ομοιότητες με ανάλογα αγγεία της πρωτογεωμετρικής και υποπρωτογεωμετρικής περιόδου από την Ερέτρια.
Βιβλιογραφία:
I. Βοκοτοπούλου - Σ. Μοσχονησιώτη, «Το παράλιο νεκροταφείο της Μένδης», ΑΕΜΘ 4, 1990, 421, εικ. 13.
Α. Andriomenou, «Vases protogéométriques et sub-protogéométriques I-II de l'atelier de Chalcis», BCH 110, 1986, 101, fig. 28-29.
Blandin, «Les tombes à inhumation de l'Hérôon d' Erétrie», EUBOICA 1998, 143, fig. 4a-b.
ΑΑ 6
Οινοχόη θήλαστρο (Εικ. 13)
Χρονολόγηση: τέλος 7ου αι. π.Χ.
Προέλευση: Μένδη, νεκροταφείο, τάφος 228
Αριθμός ευρετηρίου: ΜΘ 16999
Διαστάσεις: ύψος 0,085 μ., διάμετρος χείλους: 0,038 μ., διάμετρος βάσης: 0,04 μ.
Τροχήλατο αγγείο, με κάθετη, υπερυψωμένη του χείλους, λαβή και επίπεδη βάση. Πηλός πορτοκαλοκάστανος με μίκα. Το αγγείο είναι συντηρημένο. Σώζεται σχεδόν ακέραιο, με ελάχιστες φθορές. Τη λαβή διακοσμεί κάθετη μελανή ταινία. Μελανές ταινίες υπάρχουν ακόμη στο χείλος, χαμηλότερα από αυτό, καθώς και στο κάτω, πλατύτερο, μέρος του σώματος. Στο σώμα και στο ύψος της προχοής φέρει οριζόντια κυματοειδή γραμμή. Αγγεία, σε διάφορα σχήματα, που διακοσμούνται με κυματοειδείς γραμμές πάνω στο χρώμα του πηλού, είναι γνωστά στον βορειοελλαδικό χώρο στη διάρκεια της Πρώιμης Εποχής Σιδήρου, ενώ λόγω της εξαιρετικά αργής εξέλιξης της εγχώριας κεραμικής το συγκεκριμένο μοτίβο επιβιώνει ακόμη και στους αρχαϊκούς χρόνους.
Βιβλιογραφία:
I. Βοκοτοπούλου - Σ. Μοσχονησιώτη, «Το παράλιο νεκροταφείο της Μένδης», ΑΕΜΘ 4, 422, εικ. 14.
Μ. Τιβέριος, «Εγχώρια κεραμική του 6ου και 5ου αι. π.Χ. από τη Σίνδο», ΑΕΜΘ 2, 1988, 304, εικ. 4.
Προθήκη 2 - Ποσείδι
ΑΑ 7
Κάνθαρος ερετριακού τύπου (Εικ. 14)
Χρονολόγηση: Υπογεωμετρική περίοδος (7ος αι. π.Χ.)
Προέλευση: Μένδη, ιερό στο Ποσείδι
Αριθμός ευρετηρίου: ΑΜΘ 101
Διαστάσεις: (σωζ.) 0,210 x 0,195 μ.
Το αγγείο έχει σφαιρικό σώμα, σχετικά ψηλό κυλινδρικό λαιμό που ανοίγει προς τα έξω στην περιοχή του χείλους και ταινιωτή λαβή. Κιτρινωπός πηλός, αραιό επίχρισμα όμοιου χρώματος, καστανόμαυρη διακόσμηση. Το αγγείο είναι συγκολλημένο από αρκετά κομμάτια. Τη ζώνη του χείλους κοσμούν συνεχείς ομόκεντροι κύκλοι σε δύο σειρές, οι οποίες πλαισιώνονται από λεπτή ταινία. Στον ώμο κάθετες ευθύγραμμες ταινίες σε συστάδες σχηματίζουν στενές μετόπες, οι οποίες διακοσμούνται με πτηνά με κλειστά φτερά, αποδοσμένα με σκιαγραφία και χάραξη στις λεπτομέρειες. Πολλαπλές οριζόντιες ταινίες καλύπτουν το κάτω μέρος του σώματος, ενώ στη ράχη της λαβής επαναλαμβάνεται το μοτίβο των ομόκεντρων κύκλων. Οι ομόκεντροι κύκλοι στο χείλος των αγγείων αποτελούν πολύ χαρακτηριστικό ευβοϊκό πρότυπο, το οποίο συναντάται συνήθως σε σκύφους, αλλά και σε κοτύλες και κύπελλα και θεωρείται ότι αντλεί την έμπνευσή του από την Κύπρο. Αρκετά παραδείγματα των αγγείων αυτών έχουν βρεθεί στο Λευκαντί, αλλά και στην Ερέτρια και τη Χαλκίδα, ενώ παρουσιάζουν ευρύτατη διάδοση στις περιοχές ευβοϊκού ενδιαφέροντος (στην ΑΙ Mina, τη Δήλο, τη Νάξο, την Κνωσσό, τη Σάμο, τη Νάξο της Σικελίας, κ.α.). Τα πτηνά που συναντώνται στα αντίστοιχα ευβοϊκά παραδείγματα έχουν συνήθως ανοικτά φτερά, ενώ το σώμα αποδίδεται κατά κανόνα με περίγραμμα και διαγράμμιση.
