Εξώφυλλο

Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση

Η Ρώμη και ο κόσμος της

του Θ. Παπαγγελή
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών

  • Τα μαθήματα στο ρωμαϊκό σχολείο άρχιζαν από τα άγρια χαράματα, αλλά πολύ πιο άγριες ήταν οι διαθέσεις των δασκάλων: στο δεξί άκρο της τοιχογραφίας από την Πομπηία διακρίνεται ο άτακτος και δυο συμμαθητές του που τον πιάνουν από τα πόδια και τα χέρια για να τον ακινητοποιήσουν, ενώ ο δάσκαλος έχει ήδη σηκώσει τη βέργα.

2.2. Το θέατρο και το τσίρκο

Ο ρωμαίος δάσκαλος του Μάριου, ο Στάτιος, είχε δίκιο: οι ρωμαίοι κωμικοί ποιητές σαν τον Πλαύτο είχαν υπόψη τους κάποιες πρόχειρες κωμικές παραστάσεις με καθαρά ιταλικό χαρακτήρα· είναι όμως πιθανό ότι, σαν Ρωμαίος που ήταν, στα μαθήματά του τόνιζε κάπως περισσότερο από όσο έπρεπε την επίδραση τέτοιων παραστάσεων σε λατινικές κωμωδίες σαν κι αυτή που παρακολούθησαν ο Μάριος και ο Νικήρατος. Ο τελευταίος ήξερε καλά τι έλεγε: πράγματι, ένα θεατρικό έργο σαν τη Χύτρα με τον κρυμμένο θησαυρό χρωστούσε πολύ περισσότερα σ᾽ αυτό που ονομάσαμε ελληνική Νέα Κωμωδία παρά στις παλιότερες ιταλικές κωμικές παραστάσεις.

Άλλωστε η επίσημη έναρξη της θεατρικής δραστηριότητας στη Ρώμη έγινε το 240 π.Χ., όταν οι αρχές της πόλης ανέθεσαν σε έναν ελληνικής καταγωγής λόγιο από τον Τάραντα της Κάτω Ιταλίας, τον Λίβιο Ανδρόνικο, να ανεβάσει ελληνικές τραγωδίες - φυσικά σε λατινική μετάφραση. Στα επόμενα εκατό περίπου χρόνια πολλοί και σημαντικοί ρωμαίοι ποιητές καταπιάστηκαν με τη συγγραφή τραγωδιών και κωμωδιών, έχοντας τα μάτια τους σταθερά στραμμένα στο ελληνικό θέατρο. Σε πολλά από αυτά τα λατινικά θεατρικά δημιουργήματα η υπόθεση, οι χαρακτήρες και γενικότερα η σκηνοθεσία παραμένουν ελληνικά ή ελληνικού τύπου. Παρ᾽ όλα αυτά, από την αρχή κιόλας το ρωμαϊκό θεατρικό κοινό έδειξε να έχει μια αρκετά διαφορετική αντίληψη για το σκηνικό θέαμα. Ο Νικήρατος το είπε ξεκάθαρα: οι ρωμαίοι θεατές γοητεύονταν πολύ περισσότερο από τα κομμάτια του έργου (μπορούμε να τα ονομάσουμε «λυρικά») που οι ηθοποιοί τα χόρευαν και τα τραγουδούσαν με τη συνοδεία μουσικής. Προφανώς τα διαλογικά μέρη, όπου τα πρόσωπα του δράματος συνομιλούν, προβληματίζονται ή και έρχονται σε αντιπαράθεση, είναι πολύ σημαντικότερα για την κατανόηση της πλοκής του έργου και είναι κυρίως αυτά που φωτίζουν τη σκέψη και την ψυχολογία των χαρακτήρων· απαιτούν όμως μεγαλύτερη συγκέντρωση προσοχής από τη μεριά του θεατή. Ο Στάτιος, ο ρωμαίος δάσκαλος του Μάριου, μπορεί να μας έλεγε ότι το ρωμαϊκό κοινό είχε γενικά την προσοχή του συγκεντρωμένη· ο Νικήρατος, από την άλλη μεριά, ήξερε (κι ας μην το είπε στον Μάριο) ότι με το πέρασμα του χρόνου οι περισσότεροι από τους ρωμαίους θεατές απλώς έκαναν υπομονή περιμένοντας το επόμενο μουσικό κομμάτι· και μάλιστα ορισμένοι έκαναν ό,τι μπορούσαν για να δείξουν ότι δεν διέθεταν ούτε την απαιτούμενη συγκέντρωση ούτε την ελάχιστη υπομονή, και έτσι αντί να παρακολουθούν βαρετούς διάλογους πάνω στη σκηνή άρχιζαν διάλογο ανάμεσά τους.

Άλλωστε υπήρχε και το σχετικό ανέκδοτο - που σίγουρα θα το ήξερε και ο Στάτιος. Παλιά, λέει, όταν πρωτοπαρουσιάστηκαν θεατρικά έργα στη Ρώμη, πολύς κόσμος είχε μαζευτεί σε ένα από εκείνα τα πρόχειρα κατασκευασμένα θέατρα για να δει ένα ελληνικό δράμα· και ενώ η παράσταση είχε αρχίσει, κάποιος φώναξε ότι έξω από το θέατρο είχαν αρχίσει να δίνουν τη δική τους παράσταση κάτι σαλτιμπάγκοι και ακροβάτες, οπότε όλοι όρμησαν προς την έξοδο του θεάτρου - εκτός, ίσως, από καμιά δεκαριά «κουλτουριάρηδες» που θα είχαν όλη την προσοχή τους συγκεντρωμένη στα (μεταφρασμένα) λόγια του Σοφοκλή ή του Ευριπίδη.