Λεξικό της Νεοελληνικής γλώσσας
Λεξικό Α'-Γ' Δημοτικού

Αποτελέσματα για: "Τ"

Βρέθηκαν 252 Λήμματα [1 - 10]

ταβάνι

[το], ουσιαστικό
Το ταβάνι είναι το μέρος του δωματίου που είναι πάνω από το κεφάλι σου.
οροφή, πάτωμα
τα-βά-νι

ταβέρνα

[η], ουσιαστικό
Η ταβέρνα είναι ένα λαϊκό εστιατόριο που προσφέρει φαγητό και ποτό.
ψαροταβέρνα
τα-βέρ-να

τάβλι

[το], ουσιαστικό
Το τάβλι είναι ένα επιτραπέζιο παιχνίδι που παίζεται με δύο ζάρια και τριάντα πούλια.
τά-βλι
Η λέξη τάβλι δε χρησιμοποιείται στον πληθυντικό αριθμό.

ταγέρ

[το], ουσιαστικό
Το ταγέρ είναι μία φούστα κι ένα σακάκι από το ίδιο ύφασμα που φοριούνται μαζί.
τα-γέρ
-Ξένη λέξη. Δεν αλλάζει ούτε στον ενικό ούτε στον πληθυντικό αριθμό.

τάζω

ρήμα
1) Όταν τάζεις σε κάποιον κάτι, του το υπόσχεσαι. 2) Όταν τάζεις κάτι στο Θεό ή τους Αγίους, υπόσχεσαι να τους το αφιερώσεις.
1) «O μπαμπάς μού έταξε να πάμε μαζί για μπάλα αλλά το ξέχασε!» είπε ο Κώστας.
Η θεία του κύριου Μιχάλη έκανε τάμα μία λαμπάδα σαν το μπόι της.
τά-ζω

ταΐζω

ρήμα
Όταν ταΐζεις κάποιον, του δίνεις να φάει.
Το μωρό της θείας Κατερίνας θέλει τάισμα κάθε τρεις ώρες.
τα-ΐ-ζω

ταινία

[η], ουσιαστικό
1) Η ταινία είναι ένα έργο που βλέπεις στον κινηματογράφο ή στην τηλεόραση. 2) Ταινία λέμε και μία μακρόστενη λουρίδα από χαρτί ή ύφασμα.
2) O κύριος Γιάννης έκλεισε το κουτί με μία κολλητική ταινία.
1) φιλμ 2) κορδέλα
ται-νί-α

ταίρι

[το], ουσιαστικό
ταιριάζω

ταιριάζω

ρήμα
1) Όταν δύο πράγματα ταιριάζουν, συνήθως μοιάζουν μεταξύ τους και τα χρησιμοποιούμε μαζί σαν σύνολο. 2) «Δε μου ταιριάζει αυτό το φόρεμα!» είπε η θεία Έλλη. Δε μου πάει. «Με παχαίνει!» συνέχισε. 3) Όταν δεν ταιριάζεις με κάποιον, δεν έχετε ίδιο χαρακτήρα, δεν έχετε ίδιες ιδέες.
1) «Αυτή η κόκκινη τσάντα ταιριάζει με τα κόκκινα παπούτσια μου» είπε η κυρία Μαργαρίτα.
Χθες η Αθηνά δεν έβρισκε το ταίρι της κάλτσας της. Έτσι φόρεσε δύο κάλτσες που δεν ήταν και τόσο ταιριαστές. Ήταν παράταιρες.
ται-ριά-ζω

τακούνι

[το], ουσιαστικό
Το τακούνι είναι το πίσω μέρος του παπουτσιού μας. Εκεί πατάει η φτέρνα του ποδιού μας. Τα τακούνια είναι φτιαγμένα από λάστιχο, ξύλο ή δέρμα και βγαίνουν σε διάφορα σχέδια.
τα-κού-νι