Ευρήματα που σχετίζονται με ιερά
Η κεραμική της υστεροελλαδικής εποχής III Γ και η πρωτογεωμετρική που ανακαλύφθηκε στα κατώτερα στρώματα του ιερού του Ποσειδώνα στο ακρωτήριο Ποσείδι, δυτικά της χώρας της Μένδης, και ο βωμός με ευθύγραμμα η κυκλικά αναλήμματα, παρόμοιος με τον τύπο του ερετριακού ιερού του Απόλλωνα της γεωμετρικής φάσης, αποτελούν τις πλέον φανερές ενδείξεις μιας «πρωτοαποικιακής» και ακολούθως «αποικιακής» παρουσίας της Ερέτριας στη Μένδη[42] (Eικ. 26, 27, 28, 29). Τα σημαντικά αυτά στοιχεία καταδεικνύουν την πολιτιστική επιρροή της Ερέτριας στην περιοχή της Μένδης και του Ποσειδίου, η οποία παρουσιάζει μακρά διάρκεια. Επίσης επιβεβαιώνει τον σεβασμό της λατρείας από τους εντόπιους και τους ξένους.
Σε ένα μη ευβοϊκό περιβάλλον, όπου κυριάρχησε το κορινθιακό στοιχείο στους αποικισμούς στο βόρειο και βορειοανατολικό τμήμα της χερσονήσου της Παλλήνης, αμέσως νότια της Ποτίδαιας και της Αθύτου, στο ιερό του Διόνυσου και του Άμμωνα Δία στην Άφυτι εντοπίστηκαν υστερογεωμετρικοί ερετριακοί σκύφοι[43]. Η θέση βρίσκεται έξω από τα όρια της ευβοϊκής επικράτειας, αν λάβουμε υπόψη ότι η Σάνη της Παλλήνης βρίσκεται στην αντίστοιχη δυτική πλευρά της ίδιας χερσονήσου και νοτιοδυτικά έχουμε τη χώρα της Μένδης η οποία καταλήγει στο Ποσείδιον που μόλις αναφέραμε.
Εξάλλου, στα χαμηλότερα στρώματα ενός ιερού που εντοπίστηκε πλησίον της Τορώνης, μεταξύ του ακρωτηρίου και του Κωφού λιμένος (Πόρτο Κουφό) στη θέση Παρθενώνας, στην κορυφή «Κώστας» του Ίταμου (Eικ. 30, 31), βρέθηκαν ανάμεσα σε άλλα όστρακα κεραμικής από λεπτά μονόχρωμα κύπελλα με ταινιωτή λαβή και όστρακα με γραπτή γραμμική διακόσμηση[44] (Eικ. 32, 33). Τα πρώτα όστρακα χρονολογούνται ανάμεσα στα τέλη του 7ου και τις αρχές του 6ου αι. π.Χ., ενώ τα δεύτερα στον 6ο αιώνα. Το σύνολο αυτό αποδίδεται σε ευβοϊκά εργαστήρια.
Η ευβοϊκή εισαγμένη κεραμική του 7ου και 6ου αιώνα στο ιερό του Παρθενώνα, γειτονικά της Τορώνης, οδηγεί στη σκέψη ότι βρισκόμαστε σ' ένα μάλλον φιλικό περιβάλλον ανάμεσα στους εντόπιους και τους Ευβοείς. Εξηγείται, επομένως, η παρουσία ευβοϊκών αγγείων σε μια πιθανότατα προϋπάρχουσα λατρεία κορυφής της περιοχής.
Τέλος, στη δυτική ακτή της Παλλήνης, μεταξύ Ποτίδαιας και Μένδης, στη θέση που ταυτίστηκε με τη Σάνη (πρβ. Υποενότητα 2α), τα ανασκαφικά ευρήματα στοιχειοθετούν την ύπαρξη ενός ιερού, από τον 7ο ως τον 5ο αι. π.Χ. και με προγενέστερα κατάλοιπα, αφιερωμένα πιθανότατα στην Αρτέμιδα Πυθία[45]. Η κεραμική διακρίνεται για την ποιότητά της και ανήκει κυρίως σε ιωνική και κορινθιακή τυπολογία. Πρόκειται προφανώς για λατρεία ήδη ριζωμένη στα γεωμετρικά χρόνια, όταν οι έμποροι επισκέπτες στην περιοχή προέρχονταν και από την Εύβοια.
42 Για την τοπογραφία και την ταύτιση του ιερού του Ποσειδώνα στο Ποσείδι βλ. I. Βοκοτοπούλου, στο ΑΑ 44, 1989 Χρονικά, 327, τ.ί., «Ανασκαφή … 1989», ό.π., 416-417. Για τις ανασκαφές στο Ποσείδι βλ. τ.ί., στο ΑΑ 45, 1990 Χρονικά, 314-317, τ.ί., «Μένδη-Ποσείδι 1990», ό.π., 399-410, 401-403, τ.ί., στο ΑΑ 46, 1991 Χρονικά, 284-288, τ.ί., «Ποσείδι 1991», ΑΕΜΘ 5, 1991, 303-318, τ.ί., «Ποσείδι 1992», ΑΕΜΘ 6, 1992, 443-450, εικ. 4-6, τ.ί., «Ποσείδι 1993», ΑΕΜΘ 7, 1993, 401-412, 412 και εικ. 2, τ.ί., «Ποσείδι 1994», ΑΕΜΘ 8, 1994, 269-275. Πρβ. S. Moschonissioti, ό.π., 260-268.
43 Για τους ερετριακούς σκύφους από τον Άμμωνα Δία της Αφύτου βλ. Ε. Λεβεντοπούλου-Γιούρη, στα ΑΑ 4, 1971, 356-367, 364 και 361, τ.ί., στο «Neue Forschungen …», ό.π., 135-136.
44 Ανασκαφές στο όρος Ίταμος: I. Βοκοτοπούλου - Μ. Μπέσιος - Ε. Τρακοσοπούλου, στο ΑΑ 45, 1990 Χρονικά, 318-319, τ.ί., «Παρθενώνας Χαλκιδικής: ιερό σε κορυφή του Ιτάμου», ΑΕΜΘ 4, 1990, 425-438, 428, εικ. 15-16.
45 Για τη Σάνη της Παλλήνης βλ. σημ. 16 (Βοκοτοπούλου - Τιβέριος). Βλ. επίσης I. Βοκοτοπούλου, στο ΑΑ 41, 1986 Χρονικά, 147, τ.ί., στο ΑΑ 42, 1987 Χρονικά, 367-368, τ.ί., «Ανασκαφικές έρευνες στη Χαλκιδική», ό.π., 279-280. Πρβ. I. Malkin, Religion and Colonisation in Αncient Greece, London 1987.