Α.1.10. Ιλιάδα και Οδύσσεια: αναλογίες και διαφορές
Πολλά καίρια ερωτήματα που αφορούν στις σχέσεις των δύο επών (λχ. ποιο από τα δύο έπη προηγείται και ποιό έπεται; ανήκουν η Ιλιάδα και η Οδύσσεια στον ίδιο ή σε διαφορετικό ποιητή; οι ομοιότητες στη γλώσσα και στα παράλληλα θέματα είναι προϊόντα απευθείας μίμησης του ενός έπους από το άλλο ή θα πρέπει να αναχθούν στην προφορική παράδοση;) δύσκολα μπορούν να απαντηθούν με βέβαιο και οριστικό τρόπο. Παρά ταύτα, με βάση χαρακτηριστικές ενδείξεις, μερικές από τις οποίες σχολιάζονται στη συνέχεια, δεχόμαστε ότι η Οδύσσεια είναι μεταγενέστερη, που σημαίνει ότι προϋποθέτει την Ιλιάδα, συχνά τη "μιμείται" και σκοπίμως τη συναγωνίζεται σε θέματα και πρόσωπα. Μια τέτοια σχέση προϋποθέτει ότι τα δύο έπη παρουσιάζουν προφανείς αναλογίες, αλλά και χαρακτηριστικές διαφορές.
Στο σχετικά συγκρίσιμο μέγεθος των δύο επών -η Ιλιάδα αποτελείται από 15.689 και η Οδύσσεια από 12.110 στίχους- αντιστοιχεί το διαφορετικό θεματικό τους περιβάλλον. Η Ιλιάδα είναι κυρίως πολεμικό και δραματικό ποίημα, ενώ η Οδύσσεια, δίχως να αποκλείει τα πολεμικά επεισόδια (αντιπροσωπευτικό παράδειγμα η Μνηστηροφονία), παραμένει κατά βάση μεταπολεμικό έπος, του νόστου και της επανένωσης με τους οικείους. Στη βασική αυτή, συμπληρωματικού τύπου, αντίθεση υπεισέρχονται άλλες ειδικότερες. Στην Ιλιάδα δεσπόζει η προβολή της αγριότητας της μάχης και των συνεπειών της, ενώ, παρά το συμφιλιωτικό της επιλογικό μέρος ανάμεσα στον Αχιλλέα και στον Πρίαμο, πάνω από τα κεφάλια των ηρώων αιωρείται η απειλή του θανάτου (όπως στην περίπτωση του ὠκυμόρου πρωταγωνιστή της) και η άλωση της Τροίας. Ο μύθος της Οδύσσειας εξελίσσεται πιο αισιόδοξα: η αναρχία και η αταξία που κυριαρχούν στην Ιθάκη, κατά το διάστημα της απουσίας του Οδυσσέα, τερματίζονται με τον νόστο του πρωταγωνιστή της, ο οποίος τιμωρεί τους μνηστήρες και αναγνωρίζεται από τον γιο, τη γυναίκα και τον γέροντα πατέρα του. Η συμφιλίωση (φιλότης) που επιβάλλεται από τους θεούς ανάμεσα στον Οδυσσέα, στους συμμάχους του και στους συγγενείς των εξοντωμένων μνηστήρων στο τέλος της Οδύσσειας είναι ασφαλώς πιο αισιόδοξη από ό,τι η πένθιμη της Ιλιάδας. Πάντως, το τέλος των δύο επών δεν συμπίπτει με το τέλος του μύθου. Ο επιλογικός ορίζοντας των δύο ομηρικών επών παραμένει ανοιχτός: στην Ιλιάδα εκκρεμεί η συνέχιση του πολέμου με τα δραματικά του παρεπόμενα, ενώ στην Οδύσσεια ο αναγνωρισμός του Οδυσσέα από την Πηνελόπη σκιάζεται από τις νέες περιπέτειες που περιμένουν τον σύζυγο.
Και στα δύο έπη, εκτός από τις ισχυρές, παθολογικές και άνισες σχέσεις ανάμεσα σε συμπολεμιστές και εταίρους, τονίζεται το σύνθετο πλέγμα των στενών οικογενειακών δεσμών (Πηλέας - Θέτιδα - Αχιλλέας· Πρίαμος - Εκάβη και Έκτορας - Ανδρομάχη - Αστυάναξ· Λαέρτης - Αντίκλεια και Πηνελόπη - Οδυσσέας - Τηλέμαχος). Ο επιτονισμός αυτός, ιδίως στην Οδύσσεια, επιτυγχάνεται με την αντιπαράθεση ανάμεσα σε έμπιστα ζεύγη (Οδυσσέας - Πηνελόπη), σε παρασυζυγικά (Ελένη - Πάρης), σε άπιστα (Αγαμέμνονας - Κλυταιμνήστρα) ή σε κάπως ψυχρά (Μενέλαος - Ελένη). Ο πόλεμος στην Ιλιάδα διαλύει κοινωνικές, φιλικές, οικογενειακές και προπαντός συζυγικές σχέσεις (η φιλότης ανάμεσα στον Αχιλλέα και στον Πρίαμο είναι ασφαλώς λαμπρή εξαίρεση), ενώ στην Οδύσσεια ο νόστος, με το ανάλογο βέβαια τίμημα των περιπετειών του, όπως η απώλεια των εταίρων, τους εδραιώνει.
