ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΒΑΣΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΒΟΗΘΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Θέματα ιστορίας της ελληνικής γλώσσας 

Δημιουργία της ελληνιστικής κοινής 

Νίκος Παντελίδης (2007) 

Οι λόγοι της γοργής εξέλιξης ειδικά σε αυτή την εποχή, και ιδιαίτερα στο πρώτο μέρος της (μέχρι τον 1ο αιώνα π.X.), είναι «εσωτερικοί» και «εξωτερικοί». O βασικός λόγος των αλλαγών βρίσκεται στις εσωτερικές σχέσεις που χαρακτήριζαν το παλιότερο φωνηεντικό σύστημα, […] κατά την κλασική περίοδο ήταν ιδιαίτερα ασταθές.

Oι εξωτερικοί λόγοι, που ενίσχυσαν τους εσωτερικούς, εντοπίζονται από τη μια μεριά στο γεγονός της δημιουργίας νέου κοινού τύπου ομιλίας, της «ελληνιστικής κοινής», όπου, όπως είναι φυσικό, οι άλλες διάλεκτοι και προπαντός η ιωνική άσκησαν και αυτές κάποια επίδραση στην εξέλιξη, και από την άλλη μεριά στο γεγονός ότι αρχικά αλλόγλωσσοι πληθυσμοί στα Βαλκάνια, στην Ασία και στην Αφρική χρησιμοποίησαν την ελληνική πρώτα σαν lingua franca, δηλαδή σαν μέσο κοινής συνεννόησης, και τελικά σε πολλές περιπτώσεις την υιοθέτησαν σαν μοναδική τους γλώσσα. Κατά τη συμπλήρωση αυτής της διαδικασίας, οι καινούριοι ελληνόφωνοι αποτελούν την πλειοψηφία των ομιλητών της ελληνικής γλώσσας.

Πάντως είναι γενικά φρόνιμο να αποφεύγεται η εύκολη λύση της απόδοσης των αλλαγών σε ξένες επιδράσεις, γιατί συχνά διαψεύδεται: πολλές φορές σε περιπτώσεις αλλαγών πρόκειται για πραγμάτωση γενικών γλωσσικών αρχών, που ίσως υπήρχαν τόσο στη γλώσσα που εξετάζεται όσο και στις γλώσσες που υποτίθεται πως άσκησαν την επίδρασή τους πάνω της. Και όπως αναφέρθηκε, πολλές από τις αλλαγές που επικράτησαν κατά την ελληνιστική εποχή μαρτυρούνται κιόλας κατά την προηγούμενη αρχαία περίοδο σε διάφορες διαλέκτους της κυρίως Ελλάδας.

Έπειτα από αυτό είναι φανερό ότι αυτή η ποικιλία τύπων της παλαιότερης Κοινής μόνο δύο ερμηνείες επιδέχεται: είτε μαρτυρεί μια παραμόρφωση της Ελληνικής στο στόμα των πολλών εξελληνισμένων ξένων εκείνης της εποχής, η οποία επηρέασε και την γλώσσα των ίδιων των Ελλήνων, ή ήταν το αποτέλεσμα μιας ανάμειξης των διαλέκτων που προσδιορίστηκε από τις ενδοελληνικές πολιτικές και πολιτιστικές συνθήκες. Το πρόβλημα της επίδρασης ξένων λαών στην εξέλιξη της Κοινής το πραγματεύτηκε ο Thumb τον καιρό του αναλυτικά και αντέκρουσε την παλαιότερα διαδεδομένη άποψη ότι η Ελληνική εκφυλίστηκε στο στόμα του ανάμεικτου με εξελληνισμένους ξένους πληθυσμού. Πρόσφατα εξέτασα και εγώ το ίδιο πρόβλημα συνοπτικά σε σχέση με την Ελληνική που ήταν σε χρήση στην Αίγυπτο και έδειξα ότι ακόμη και κείμενα όπως η περιβόητη επιγραφή του Σιλκώ (στην οποία ο Thumb, αφού αντέκρουσε τον Lepsius για αρκετές από τις κοπτικές εκφράσεις που της απέδιδε, είχε τελικά παραδεχτεί ότι μένουν πάντως τρεις τουλάχιστο κοπτικισμοί αναμφισβήτητοι) είναι συνταγμένα σε κανονική δημώδη και όχι, όπως νομιζόταν, σε βαρβαρική Ελληνική (δυστυχώς το κείμενο αυτό εξακολουθεί στα εγχειρίδια ακόμη να χαρακτηρίζεται ως δείγμα βαρβαρικής Ελληνικής). Θα μου επιτραπεί λοιπόν να παραπέμψω στις παρατηρήσεις που έκαμα εκεί για το θέμα αυτό και να μην επεκταθώ εδώ σε λεπτομερειακή συζήτηση. Εκείνο που θα ήθελα μονάχα να σημειώσω είναι ότι, αν εξαιρέσει κανείς τα δάνεια του λεξιλογίου (και της σημασιολογίας βέβαια προκειμένου για την Βίβλο και την συναφή γραμματεία), που και αυτά είναι μάλλον περιορισμένα, η επίδραση των ξένων γλωσσών στην γλώσσα των Ελλήνων, η οποία κατ' εξοχήν μας ενδιαφέρει εδώ, φαίνεται ότι ήταν τελείως ασήμαντη (δεν υπολογίζονται φυσικά οι συγχύσεις και εναλλαγές που βλέπομε συχνά στην γραφή των συμφώνων από τους εντοπίους, οι οποίες έμειναν ξένες στους Έλληνες)· πάντως δεν μπορεί αυτή να έχει προκαλέσει την ποικιλία τύπων που παρατηρείται στην Κοινή, μάλιστα αν, όπως είναι πιθανό, οι εξελληνισμένοι ξένοι που έγραφαν τα Ελληνικά χρησιμοποιούσαν περισσότερο την εξωτερικά ενιαία αττικίζουσα γραπτή γλώσσα, για την οποία είχαν πρότυπα, και λιγότερο την ποικιλόμορφη δημώδη του προφορικού λόγου. Το μόνο λοιπόν που απομένει είναι να δεχτούμε μια ανάμειξη διαλεκτικών στοιχείων που συντελέστηκε στην ομιλουμένη κατά τα ελληνιστικά-ρωμαϊκά χρόνια.

