Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση
Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι
των Β. Κάλφα και Γ. Ζωγραφίδη
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών
2.1. Η γέννηση του κόσμου
Στο επίκεντρο της σκέψης του Αναξίμανδρου είναι η κοσμογονική αναζήτηση. Η διδασκαλία του Θαλή για τον πρωταρχικό ρόλο του νερού θα πρέπει να δημιούργησε ένα πρότυπο το οποίο ακολούθησαν οι άμεσοι επίγονοί του. Ενώ όμως ο Θαλής, όπως είδαμε, διατύπωσε κάποιες νύξεις μόνο για την προτεραιότητα του υγρού στοιχείου, στον Αναξίμανδρο βρίσκουμε μια πλήρως ανεπτυγμένη κοσμολογία, που αρχίζει από τη γέννηση του Κόσμου και φτάνει ως την εμφάνιση των ζωντανών οργανισμών και του ανθρώπου. Ο σημερινός αναγνώστης είναι φυσικό να εντυπωσιάζεται από την πρωτοτυπία και από τα προδρομικά στοιχεία της αναξιμάνδρειας κοσμολογίας, ίσως όμως το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό της να είναι η τάση για πληρότητα. Ο Αναξίμανδρος αισθάνεται την ανάγκη να εξηγήσει κάθε πλευρά του σύμπαντος που μας περιβάλλει, να δώσει μια συστηματική γενεαλογία του φυσικού κόσμου. Στην προσπάθειά του αυτή θα αξιοποιήσει τις προγενέστερες απόψεις αλλά και ένα πλήθος εμπειρικών παρατηρήσεων, τις οποίες θα πρέπει να συνέλεξε μόνος του. Όταν ωστόσο τα εμπειρικά δεδομένα είναι ανεπαρκή (πράγμα απολύτως φυσικό για ένα τόσο πρώιμο στάδιο σκέψης), δεν διστάζει να διατυπώνει τολμηρές θεωρήσεις, καθώς πρώτιστο μέλημά του είναι να φτάσει σε μια συνολική περιγραφή της φυσικής πραγματικότητας.
Ο κόσμος λοιπόν προήλθε, κατά τον Αναξίμανδρο, από ένα πρωταρχικό υλικό, αιώνιο και άφθαρτο, που αποκαλείται «άπειρο». Από το άπειρο αποχωρίστηκαν οι δύο βασικές αντίθετες δυνάμεις, του θερμού και του ψυχρού. Το θερμό πήρε τη μορφή πύρινης σφαίρας, και το ψυχρό τη μορφή νεφελώδους αέρα. Η πύρινη σφαίρα τύλιξε τον νεφελώδη αέρα, και στο εσωτερικό του συμπυκνώθηκε η Γη. Στη συνέχεια η πύρινη σφαίρα εξερράγη, εκτινάχθηκαν δακτύλιοι φωτιάς και αέρα και έτσι σχηματίστηκαν ο Ήλιος, η Σελήνη και τα άστρα. Η ακίνητη Γη καταλαμβάνει το κέντρο του σύμπαντος, που θα πρέπει να το φανταστούμε κλειστό και ίσως σφαιρικό, και γύρω από τη Γη κινούνται οι δακτύλιοι των ουρανίων σωμάτων, με τον Ήλιο να τοποθετείται στην πιο απομακρυσμένη από τη Γη θέση και τα άστρα στην πιο κοντινή. Ένας κοσμικός άνεμος είναι υπεύθυνος για τα κύρια μετεωρολογικά φαινόμενα. Προκαλεί τη βροντή και την αστραπή, την κίνηση των νεφών, ίσως και των άστρων, τη συμπύκνωση των υδρατμών η οποία καταλήγει στη βροχή.
Η αρχική κατάσταση της Γης ήταν υγρή. Ο Ήλιος με τη θερμότητά του προκαλεί τη βαθμιαία αποξήρανση της επιφάνειας της Γης, με τον περιορισμό του υγρού στοιχείου στη θάλασσα, ενώ δημιουργεί και ευνοϊκές συνθήκες για τη γέννηση της ζωής. Η ζωή, κατά τον Αναξίμανδρο, ξεκίνησε από τη θάλασσα. «Τα πρώτα ζώα γεννήθηκαν στο υγρό στοιχείο και είχαν αρχικά αγκαθωτό κέλυφος· καθώς μεγάλωναν, έβγαιναν στην ξηρά, έσπαζε το κέλυφός τους και ζούσαν με έναν διαφορετικό τρόπο» (Αέτιος 5.19.4). Ο άνθρωπος προήλθε από άλλο ζωικό είδος, μάλλον από τα ψάρια, αφού, «καθώς χρειάζεται μακροχρόνια μητρική φροντίδα, θα ήταν αδύνατο να επιβιώσει αν αυτή [η ανθρώπινη] ήταν η αρχική του μορφή» (Ψευδοπλούταρχος, Στρωματείς 2). Έτσι λοιπόν ενηλικιώθηκε μέσα σε ιχθυόμορφα πλάσματα και βγήκε από αυτά όταν πια ήταν ικανός να συντηρήσει τον εαυτό του.
Η συνοπτική αυτή περιγραφή δείχνει πρώτα απ᾽ όλα πόσο μακριά από τη μυθολογική σκέψη είναι η κοσμολογία του Αναξίμανδρου. Ο Αναξίμανδρος σε μεγάλο βαθμό στηρίζεται σε έναν σωστό συνδυασμό εμπειρικής παρατήρησης και λογικού συλλογισμού. Από την παρατήρηση ότι ο άνθρωπος χρειάζεται αισθητά μεγαλύτερη φροντίδα από τα άλλα ζώα για να γίνει ικανός προς επιβίωση, φτάνει στο εύλογο συμπέρασμα ότι ο άνθρωπος προήλθε από άλλο ζωικό είδος. Η επιλογή τώρα της χρονικής προτεραιότητας των ψαριών θα πρέπει να ξεκίνησε από την κοινή διαπίστωση ότι το υγρό στοιχείο ευνοεί την ανάπτυξη της ζωής. Αυτή ωστόσο η γραμμή της σκέψης δεν μπορεί να καλύψει και τομείς της κοσμολογίας όπου δεν είναι δυνατόν να έχει κανείς εμπειρικές παρατηρήσεις. Για παράδειγμα, τι μπορεί να παρατηρήσει κανείς για την υφή και την προέλευση των άστρων; Ίσως είναι εύλογο να αποδώσει κανείς στα άστρα πύρινη φύση, αφού είναι πηγές φωτός και, στην περίπτωση του Ήλιου, θερμότητας. Για τη γέννησή τους όμως και την απόστασή τους από τη Γη, η εμπειρία ελάχιστα μας βοηθά. Εδώ ακριβώς έρχεται η τολμηρή φαντασία του Αναξίμανδρου να καλύψει κάθε κενό. Και καταρχήν στην επιλογή του μυστηριώδους «απείρου».