Το φάσμα των κοινωνικών σχέσεων ανάμεσα σε φίλους και εχθρούς, στον άντρα και στη γυναίκα, στους επώνυμους ήρωες και στο ανώνυμο πλήθος στο πολεμικό σκηνικό της Ιλιάδας είναι περιορισμένο και δεδομένο. Στην Οδύσσεια, αντιθέτως, το φάσμα των σχέσεων μεταξύ των θνητών διευρύνεται με την αναβαθμισμένη εκπροσώπηση των γυναικών, των απλών ανθρώπων και των δούλων. Σκηνές της καθημερινής ζωής αφθονούν στην Οδύσσεια, ενώ στην Ιλιάδαμετατοπίζονται στον χώρο της παρομοίωσης. Αναλόγως προβάλλονται και οι διαφορετικές αξίες οι οποίες διέπουν την ιδεολογία των δύο επών: το θέμα της τιμής του Αχιλλέα στην Ιλιάδααντιπαραβάλλεται στον αγώνα που δίνει ο Οδυσσέας για την υπεράσπιση της ιδιοκτησίας του στην Οδύσσεια. Η κατάκτηση του κλέους αφορά και στους δύο βασικούς πρωταγωνιστές των επών. Όμως, ενώ για τον ιλιαδικό πολεμιστή το κλέος συνδέεται με τον θάνατό του στο πεδίο της μάχης και τη στέρηση του νόστου, εκτός κι αν αυτός είναι νεκρώσιμος -παράδειγμα ο Έκτορας, με την κηδεία του οποίου κλείνει η Ιλιάδα-, στην Οδύσσειατο κλέος του πρωταγωνιστή της προϋποθέτει την έξοδο από τον θάνατο -χαρακτηριστικό παράδειγμα η Νέκυια- και εδραιώνεται με την επιστροφή του στην πατρίδα.
Στην Ιλιάδα και στην Οδύσσειαοι βασικοί πρωταγωνιστές της, Αχιλλέας και Οδυσσέας, αποσύρονται στην αρχή, για διαφορετικούς βέβαια λόγους, από το προσκήνιο της αφηγηματικής δράσης, επιτρέποντας έτσι σε άλλους ήρωες, τον Αγαμέμνονα, τον Διομήδη, τον Πάτροκλο στην Ιλιάδα, τον Τηλέμαχο στην Οδύσσεια, να τους υποκαταστήσουν, όχι όμως και με αποτελεσματικό τρόπο. Η απουσία των δύο ηρώων από τα αφηγηματικά δρώμενα προκαλεί βάσανα και οδύνη στους συμπολεμιστές και στην οικογένειά τους. Καθυστερημένα Αχιλλέας και Οδυσσέας, έχοντας απαρνηθεί ο πρώτος άδοξη ζωή και νόστο, ο δεύτερος τη φυλακισμένη αθανασία που του υπόσχεται η Καλυψώ, επιστρέφουν τελικά στο προσκήνιο της δράσης και εκδικούνται τους μισητούς εχθρούς τους - τον Έκτορα ο Αχιλλέας, τους μνηστήρες ο Οδυσσέας. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα δύο κεντρικά φονικά επεισόδια τοποθετούνται στην 22η ραψωδία της Ιλιάδας και της Οδύσσειας.
