Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση
Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι
των Β. Κάλφα και Γ. Ζωγραφίδη
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών
10.8. Θεμελιώνοντας την ηθική στη φυσική και την ευτυχία στη μελέτη της φύσης
Όλα όσα απασχολούσαν τον Επίκουρο στην ηθική φιλοσοφία του είχαν πρακτικό προσανατολισμό: την κατάκτηση της ανθρώπινης ευτυχίας. Τον ίδιο προσανατολισμό, πίστευε ο φιλόσοφος, οφείλει να έχει κάθε θεωρητική ενασχόληση - και η επιστημονική ενασχόληση με τη φύση.
Στην ελληνιστική εποχή η επιστήμη βρέθηκε στο απόγειό της: τα μαθηματικά, η αστρονομία, η μηχανική, η ιατρική γνώρισαν πρωτόγνωρη άνθιση, με νέο κέντρο τους την Αλεξάνδρεια. Ο Επίκουρος δεν συμμεριζόταν την αρνητική στάση διάφορων Σωκρατικών που υποστήριζαν ότι είναι άχρηστο να ασχολείται κάποιος με τη φυσική επιστήμη. Υιοθέτησε σύγχρονές του αστρονομικές θεωρίες αλλά και παλαιότερες παρωχημένες. Για αυτόν η έρευνα της φύσης δεν αποτελούσε αυτοσκοπό, αλλά τη χρησιμοποιούσε για τους δικούς του σκοπούς. Δεν χρειάζονται ειδικευμένες θεωρίες και λεπτομέρειες: «η έρευνα της ανατολής, της δύσης, των ηλιοστασίων και των εκλείψεων δεν συμβάλλει καθόλου στην ευτυχία.»
Δεν έχουμε ανάγκη από ματαιόσπουδες σοφίες, αλλά από μιαν αθόρυβη ζωή.
Τι χρειαζόταν ακόμη ο Επίκουρος, προκειμένου να διασφαλίσει ότι ο άνθρωπος μπορεί να ευτυχήσει; Για τις επιθυμίες έδειξε ότι με το λογικό μας επιλέγουμε ορθά τις επιθυμίες που αξίζει να εκπληρώσουμε και ότι για να γίνει αυτό είναι απαραίτητο να καταλάβουμε τη φύση. Εναπόκειται, λοιπόν, στον άνθρωπο να ερευνήσει τη φύση, τη δική του και όλων των πραγμάτων. Επιπλέον, παρέμενε ένα σημαντικό εμπόδιο στην πορεία του ανθρώπου προς την ευτυχία: οι φόβοι του.
Αυτοί ήταν οι στόχοι της φυσικής του: (α) Να μελετήσει τα ουράνια και τα μετεωρολογικά φαινόμενα, να βρει τις φυσικές αιτίες τους και να αποδείξει ότι δεν είναι σημάδια θεϊκής εύνοιας ή οργής. Αυτή η γνώση είναι αναγκαία για να διαλύσει τους φόβους και τις δεισιδαιμονίες των πολλών, που πίστευαν ότι οι θεοί στέλνουν τα καλά και τα κακά στη ζωή μας, σαν να ήταν ευεργέτες ή τιμωροί των ανθρώπων.
(β) Ο δεύτερος στόχος της φυσικής ήταν να μελετήσει τη σύσταση των όντων και να αποδείξει ότι η ανθρώπινη ψυχή δεν είναι αθάνατη. Έτσι θα διαλυθεί και ο φόβος για τον θάνατο.
Για να αποδείξει αυτές τις απόψεις, ο Επίκουρος ακολούθησε την υλιστική ατομική φιλοσοφία του Δημόκριτου. Με δυο λόγια, υποστήριξε τα παρακάτω: Το σύμπαν είναι αμετάβλητο, άπειρο και χωρίς σκοπό. Ό,τι υπάρχει συνίσταται από «άτομα» και «κενό». Αυτά τα «άτομα» είναι αδιαίρετα και αμετάβλητα. Καθώς βρίσκονται σε συνεχή κίνηση στο κενό, όταν αποκλίνουν από την πορεία τους, συγκρούονται και σχηματίζουν σύνθετα σώματα. Σε ένα τέτοιο σύμπαν το κάθε τι είναι σωματικό, και δεν έχει θέση οτιδήποτε το υπερφυσικό.
Επομένως, (α) τα ουράνια σώματα δεν είναι υπερφυσικά όντα, και όλα τα φαινόμενα εξηγούνται με βάση τις κινήσεις των ατόμων, που δεν έχουν καμία σκοπιμότητα. Οι θεοί υπάρχουν ως σύνθετα σώματα, αλλά ούτε έφτιαξαν τον κόσμο ούτε ενδιαφέρονται για τους ανθρώπους. Ζουν γαλήνια και αιώνια, μακριά από τα εγκόσμια, μακριά κι ευτυχισμένα. Δεν έχουν καμία διάθεση να χαλάσουν την ηρεμία τους και να ασχοληθούν με τις ανθρώπινες υποθέσεις.
(β) Η ανθρώπινη ψυχή είναι κι αυτή σωματική, αν και αποτελείται από πολύ λεπτά «άτομα». Επειδή όμως είναι σύνθετη, όταν πεθαίνει ο άνθρωπος, η ψυχή διαλύεται μαζί με το σώμα. Αυτή η άποψη του Επίκουρου έρχεται σε μετωπική σύγκρουση με την πλατωνική (και όχι μόνο) αντίληψη για την αθανασία της ψυχής. Σημαίνει ότι δεν υπάρχει τίποτε αθάνατο στον άνθρωπο, τίποτε που να επιζεί από τον προσωπικό μας θάνατο, άρα και τίποτε που να έχουμε να φοβόμαστε για μετά τον θάνατο.
Κόπιασε πολύ ο Επίκουρος να δείξει ότι θα ηρεμήσουμε στη ζωή μας, όταν καταλάβουμε ότι το κάθε φαινόμενο οφείλεται σε κάποιους λόγους, ακόμη κι αν δεν μπορούμε πάντα να μαθαίνουμε τους συγκεκριμένους λόγους. Και επειδή πίστευε ότι η φυσική επιστήμη μάς οδηγεί στην «αταραξία», φρόντισε να αποδείξει ότι η γνώση που μας δίνει είναι αληθινή. Είναι αληθινή, υποστήριζε, γιατί βασίζεται στις αισθητηριακές μας εντυπώσεις· τις εντυπώσεις που αντιλαμβανόμαστε άμεσα με τον νου ή με τα αισθητήρια όργανα.