[…]

Ότι ανάμεσα σ' εκείνους που χρησιμοποιούσαν στην Αίγυπτο την Ελληνική γραπτώς και προφορικώς υπήρχαν και εντόπιοι είναι βέβαιο, όπως αναμφισβήτητο είναι και ότι χρησιμοποιώντας κανείς μια ξένη γλώσσα παρασύρεται πολύ εύκολα στον ιδιαίτερο τρόπο της δικής του ομιλίας. Πόσο δύσκολο όμως είναι να ξεχωρίσει κανείς στην γραπτή παράδοση της Ελληνικής τι ανήκει στην εξέλιξη της ίδιας της γλώσσας και τι είναι ξένη επίδραση, το δείχνει πολύ καλά το πολυθρύλητο ζήτημα των σημιτισμών της Βίβλου. Έφτασε να μελετηθεί η γλώσσα των σύγχρονών της παπύρων για να αναγνωριστεί ότι οι περισσότερες εκφράσεις της Βίβλου που θεωρούνταν προηγουμένως σημιτικές αποτελούσαν συνηθισμένα στοιχεία της λαϊκής γλώσσας της εποχής εκείνης. Υπάρχουν ακόμη ερευνητές που δέχονται μεγαλύτερο ή μικρότερο αριθμό σημιτισμών στην Βίβλο, αλλά, αν έκαναν τον κόπο να εξετάσουν τα πράγματα χωρίς προκατάληψη στο φως της γλωσσικής ιστορίας της Ελληνικής, θα πείθονταν δίχως άλλο ότι ο αριθμός αυτός πρέπει να περιοριστεί στο ελάχιστο (αν εξαιρέσει φυσικά κανείς την επίδραση που έχει στην γλώσσα ως προς μεν την Παλαιά Διαθήκη το μεταφραστικό είδος της γραμματείας, ως προς δε την Καινή η εθνικότητα και το μορφωτικό επίπεδο των συγγραφέων). Ο Thumb συνοψίζει ως εξής την έρευνα που έκαμαν και άλλοι και ο ίδιος για το ζήτημα αυτό: «Έτσι καταλήγομε ολοένα στο ίδιο αποτέλεσμα, ότι οι μεταφραστές της Παλαιάς και οι συγγραφείς της Καινής Διαθήκης ακολούθησαν το ελληνικό και όχι το εβραϊκό ή αραμαϊκό γλωσσικό πνεύμα, ότι με άλλα λόγια η Ελληνική της Βίβλου δεν αποτελεί διάλεκτο, ακόμη λιγότερο παρεφθαρμένη μορφή της Κοινής, αλλά την λαϊκή γλώσσα του ελληνιστικού κόσμου που πρώτη φορά πήρε γραμματειακή μορφή».

Τελευταία Ενημέρωση: 16 Ιούν 2010, 10:47