Βιβλιογραφία:
Βοκοτοπούλου, «Ποσείδι 1993», ΑΕΜΘ 7, 1993, 401, εικ. 2.
J. Boardman - M. Price, «The late geometric pottery», στο M.R. Popham - L.H.Sackett, Lefkandi I, The Iron Age Settlement, London 1980, 62-67, πιν. 36.2, 38.23, και 47, 129-130.
ΑΑ 8
Κύπελλο (Εικ. 15)
Χρονολόγηση: Υπομυκηναϊκή περίοδος (Υστεροελλαδική ΙΙΙ Γ) Λευκαντί III C1b Προέλευση: Μένδη, ιερό στο Ποσείδι.
Αριθμός ευρετηρίου: ΑΜΘ 102
Διαστάσεις: ύψος 0,08 μ., διάμετρος χείλους 0,109 μ., διάμετρος βάσης 0,043 μ.
Τροχήλατο αγγείο. Καστανέρυθρος πηλός καθαρός, καστανέρυθρο γάνωμα, κρεμ επίχρισμα. Συγκολλημένο από αρκετά κομμάτια, σώζει το μεγαλύτερο τμήμα της μιας πλευράς χωρίς τη λαβή. Κυρτό το κάτω μέρος του σώματος, γίνεται σχεδόν κάθετο επάνω. Η βάση είναι χαμηλή δισκοειδής. Από το μέσο της γραπτής ταινίας του χείλους εκφύονται δύο αντιθετικές κυματιστές γραμμές. Η διακοσμητική ζώνη ορίζεται στο κάτω μέρος από μια πλατιά ταινία, ενώ η βάση, το κάτω μέρος του σώματος και το εσωτερικό είναι καλυμμένα από χρώμα. Το αγγείο αποτελεί πιθανά προϊόν τοπικού εργαστηρίου.
Βιβλιογραφία:
Για αγγεία με ανάλογη διακόσμηση από την Τορώνη βλ. J.K. Papadopoulos, «Euboians in Macedonia? A Closer Look», Oxford Journal of Archaeology 15, 2, 1996, 155, εικ. 4-5.
ΑΑ 9
Ενεπίγραφο τμήμα αμφορέα (Εικ. 16)
Χρονολόγηση: Υστερογεωμετρική περίοδος
Προέλευση: Μένδη, ιερό στο Ποσείδι
Αριθμός ευρετηρίου: ΑΜΘ 103
Διαστάσεις: 0,115 x 0,063 μ.
Καστανέρυθρος πηλός, καστανόφαιο επίχρισμα. Σώζεται μικρό τμήμα της κοιλιάς του αγγείου και η γένεση της λαβής. Το σωζόμενο τμήμα του σώματος διακοσμείται με δύο οριζόντιες ταινίες, τις οποίες τέμνουν τρεις πλατύτερες κάθετες. Οι τρεις αυτές ταινίες περιέτρεχαν τη ράχη της λαβής και συνέχιζαν χαμηλότερα προς την περιοχή της κοιλιάς, ενώ μια ανάλογη πλατιά ταινία περιβάλλει και το σημείο γένεσης της λαβής. Κάτω από τη λαβή ο ιδιοκτήτης πιθανά του αγγείου είχε χαράξει «επί τα λαιά», από τα δεξιά δηλαδή προς τα αριστερά, τη λέξη ΕΜΟΣ ή ΕΜΟΙ, η οποία αποτελεί και την αρχαιότερη μέχρι σήμερα επιγραφή που έχει βρεθεί στην περιοχή της Χαλκιδικής.
Βιβλιογραφία:
Βοκοτοπούλου, «Ποσείδι 1993», ΑΕΜΘ 7, 1993, 401-402, εικ. 3.
Σ. Μοσχονησιώτη