Ανάμεσα, ωστόσο, στους δύο ήρωες υπάρχουν χαρακτηριστικές διαφορές: ο Αχιλλέας είναι πιο ορμητικός, ευθύς στα λόγια, ήρωας της βίας, του πάθους και της πράξης· ο Οδυσσέας είναι πιο επιφυλακτικός και ικανός ρήτορας, ήρωας κατεξοχήν της πανουργίας και του δόλου. Το ήθος των δύο ηρώων αντιστοιχεί στη διαφορετική θεματολογία και ιδεολογία των δύο επών: στη βία της ιλιαδικής ανοικτής μάχης, όπου η τιμή του πολεμιστή επιβάλλει την αντιμετώπιση του αντιπάλου ίσου προς ίσον, αντιβάλλονται η εφαρμογή της οδυσσειακής ενέδρας, η χρήση του αντιηρωικού τόξου από τον Οδυσσέα στη μνηστηροφονία, τα πλανερά λόγια και το ψέμα. Έτσι, στον τραγικό κόσμο της Ιλιάδαςαντιπαρατίθεται ο κατεξοχήν ειρωνικός της Οδύσσειας -κάποτε κωμικός-, όπου η εξέλιξη της δράσης, μέσω κυρίως των πρωτεϊκών μεταμορφώσεων του πρωταγωνιστή της, στηρίζεται κατεξοχήν στην αντίθεση ανάμεσα στο φαίνεσθαι και στο είναι, στη γνώση και στην άγνοια, στον λόγο και στην πράξη.
Χαρακτηριστική είναι, επίσης, και στα δύο έπη, η παρουσία και εμπλοκή των θεών και δαιμόνων στον χώρο των θνητών. Γενικά, ο κόσμος των ολυμπίων στα δύο έπη αντιπαραβάλλεται έντονα προς τον κόσμο των θνητών: οι έριδες για τους αθανάτους -αντιπροσωπευτικό παράδειγμα η ιλιαδική Θεομαχία (Φ 385 κε.)- παίρνουν τις διαστάσεις της παρωδίας και του κωμικού, ενώ για τους θνητούς έχουν τραγικές συνέπειες. Ως προς τις σχέσεις των αθανάτων με τους θνητούς, παρατηρούνται χαρακτηριστικές αποκλίσεις ανάμεσα στα δύο έπη: στην Ιλιάδα οι θεοί παρουσιάζονται πιο συχνά με τα ελαττώματα των ηρώων -για παράδειγμα ερίζουν εξαιτίας του πολέμου των θνητών- μοιρασμένοι στα αντίπαλα στρατόπεδα, παρεμβαίνουν περισσότερο και πιο συχνά στον χώρο των ηρώων, και συμβάλλουν, καθοριστικά και με ύπουλο τρόπο, στον θάνατο συμπαθητικών ηρώων, όπως του Πατρόκλου και του Έκτορα. Αντιθέτως στην Οδύσσεια οι θεοί εμπλέκονται λιγότερο και αραιότερα στην αφηγηματική δράση -κατεξοχήν ο Δίας και η Αθηνά, και σποραδικά ο Ερμής- και επεμβαίνουν κυρίως όταν πρόκειται να αποκαταστήσουν τη δικαιοσύνη στον χώρο των θνητών. Στην Ιλιάδα συχνά οι θνητοί, όπως ο Αχιλλέας (Ω 525 κε.), αποποιούνται την προσωπική τους ευθύνη και εξαρτούν τη μοίρα τους από τη βούληση των ολυμπίων, κυρίως του Δία· στην Οδύσσεια, ο πατέρας των θνητών και των αθανάτων διαμαρτύρεται γι' αυτή τη στάση των θνητών (α 32 κε.) και τονίζει ότι υποφέρουν από δικό τους φταίξιμο (σφῇσιν ἀτασθαλίῃσιν). Έτσι, στην Οδύσσεια οι ολύμπιοι καταδικάζουν τις αλαζονικές πράξεις των θνητών (του Αιγίσθου, των μνηστήρων) και επιβάλλουν το δίκιο, μαζί με το αίσιο τέλος του οδυσσειακού έπους, μέσω της παρέμβασης της θεάς Αθηνάς. Αν και στο οδυσσειακό έπος ο Ποσειδώνας, εχθρός του Οδυσσέα, καθυστερεί τον νόστο του, η πιο εξελιγμένη ηθική και θεοδικία που παρουσιάζει η Οδύσσεια έναντι της Ιλιάδας αποδίδεται στον μεταγενέστερο χρόνο της σύνθεσής της.
Γενικότερα, η Οδύσσεια θα μπορούσε να χαρακτηριστεί μεταϊλιαδικό έπος. Ο θάνατος του Αχιλλέα, ο δούρειος ίππος και η άλωση της Τροίας, η επιστροφή της Ελένης, η δολοφονία του Αγαμέμνονα, τα βάσανα και οι περιπλανήσεις του νόστου των Αχαιών, εμφανίζονται, έμμεσα ή άμεσα, στην Οδύσσεια, ώστε δύσκολα θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος ότι το οδυσσειακό έπος, αν και δεν αναφέρεται ρητώς σε επεισόδια του ιλιαδικού, το αγνοεί πλήρως.
