Λεξικό της Νεοελληνικής γλώσσας
Λεξικό Α'-Γ' Δημοτικού
Πλοήγηση
0
Φάκελος
Αποτελέσματα για: "Φ"
φαγητό
[το], ουσιαστικό 1) Όταν πεινάς, τρως φαγητό. Φαγητό είναι η τροφή που τρως, συνήθως μαγειρεμένη, για να μεγαλώσεις και να έχεις καλή υγεία. Τα μακαρόνια, οι φακές, οι μπριζόλες και τα ψάρια είναι φαγητά. 2) Η θεία Κατερίνα θα πάει για φαγητό με το θείο Σταμάτη. Θα πάρουν το γεύμα τους σ' ένα εστιατόριο. Η κυρία Μαργαρίτα μαγειρεύει πολύ νόστιμα φαγητά. 1) φαΐ, 2) γεύμα τρώω, φαγώσιμος φα-γη-τό
φαγούρα
[η], ουσιαστικό Όταν έχεις φαγούρα, ξύνεις το δέρμα σου σ' ένα σημείο. Ένα κουνούπι τσίμπησε τον Κώστα στο χέρι και τώρα έχει φαγούρα. φα-γού-ρα
φαγώσιμο
[το], ουσιαστικό φαγώσιμος
φαγώσιμος, φαγώσιμη, φαγώσιμο
επίθετο Φαγώσιμο λέμε καθετί που μπορούμε να φάμε. Το αμύγδαλο τρώγεται, είναι φαγώσιμος καρπός. τρόφιμα, φαγητά (σαν ουσιαστικό) O Κώστας και οι φίλοι του πήραν μαζί τους αρκετά φαγώσιμα για την εκδρομή. φα-γώ-σι-μος
φαίνομαι
ρήμα 1) Όταν κάτι φαίνεται, οι άλλοι μπορούν να το δουν. 2) O κύριος Μιχάλης φαίνεται κακός αλλά κατά βάθος είναι ευαίσθητος άνθρωπος. 3) «Μου φαίνεται πως ήρθε η ώρα να πάω για ύπνο» είπε ο κύριος Γιάννης. 1) Από το σπίτι της Αθηνάς φαίνεται η πλατεία της γειτονιάς. 3) νομίζω φαινόμενο φαί-νο-μαι
φαινόμενο
[το], ουσιαστικό Φαινόμενο είναι καθετί που το καταλαβαίνεις με τις αισθήσεις σου. Το ουράνιο τόξο είναι ένα φυσικό φαινόμενο. φαι-νό-με-νο
φάκα
[η], ουσιαστικό Η φάκα είναι μία παγίδα για ποντίκια. ποντικοπαγίδα φά-κα
φάκελος
[ο], ουσιαστικό Μέσα σε φάκελο βάζουμε τα γράμματα ή τις κάρτες που στέλνουμε με το ταχυδρομείο. Πάνω στο φάκελο γράφουμε τ' όνομα και τη διεύθυνση του παραλήπτη αλλά και τ' όνομα και τη διεύθυνσή μας. φά-κε-λος
φακή
[η], ουσιαστικό Η φακή είναι ένα όσπριο. Το φυτό της φακής δίνει μικρούς στρογγυλούς καφέ καρπούς που τους μαγειρεύουμε και φτιάχνουμε μ' αυτούς σούπα. φα-κή
φακίδα
[η], ουσιαστικό Oι φακίδες είναι μικρά ροζ ή καφέ σημαδάκια που έχουμε στα μάγουλα και τη μύτη. φα-κί-δα