Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση
Η Ρώμη και ο κόσμος της
του Θ. Παπαγγελή
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών
8.10. Σύγκλητος - Πραιτωριανοί: σημειώσατε 2
Οι Έλληνες στοχάστηκαν βαθιά και εμπεριστατωμένα πάνω στο ζήτημα του θεωρητικού και του πρακτικού βίου. Τι αξίζει περισσότερο, μια ζωή αφιερωμένη στη σκέψη, τον στοχασμό και την καλλιέργεια των τεχνών ή μια ζωή δράσης στον πολιτικό, κοινωνικό και στρατιωτικό στίβο; Ο Αριστοτέλης προτιμούσε το πρώτο. Γενικά, θα έλεγα, και όσο γνωρίζω από τα προσωπικά μου διαβάσματα, οι περισσότεροι έλληνες στοχαστές τείνουν να συμφωνήσουν με τον μεγάλο φιλόσοφο. Η ρωμαϊκή παράδοση είναι διαφορετική και ευνοεί μια πιο πρακτική αντίληψη του βίου. Μπορώ να βεβαιώσω ότι η ιστορία της Ρώμης είναι δημιούργημα ανθρώπων που τοποθέτησαν τη δράση πάνω από τον θεωρητικό στοχασμό - δράση που διέπονταν από πατροπαράδοτες αρχές. Δεν έχω καμιά αμφιβολία ότι οι πολιτικές δεξιότητες των μεγάλων της ιστορίας μας διαμορφώθηκαν από αυτή την πρακτική φιλοσοφία· και ότι η Ρώμη οφείλει την τωρινή της παγκόσμια κυριαρχία στη σύνεση των πολιτικών και των στρατηγών της. Τους Έλληνες, όπως είπαν και ο Κικέρων και ο Βιργίλιος, τους θαυμάζουμε για τη βαθιά και δημιουργική τους πνευματικότητα. Τους θαυμάζω απεριόριστα κι εγώ, αλλά δεν τους θεωρώ πρότυπο πολιτικής οργάνωσης και κοινωνικής πειθαρχίας. Άλλωστε αυτό το ξέρουν λίγο πολύ και οι ίδιοι. Από την άλλη μεριά, κοιτάζοντας πίσω στα δεκατρία χρόνια της εξουσίας μου, μπορώ σήμερα να λέω ότι δράση χωρίς θεωρητικό στοχασμό και ευρύτερη φιλοσοφική αντίληψη για τον βίο που αξίζει να ζήσει ένας άνθρωπος είναι μια επιλογή με αβέβαιη, στην καλύτερη περίπτωση, έκβαση. Όταν ανακηρύχθηκα αυτοκράτορας, πίστευα ότι η προηγούμενη θητεία μου στη μελέτη και τη συγγραφή ήταν μάλλον εμπόδιο παρά προσόν για τη δουλειά που με είχαν επιλέξει να κάνω. Τώρα αλλιώς βλέπω τα πράγματα.
Την πρώτη φορά που με έριξε στο νερό ο ανεψιός μου απλώς κρυολόγησα· τη δεύτερη φορά που με έριξε στα βαθιά η μοίρα έπρεπε να μάθω να κολυμπάω. Εκείνη τη μέρα του Γενάρη, έγινα καίσαρας με αναισθητικό. Εννοώ ότι δεν πολυκαταλάβαινα τι μου ετοίμαζαν, αν με τραβούσαν οι πραιτωριανοί ή το πεπρωμένο. Ορισμένοι συγκλητικοί, μόλις βεβαιώθηκαν ότι το «τέρας» είχε εξοντωθεί οριστικά και αμετάκλητα, άρχισαν να μιλούν φωναχτά και θαρρετά για ευκαιρία αποκατάστασης των δημοκρατικών θεσμών, για επιστροφή στο καθεστώς της Ελεύθερης Πολιτείας και για απαλλαγή από το άχθος και το μίασμα του καισαρισμού. Ίσως, υπό άλλες συνθήκες, να συμφωνούσα μαζί τους. Είχαν δει πολλά τα μάτια μου και, παρόλο που εξακολουθούσα να σέβομαι την πολιτική διαθήκη του Αύγουστου, θα ήμουν έτοιμος, εγώ ο εγγονός του, να συζητήσω σοβαρά το ενδεχόμενο ενός έντιμου ιστορικού συμβιβασμού με απώτερο σκοπό την αποκατάσταση της Δημοκρατίας που είχαν καταλύσει οι εμφύλιοι πόλεμοι. Αλλά εκείνη τη μέρα οι συγκλητικοί συνειδητοποίησαν ότι οι σημαντικότεροι πόλοι εξουσίας στη Ρώμη είχαν γίνει τρεις: ο Καίσαρ, η Σύγκλητος και οι Πραιτωριανοί - όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά.
Να το πω περιληπτικά: ενώ, εκείνη τη μέρα, εγώ τα είχα χαμένα και οι συγκλητικοί συσκέπτονταν, οι πραιτωριανοί είχαν ήδη αποφασίσει. Όταν οι τελευταίοι με μετέφεραν με το επίσημο αυτοκρατορικό φορείο στην αίθουσα όπου συνεδρίαζε το σώμα, ορισμένοι από τους συγκλητικούς δυσκολεύτηκαν καν να με αναγνωρίσουν· οι υπόλοιποι, με το δίκιο τους, αναρωτήθηκαν αν ήμουν έτοιμος να αναδεχθώ τη μεγάλη ευθύνη· κανένας όμως δεν πίστευε ότι είχε λυθεί το πρόβλημα της διαδοχής. Όπως είπα, όμως, αρκούσε που το πίστευαν οι πραιτωριανοί.