Ως προς τον τρόπο με τον οποίο συντάσσεται το αφηγηματικό υλικό στα δύο έπη, ο Αριστοτέλης στην Ποιητική του (κεφ. 23.2) αναφέρει: «Έτσι, και τα ποιήματά του [ενν. ο Όμηρος], το ένα, την Ιλιάδα, το σύνθεσε απλό και γεμάτο παθήματα, και την Οδύσσεια τη σύνθεσε περίπλοκη (γεμάτη αναγνωρίσεις από την αρχή έως το τέλος) και με χαρακτήρες» (μετ. Σ. Ι. Δρομάζος). Εξειδικεύοντας κάπως την "απλή" σύνθεση, θα λέγαμε ότι η σύνταξη της αφηγηματικής δράσης της Ιλιάδας, δίχως να στερείται τη στατική συμμετρία στη σύνθεση (παραλληλισμοί και αντιθέσεις), είναι γραμμική και προοδευτική: αρχίζει με τη σύγκρουση Αχιλλέα και Αγαμέμνονα, εξελίσσεται με τον θάνατο του Πατρόκλου, κορυφώνεται με την εξόντωση του Έκτορα και κατευθύνεται, στον χώρο πλέον του μεταϊλιαδικού μύθου, προς τον θάνατο του Αχιλλέα και την άλωση της Τροίας. Οι θάνατοι των τριών ιλιαδικών ηρώων είναι στενά συνδεδεμένοι: με τα τελευταία του λόγια, ο Πάτροκλος προλέγει τον θάνατο του Έκτορα από τον Αχιλλέα, και ο Έκτορας, ξεψυχώντας, προλέγει τον θάνατο του Αχιλλέα από τον Πάρη και τον Απόλλωνα.
Έναντι της σχετικώς απλούστερης δομής της Ιλιάδας, η αντίστοιχη της Οδύσσειαςαποδεικνύεται πράγματι συνθετότερη και πολύπλοκη. Ο ευρύτερος χώρος μέσα στον οποίο εκτυλίσσεται η αφηγηματική δράση του οδυσσειακού έπους επιτρέπει την απότομη εναλλαγή των σκηνών και τη συχνότερη μετατόπιση των αφηγηματικών δρωμένων στον χώρο και στον χρόνο. Κυρίαρχο αφηγηματικό τέχνασμα οι Απόλογοι του Οδυσσέα, στο πλαίσιο των οποίων το έπος απλώνεται στον κόσμο του παραμυθιού: εδώ τα γεγονότα μπορεί να φαίνονται "λιγότερο πιθανά" από ό,τι οι ηρωικές μάχες της Ιλιάδας, υψώνονται, ωστόσο, στη σφαίρα της αφηγηματικής τέχνης και γενικότερα της καλλιτεχνικής φαντασίας. Στην Ιλιάδα, οι διεξοδικές πρωτοπρόσωπες διηγήσεις ηρώων είναι περιορισμένες και λειτουργούν κυρίως ως μυθολογικά παραδείγματα που αποσκοπούν στην παραίνεση ενός ήρωα για να δράσει.
Γενικότερα, η Οδύσσεια μας δίνει μια πιο παραστατική, έναντι της Ιλιάδας, εικόνα για την τέχνη του λόγου και την ποίηση ειδικότερα. Αν και στα δύο έπη οι Μούσες είναι που υποστηρίζουν το έργο του αφηγητή, η Οδύσσεια παρουσιάζει όχι μόνο τον βασικό της πρωταγωνιστή ως δεξιοτέχνη αφηγητή, αλλά διαθέτει επώνυμους και δεξιοτέχνες αοιδούς, τον Φήμιο στην Ιθάκη και τον Δημόδοκο στη Σχερία, με ιδεατούς ακροατές τους απόκοσμους Φαίακες. Η αφηγηματική δράση στην Ιλιάδα είναι ριζωμένη στην πραγματικότητα του πολέμου και στο αναπότρεπτο του θανάτου. Στην Οδύσσεια, αντιθέτως, οι ήρωες βρίσκουν συχνά την ευκαιρία να μετατρέπουν τα βάσανα της ζωής τους σε ιστορίες που τέρπουν και θέλγουν.
Και τα δύο, ωστόσο, έπη εδραιώθηκαν στην ελληνική και στην παγκόσμια λογοτεχνία όχι τόσο εξαιτίας των αναλογιών και των διαφορών που παρουσιάζουν μεταξύ τους, αλλά επειδή έθεσαν καίρια, ανθρωπολογικής τάξεως, προβλήματα. Γι' αυτό και δεν έπαψαν, από την αρχαιότητα μέχρι τις μέρες μας, να διαβάζονται, επηρεάζοντας σε σημαντικό βαθμό τη μεταγενέστερη, ελληνική και ξένη, λογοτεχνία και σκέψη.