Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση
Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι
των Β. Κάλφα και Γ. Ζωγραφίδη
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών
14.10. Ελευθερία με κακό ή καλό χωρίς ελευθερία;
Οι κάτοικοι της αυτοκρατορίας (ακόμη και όταν ονομάστηκαν «ρωμαίοι πολίτες» από το 212 μ.Χ.) ολοένα και περισσότερο ένιωθαν τον εαυτό τους μη προνομιούχο, διωγμένο, περιθωριοποιημένο. Οι περίοδοι πολιτικής αστάθειας, οι εθνικές και κοινωνικές αναταραχές, οι θρησκευτικές αντιπαλότητες δεν ήταν λίγες και πολλοί βίωναν τραυματικά αυτή την κατάσταση. Αρκετοί έβλεπαν ότι δεν είχαν πού να στραφούν. Η «επίσημη» πολιτική θρησκεία με τις δημόσιες τελετές δεν τους υποσχόταν πια τίποτε. Αναζητούσαν, γι᾽ αυτό, τη σωτηρία σε μια νέα πίστη, σε κάποια μυστηριακή λατρεία ή στον χριστιανισμό. Κάποτε έφταναν να αρνηθούν τον πολιτισμό συνολικά.
Με αυτούς τους όρους τέθηκε και στη φιλοσοφία αυτό που ονομάζεται «πρόβλημα του κακού»: η παρουσία του κακού στον κόσμο και η αιτιολόγησή της.
Αν όλα τα έφτιαξε ο θεός και το κακό υπάρχει, τότε ο θεός έφτιαξε και το κακό. Πώς όμως είναι δυνατόν ένας πανάγαθος να φτιάξει κάτι κακό; Μήπως το έκανε για κάποιον καλό τελικό σκοπό; Τότε όμως ο σκοπός δικαιολογεί τα μέσα;
Αν δεν έφτιαξε ο θεός το κακό, τότε υπάρχει κάτι που είναι ανεξάρτητο από αυτόν - και αντίθετό του. Τότε όμως υπάρχει μια ατέλειωτη διαμάχη καλού-κακού και θεός δεν είναι παντοδύναμος.
Αν όλα όσα έφτιαξε ο θεός δεν μπορεί παρά να είναι καλά, τότε μήπως το κακό δεν υπάρχει;
Αν το κακό υπάρχει, τότε μήπως δεν υπάρχει θεός - τουλάχιστον ένας θεός παντοδύναμος και πανάγαθος, που δεν θα επέτρεπε να υπάρχει το κακό στον κόσμο;
Φιλοσοφικά και πνευματικά ρεύματα της εποχής, όπως οι νεοπυθαγόρειοι και οι Γνωστικοί, υποστήριξαν ότι για όλα φταίει η ύλη. Τόσο ήταν το μίσος τους προς την ύλη (και το σώμα), ώστε θέλησαν να απαλλάξουν τον Θεό από την παραμικρή επαφή με αυτόν εδώ τον κόσμο. Δεν είναι δυνατόν, έλεγαν, ο Θεός να έφτιαξε αυτό το βασίλειο του κακού - ο κόσμος είναι δημιούργημα μιας δεύτερης θεότητας ή μιας κακής αρχής. Τι μένει στον άνθρωπο να κάνει; Να αρνηθεί τον κόσμο και το σώμα του, να ασκήσει τη σοφία του και να καθαρίσει την ψυχή του, ώστε να ζήσει μέσα στο καλό.
Οι ακραίες αυτές θέσεις είχαν απήχηση σε ομάδες χριστιανών και διαμόρφωσαν ένα ισχυρό ρεύμα. Για τον Ωριγένη ο κόσμος δεν είναι κακός από τη φύση του και δεν πρέπει να τον αρνηθούμε, όπως οι Γνωστικοί. Είναι η αναγκαία συνθήκη της ύπαρξής μας, όπως και το σώμα. Το καλό και το κακό είναι ζήτημα επιλογής, που ο άνθρωπος μπορεί να την κάνει ελεύθερα. Το μεγαλύτερο κακό που διάλεξε να κάνει ο άνθρωπος (το προπατορικό) είναι ο εγωισμός: επιβεβαίωσε τον εαυτό του, χωρίζοντας από τον Θεό. Αυτή η ρήξη της σχέσης τους είναι τόσο μεγάλη που θεραπεύεται μόνο με τη θεϊκή αγάπη.
Αν ελευθερία σημαίνει και την ελευθερία να κάνεις το κακό, τότε το κακό είναι συνέπεια της άσκησης της ελευθερίας από τον άνθρωπο. Επομένως, ο άνθρωπος επιλέγοντας το κακό, σηματοδότησε την ελευθερία του (ίσως και την αυτοσυνείδησή του), αλλά ανέλαβε και το κόστος της.
Η πίστη του Ωριγένη στην πρόνοια (που είχαν και οι Στωικοί) μοιάζει να είναι και το αποκούμπι του κυνηγημένου - βάλσαμο ή ναρκωτικό, αυτό είναι άλλη ιστορία. Εκείνου που θέλει να ελπίζει ότι παρά το κοσμικό κακό, παρά το κοινωνικό κακό και το προσωπικό κακό (που τα έζησε και ο ίδιος ο Ωριγένης), στο τέλος θα θριαμβεύσει το καλό. Στα έσχατα της ιστορίας τα πάντα θα αποκατασταθούν μέσα στη θεϊκή αγάπη. Αυτή την αισιοδοξία δεν τη συγχώρεσαν στον Αλεξανδρινό οι επαγγελματίες διαχειριστές του μεταφυσικού φόβου.