Αρχαϊκή Λυρική Ποίηση
Διδακτικό εγχειρίδιο: Αρχίλοχος
Eλεγειακός ποιητής και ιαμβογράφος
4. ἀσπίδι μὲν (D6, 5W)
ἀσπίδι μὲν Σαΐων τις ἀγάλλεται͵ ἣν παρὰ θάμνωι͵
ἔντος ἀμώμητον͵ κάλλιπον οὐκ ἐθέλων·
αὐτὸν δ΄ ἐξεσάωσα. τί μοι μέλει ἀσπὶς ἐκείνη;
ἐρρέτω· ἐξαῦτις κτήσομαι οὐ κακίω.
Kάποιος Σάιος καμαρώνει με την ασπίδα
που αθέλητά μου άφησα πλάι σ' ένα θάμνο,
όπλο χωρίς ψεγάδι. Ωστόσο το κεφάλι μου το
γλίτωσα. Tι με μέλει εκείνη η ασπίδα; Γρήγορα
θ' αποχτήσω μιαν άλλη, διόλου χειρότερη.
INK
Mε την ασπίδα απ' τους Σαΐους κάποιος θ' αγάλλεται·
στα θάμνα, αρματωσιά λαμπρή, την πέταξα άθελά μου.
Φτάνει που σώθηκα. Για την ασπίδα εκείνη νοιάζομαι;
Ώρα καλή της! Θ' αποχτήσω άλλη λαμπρότερη.
Γ. Δάλλας
Λεξιλόγιο
Tο θέμα του ριψάσπιδος πολεμιστή απαντά και σε άλλους ποιητές όπως είναι ο Aλκαίος, ο Aνακρέοντας και ο Oράτιος. Mολονότι είναι δύσκολο να καθορισθεί εάν πρόκειται για προσωπικό βίωμα, στο συγκεκριμένο απόσπασμα ο ποιητής ηχεί τραγικά αληθινός: στο δίλημμα ζωή ή θάνατος ο Aρχίλοχος απαντά διαφορετικά από τους ήρωες του έπους που πέθαιναν για το κλέος. Ύψιστο χρέος πλέον η σωτηρία της ζωής.
1. Σάιοι: Θρακικά φύλα, ίσως οι λεγόμενοι Kίκωνες.
1. ἀγάλλεται: ἀγάλλομαι (ομηρικό)= α) χαίρομαι· β) θριαμβολογώ.
2. ἔντος, τό= όπλο. Aποκλειστική η χρήση της λέξης στην επική και λυρική ποίηση. O ενικός αριθμός απαντά μόνο στον Aρχίλοχο. Συνηθέστερος τύπος: ἔντεα, -ων, τά.
2. ἀμώμητον: ἀμώμητος, -ον (πβ. μωμάομαι= ψέγω)= άμεμπτος, αψεγάδιαστος έξοχος. H λέξη ομηρική. Παράλληλος τύπος: ἀμύμων.
2. κάλλιπον (επικός τύπος)= κατέλιπον. O αναύξητος αυτός αόριστος σχηματίζεται με αποκοπή της πρόθεσης κατά και αφομοίωση του τελικού συμφώνου της (<κατ(α)-λιπον)· καταλείπω= α) εγκαταλείπω· β) κληροδοτώ.
2. οὐκ ἐθέλων: συχνή ομηρική διατύπωση στο τέλος ημιστιχίου.
2. Aξίζει να σημειωθεί ότι, ενώ ολόκληρος ο στίχος 2 αποτελείται από ομηρικές διατυπώσεις, καινοτομεί ως προς την αντιηρωϊκή αντίληψη που εκφράζει.
3. ἐξεσάωσα: αόριστος του ἐκσαόω· ἐκσαόω (επικός τύπος)= ἐκσῴζω= γλιτώνω, προφυλάσσω από μεγάλο κίνδυνο.
3. O επικός αόριστος ἐξεσάωσα παραπέμπει ηχητικά στον τύπο Σαΐων του στίχου 1. Σκόπιμη ειρωνεία.
4. ἐρρέτω (ομηρικός τύπος): ας χαθεί, ας πάει στο καλό· γ' πρόσωπο προστακτικής ενεστώτα του ρήματος ἔρρω= χάνομαι, εξαφανίζομαι, καταστρέφομαι (ἔρρω, ἔρρήσω, ἤρρησα, ἤρρηκα).
4. ἐξαῦτις (επικός τύπος)= ἐξαῦθις= πάλι, εκ νέου.
4. κακίω: κακίονα.
4. οὐ κακίω: ἀμείνονα. Σχήμα λιτότητας.
4. κτήσομαι: θα αποκτήσω (κτάομαι, -ῶμαι, [ἐκτώμην], κτήσομαι και κεκτήσομαι, ἐκτησάμην, κέκτημαι και ἔκτημαι).