Μερικές σκέψεις
Α. Η Εύβοια εμφανίζεται στη ναυσιπλοΐα και στη διακίνηση των πρώτων υλών στην περιοχή που περιλαμβάνει τα παράλια του Θερμαϊκού Κόλπου και της Χαλκιδικής από τα τέλη των υστεροελλαδικών χρόνων. Η παρουσία της φαίνεται να υπάρχει με ποιοτικές και ποσοτικές διαφοροποιήσεις μέχρι τα τέλη του 7ου-αρχές του 6ου αι. π.Χ. και με τη συνέργεια τοπικών πληθυσμών. Οι Ευβοείς, Χαλκιδείς και Ερετριείς, όπως και οι γείτονές τους Βοιωτοί και Θεσσαλοί, προφανώς ανταγωνίζονταν, ανάμεσα σε άλλους, τους Αιολείς, τους Ίωνες, τους Ανδρίους, και πιθανόν τους Φοίνικες στον έλεγχο των ακτών του Θερμαϊκού Κόλπου και της Χαλκιδικής και της διακίνησης μετάλλων. Οι περιοχές αυτές απέκτησαν βαρύνουσα σημασία από την πρώιμη εποχή του χαλκού, με την κυκλοφορία του χαλκού, του χρυσού, του αργύρου και του σιδήρου.
Β. Οι γνωστές από την αρχαία φιλολογία αποικίες των Ευβοέων στην παραθερμαϊκή ζώνη ήταν η Μεθώνη και η Δικαία, ενώ στα παράλια της Χαλκιδικής η Μένδη και η Τορώνη. Οι θέσεις αυτές παρουσιάζουν αναμεταξύ τους ορισμένες τοπογραφικές αναλογίες. Πρόκειται για σημεία ελλιμενισμού και ελέγχου προς και από την ενδοχώρα, θέσεις κλειδιά για τους εντόπιους πληθυσμούς, από τη μια, για τη διακίνηση αγαθών και τη ναυσιπλοΐα στο Αιγαίο, από την άλλη. Με τη συνεργασία πιθανότατα των γηγενών πληθυσμών πραγματώθηκε μια αλυσίδα ευβοϊκής παρουσίας, με αποικίες ή σταθμούς, από τον Στρυμόνα στον Άθωνα (Άκανθος), στην Τορώνη, στη Μένδη, στη Δικαία, στη Μεθώνη. Σε κάθε περίπτωση δεν πρόκειται για εγκαταστάσεις διάσπαρτες στον χώρο, αλλά για προσεκτικές επιλογές με στόχο να υπάρχουν οικονομικοί και κοινωνικοί πυρήνες υποστηρικτικοί των Ευβοέων, των συνεργατών και των διαδόχων τους.
Γ. Κύρια δραστηριότητα των Ευβοέων από τον 12ο μέχρι τον 7ο αι. π.Χ. υποθέτουμε ότι ήταν η συμμετοχή στη μερική εκμετάλλευση των περιοχών μεταξύ Αλιάκμονα ποταμού και Παγγαίου όρους, παραλίων και εγγύς ενδοχώρας, και η κυκλοφορία των διαθέσιμων προϊόντων της εξόρυξης και της μεταλλουργίας. Από τις μέχρι τώρα έρευνες δεν έχουν προκύψει ουσιαστικά στοιχεία για να υποστηρίξουμε την ίδρυση αποικιών-πόλεων με οργανωμένη εκμετάλλευση, μιας συγκεκριμένης χώρας, κορινθιακού λ.χ. τύπου, πριν από τον 6ο αι. π.Χ. Αντίθετα, μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι κατά τον 7ο αιώνα οι Ευβοείς συνυπήρχαν ήδη στις κατοικημένες περιοχές που επέλεξαν εδραιώνοντας την παρουσία τους στην ευρύτερη περιοχή. Ίσως για αυτόν τον λόγο η μορφή των αποικιών των Ευβοέων δεν άφησε σαφές ίχνος αστικής οργάνωσης και συγκροτημένης κατοχής. Μια τέτοια κατάσταση βασιζόταν σε μια οντότητα χώρου και διαχείρισης, ώστε να ικανοποιεί οικονομικές και κοινωνικές απαιτήσεις, όχι σε μια οντότητα με πολεοδομικό κέντρο.
Η Μένδη, λοιπόν, και ίσως η Τορώνη εντάσσονταν οργανικά σε συστήματα πολεοδόμησης όχι πριν από τα τέλη του 7ου αι. π.Χ. πράγμα που παρατηρείται και σε άλλες πόλεις-αποικίες που ιδρύθηκαν στη Χαλκιδική και κατά μήκος των βορειοανατολικών ακτών του Αιγαίου. Εξάλλου, πόλεις-αποικίες και μητροπόλεις πριν από τον 6ο αιώνα δεν είχαν διαμορφώσει δομές και προϋποθέσεις των πόλεων με μνημειακό χαρακτήρα, τον οποίο αναγνωρίζουμε αμέσως μετά.
