ΙΙ. ΟΙ ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ
2.1. Αρχαία Μένδη
Σ. Μοσχονησιώτη
Εισαγωγή
Η αρχαία Μένδη ήταν σύμφωνα με τον Θουκυδίδη (IV. 123, 1) μία από τις αποικίες τις οποίες ίδρυσε η Ερέτρια στη χερσόνησο της Παλλήνης στη Χαλκιδική. Ωστόσο, εκτός από τη σαφή αναφορά του Στράβωνα ότι τόσο η Ερέτρια όσο και η Χαλκίδα ήταν ιδιαίτερα ισχυρές την εποχή που ίδρυσαν αποικίες στη Μακεδονία, δεν υπάρχει ιστορικά τεκμηριωμένη ένδειξη για τη χρονική περίοδο των εγκαταστάσεων αυτών, οι οποίες τοποθετούνται γενικά στο πλαίσιο του β' αποικισμού, γύρω στα τέλη του 8ου αι. π.Χ. και περίπου ταυτόχρονα ή λίγο μετά την ίδρυση των πρώτων Ευβοϊκών αποικιών στη Δύση.
Η πόλη οφείλει το όνομά της στο αρωματικό φυτό μίνθη, ένα είδος μέντας, που ακόμη φύεται στην περιοχή. Η Μένδη εμφανίζεται στο ιστορικό προσκήνιο μόλις τον 5ο αι. π.Χ. όταν από πολύ νωρίς γίνεται μέλος της Αθηναϊκής Συμμαχίας. Η μεγάλη ωστόσο κυκλοφορία των υστεροαρχαϊκών νομισμάτων της, οι εξαγωγές του περίφημου «Μενδαίου οίνου», αλλά και το γεγονός ότι ίδρυσε δύο αποικίες στην ανατολική ακτή της Παλλήνης, τη Νεάπολη και την Ηιόνα, μαρτυρούν τη μεγάλη οικονομική της άνθηση ήδη από τους αρχαϊκούς χρόνους. Από τη Μένδη κατάγεται ο γνωστός γλύπτης του 5ου αι. Παιώνιος, ο οποίος φιλοτέχνησε και το άγαλμα της Νίκης στην Ολυμπία.
Η πόλη στον 5ο αι. ήταν από τους οικονομικά ισχυρότερους συμμάχους της Αθήνας, αποστάτησε ωστόσο τον ένατο χρόνο του Πελοποννησιακού Πολέμου (431-404 π.Χ.), γεγονός που προκάλεσε την πολιορκία και λεηλασία της από τους Αθηναίους. Στα μέσα του 4ου αι. η πόλη καταλαμβάνεται από τον Φίλιππο και λίγο αργότερα, όταν ο Κάσσανδρος μεταβιβάζει το μονοπώλιο των κρασιών της στην Κασσάνδρεια, οδηγείται σε σταδιακή παρακμή.