Εξώφυλλο

Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση

Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι

των Β. Κάλφα και Γ. Ζωγραφίδη
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών

14.5. Ἀνέγνων, ἔγνων, οὐ κατέγνων: η στάση προς τη φιλοσοφία

Η φιλοσοφία, λοιπόν, έχει αξία αλλά δεν είναι αυταξία. Είναι μια προπαρασκευαστική σπουδή, ένα μέσο για την επίτευξη ενός ανώτερου σκοπού. Μην πιστέψουμε ότι αυτή η «εργαλειοποίηση» της φιλοσοφίας είναι μόνο χριστιανικό χαρακτηριστικό (ούτε ότι ανήκει μόνο σε κάποιο ζοφερό παρελθόν). Ας σκεφτούμε πώς θα έβλεπε τη φιλοσοφία ένας εθνικός ο οποίος δεν είχε εμπιστευθεί τη σωτηρία της ψυχής του αποκλειστικά στη φιλοσοφία, αλλά (για κάθε ενδεχόμενο) είχε μυηθεί και σε μερικές μυστηριακές λατρείες. Και ας σκεφτούμε ποια «αποστολή» ανατίθεται στη φιλοσοφία από φιλοσόφους και κάθε είδους αναμορφωτές, εκπαιδευτικούς, πολιτικούς, κοινωνικούς.

Ο Ωριγένης αναγνώριζε την αξία της φιλοσοφίας, ακριβώς επειδή τη γνώριζε. Στο έργο του που σώθηκε (γιατί ένα μεγάλο μέρος του έχει χαθεί) περιλαμβάνονται γύρω στα 150 παραθέματα από αρχαίους φιλοσόφους, τίτλους και αποσπάσματα που αλλιώς θα αγνοούσαμε, από την πλατωνική και τη στωική παράδοση. Κατείχε πολύ καλά τη φιλοσοφία της Στοάς, ίσως καλύτερα από τον πλατωνισμό, και ήταν σε θέση να διευκρινίζει δύσκολα ή και ελάχιστα γνωστά σημεία των δύο παραδόσεων.

Δεν τον ενδιέφερε όμως η διαμάχη με την ελληνική φιλοσοφία εν γένει ή με κάποια συγκεκριμένη σχολή ή θεωρία. Δεν ένιωθε την ανάγκη να απολογηθεί, σε μια περίοδο που οι περισσότεροι λόγιοι χριστιανοί έγραψαν απολογητικά (αμυντικά ή επιθετικά) κείμενα προς τους εθνικούς. Δεν ήταν λιγότερο βέβαιος από τον σύρο Τατιανό και άλλους απολογητές για την αλήθεια της πίστης του. Γνώριζε όμως σε βάθος τον αντίπαλό του, και δεν είχε την αυταρέσκεια ή την επιθετικότητα του νεοφώτιστου ή εκείνου που βίωνε τον ελληνικό πολιτισμό σαν δυσβάστακτη πολιτισμική ηγεμονία. Κι όταν συνέθεσε το ογκώδες απολογητικό έργο του Κατά Κέλσου, ήταν ήδη ηλικιωμένος και χρειάστηκε να τον παρακαλέσουν φορτικά για να το γράψει.

Ο Ωριγένης δεν είχε σύμπλεγμα κατωτερότητας προς τη φιλοσοφία: τη γνώρισε σαν ουσιαστικό συμπλήρωμα της παιδείας του. Το ίδιο και τον χριστιανισμό: τον γνώρισε από μικρός και δεν μεταστράφηκε σ᾽ αυτόν μετά από κάποια εσωτερική πάλη με το εθνικό φιλοσοφικό παρελθόν του, όπως συνέβη με άλλους χριστιανούς στοχαστές. Βέβαια, η μεταστροφή, φαινόμενο χαρακτηριστικό της εποχής, συνήθως φανέρωνε μια δυναμική ώθηση της σκέψης και ίσως την απώθηση άλλων πραγμάτων - άραγε χωρίς κόστος; Όμως το πάθος δεν έλειψε από τον Ωριγένη: το διοχέτευσε στην ερμηνεία των γραφών και στη συγκρότηση μιας (της πρώτης) «χριστιανικής φιλοσοφίας».