Δ. Σε ό,τι αφορά στη Μεθώνη, τη Δικαία, τη Μένδη και την Τορώνη μπορούμε να υποθέσουμε ότι λειτούργησαν περίπου στον ίδιο παρονομαστή οικονομίας. Τα γνωρίσματα του παρονομαστή αυτού θα αποκαλούσαμε «πρωτοαποικιακό σύστημα», και πρέπει να δοκιμάστηκε κατά τη διάρκεια του 7ου αιώνα. Συνεπώς, όταν συγκροτούνταν πόλεις στη Χαλκιδική υπήρχε κάποια μορφή «επανίδρυσης» στην οποία ενσωματώθηκαν οι εμπειρίες που ωρίμασαν με τους Ευβοείς. Στον Θερμαϊκό Κόλπο, όπου η Μεθώνη και η Δικαία, δεν παρατηρείται -με τα μέχρι τώρα γνωστά στοιχεία της έρευνας- η «επανίδρυση» πόλεων-αποικιών. Αυτό οφειλόταν μάλλον στους ανασταλτικούς παράγοντες από την επεκτατική δράση και πίεση του μακεδονικού βασιλείου που από δυσμάς επηρέαζε ολοένα και περισσότερο τις ιστορικές συγκυρίες της παραθερμαϊκής ζώνης[46]. Δεν αποκλείεται ωστόσο η ανασυγκρότηση των οικισμών και η επαλληλία οικοδομικών φάσεων με την πάροδο του χρόνου, όπως αποδεικνύουν τα αποτελέσματα από τις ανασκαφές σε όλους τους διάσπαρτους οικισμούς της ζώνης αυτής σε θέσεις, οι οποίες δεν ανήκαν σε αποικίες (Νέα Αγχίαλος, Πολίχνη, Τούμπα Θεσσαλονίκης, Καραμπουρνάκι).
Ε. Στο δίλημμα, τέλος, αν υπήρξε μια συγχρονία των ευβοϊκών αποικισμών στο βορειοδυτικό Αιγαίο και στη Δύση[47], θεωρούμε ότι η απάντηση είναι θετική. Στο βόρειο Αιγαίο η Εύβοια δεν είχε ανάγκη από ενδιάμεσους για την κλιμάκωση των επαφών με τις περιοχές που την ενδιέφεραν άμεσα, δεδομένου ότι ο Θερμαϊκός Κόλπος και η Χαλκιδική βρίσκονται «ἐς τὸ πρὸς Εὐβοίαν πέλαγος»[48].
Οι νέες ανασκαφές πιστεύω ότι θα προσθέσουν όψεις της ζωής των οικισμών και της χώρας τους. Θα κατανοήσουμε τότε καλύτερα το βάρος της ευβοϊκής παρουσίας στον Θερμαϊκό Κόλπο και τη Χαλκιδική. Η εμβάθυνση στην έννοια της αποικίας στις διάφορες ιστορικές στιγμές επιβάλλεται, όπως και η σχέση ανάμεσα στις τοπικές συνιστώσες και σε εκείνες των «αποίκων».
46 Για την εξάπλωση προς ανατολάς του Βασιλείου των Μακεδόνων βλ. M.B. Hatzopoulos-L.D. Loukopoulou, Recherches, ό.π.
47 Για τη συγχρονία του ευβοϊκού αποικισμού στη Χαλκιδική, τον Θερμαϊκό και τη Δύση, πρβ. E. Lepore, στο R. Bianchi Bandinelli (dir.) Storia e civiltà dei Greci, Bompiani, Milano 1981, 230-253, ειδ. 236. D. Knoepfler, «The Calendar of Olynthus and the Origin of the Chalcidians in Thrace», στο J.-P. Descoeudres (ed.), Greek Colonists and Native Populations, Proceed. of the I Australian Congress of Classical Archaeology held in honour of A.D. Trendall, Sydney 1985, Oxford 1990, 99-115, Μ. Τιβέριος, «Όστρακα …», ό.π., τ.ί., «Εισαγμένη κεραμική …», ό.π., 55, A.M. Snodgrass, «The Nature and Standing of the Early Western Colonies» στο The Archaeology of Greek Colonisation, Essays dedicated to Sir J. Boardman, Oxford 1994 (Monograph 40), 1-10, τ.ί., «The Euboeans in Macedonia: a new precedent for Westward expansion», AION ArchStAnt 1 (N.S.), 1994, 87-93. M. Popham, «Precolonisation: early Greek contact with the East» στο The Archaeology of Greek Colonisation», Essays dedicated to Sir J. Boardman, Oxford 1994, 11-34, 30-33.