Εξώφυλλο

Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση

Αρχαϊκή Επική Ποίηση: Από την Ιλιάδα στην Οδύσσεια

των Δ. Ν. Μαρωνίτη και Λ. Πόλκα
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών

12.3.4. Κλέος και αρετή της Πηνελόπης

Με τον νόστο του Οδυσσέα και την εκδικητική εξόντωση των μνηστήρων συμπλέκεται και το κλέος της Πηνελόπης. Απεγνωσμένη η βασίλισσα της Ιθάκης δηλώνει δύο φορές (πρώτα προς τον μνηστήρα Ευρύμαχο και ύστερα προς τον μεταμορφωμένο ξένο της Οδυσσέα) ότι, αν επέστρεφε ο άντρας της, εκείνη θα κέρδιζε μεγαλύτερη ακόμη δόξα (τ 127-128 = σ 254-255):

Αν ήταν να γυρίσει, αν κυβερνούσε πάλι τη ζωή μου,

τότε κι η δόξα μου θ᾽ ανέβαινε ψηλότερα [μεῖζον κλέος] όλα θα πήγαιναν

καλύτερα. Μα τώρα εγώ μαραίνομαι [ἄχομαι], με τόσα βάσανα

που ο δαίμονας κακός μου φόρτωσε.

Όπως ο γιος, έτσι και η μάνα του μετεωρίζεται ανάμεσα στην κρυφή ελπίδα και στη φανερή απογοήτευση, ενώ ο ακροατής και ο μεταμορφωμένος ξένος της Οδυσσέας γνωρίζουν ότι η απραγματοποίητη επιθυμία της βασίλισσας (ο νόστος του άντρα της) είναι ήδη πραγματικότητα και ότι οι λύπες της θα ανήκουν σύντομα στο παρελθόν. Στη δεύτερη ραψωδία ο Αντίνοος υποστήριζε ότι η Πηνελόπη, με τον αναβλητικό δόλο του ιστού, κερδίζει φήμη και καλό όνομα (μέγα κλέος, β 125) παραπλανώντας τους μνηστήρες. Τώρα η βασίλισσα της Ιθάκης εξομολογείται στον ξένο της ότι το κλέος της θα ήταν ακόμη μεγαλύτερο, αν με τον νόστο του ο άντρας της έβαζε τέλος στο πολύχρονο ἄχος της, εξοντώνοντας τους αλαζονικούς μνηστήρες, που όλα αυτά τα χρόνια την πολιορκούν παρά τη θέλησή της. Στο υποθετικό κλέος της Πηνελόπης εμπεριέχεται και πάλι ο δόλος, καθώς, όπως εξομολογείται στον μεταμορφωμένο ξένο της η περίφρων σύζυγος, ποθώντας τον άντρα της, αναβάλλει τον δεύτερο γάμο της με το τέχνασμα του ιστού, σκαρώνοντας κι αυτή δόλους (τ 137).

Όπως ο δόλος του Οδυσσέα έτσι και ο δόλος της Πηνελόπης στη σχέση του με το κλέος έχει αμφίσημη λειτουργία. Αν η χρήση του δόλου αντιστρατεύεται την παραδοσιακή πολεμική αρετή του ήρωα στη μάχη, ο δόλος της γυναίκας παραβιάζει την παραδοσιακή της αρετή ως πιστής και αφοσιωμένης συζύγου στα του οίκου της. Ωστόσο, η χρήση του δόλου από τις γυναίκες στο οδυσσειακό έπος, τουλάχιστον για τον νεκρό Αγαμέμνονα, θεωρείται αναμενόμενη. Παράδειγμα η δολόμητις γυναίκα του Κλυταιμνήστρα, που τον δολοφόνησε μαζί με τον Αίγισθο, με αποτέλεσμα η πράξη της να αποτελεί «ντροπή» (αἶσχος, λ 433) όχι μόνο για την ίδια αλλά και για όλες της μελλούμενες γυναίκες. Αν και ο δολοφονημένος βασιλιάς, στη συνομιλία του με τον ζωντανό Οδυσσέα στη «Μεγάλη Νέκυια», διαχωρίζει το ήθος της πανούργας γυναίκας του από αυτό της συνετής και έξυπνης Πηνελόπης, αναφερόμενος εντούτοις στον επικίνδυνο χαρακτήρα των γυναικών, προειδοποιεί τον Οδυσσέα να πάρει τα μέτρα του όταν θα συναντήσει τη γυναίκα του (λ 427-434, 441-443, 454-456). Ο δόλος παρά ταύτα των συζύγων του παλατιού της Ιθάκης, παραπέμποντας στην ομοφροσύνη τους (πρβ. ε 181-185), συνδέεται στην έξοδο του έπους με το κλέος αντί με το αἶσχος.

Η Πηνελόπη, όπως και ο Οδυσσέας (ι 19-20), εκφέρει σε πρώτο ενικό πρόσωπο το μελλοντικό της κλέος. Όμως η εξασφάλιση της φήμης της, το τέλος του ἄχους της, εξαρτάται ολότελα από τον νόστο του άντρα της. Ωστόσο, και ο Οδυσσέας πρέπει να επιστρέψει στην Πηνελόπη. Και για να το κατορθώσει αυτό, βάζοντας τέλος στα πάθη του, χρειάζεται την έμπιστη αφοσίωση και υποστήριξη της γυναίκας του. Απαραίτητη επομένως προϋπόθεση για την επανένωση του Οδυσσέα και της Πηνελόπης στον συζυγικό τους θάλαμο (ψ 330 κ.ε.) -οριακό σημείο όπου η αμοιβαία ερωτική και διηγητική τους τέρψη έχει χαρακτηριστεί τέλος (και σκοπός) της Οδύσσειας- είναι η αλληλοεξάρτηση. Ένα πρώτο σήμα της, που ανακλάται στον λόγο περί κλέους, εντοπίζεται στην απάντηση που δίνει ο μεταμορφωμένος Οδυσσέας στη γυναίκα του, όταν τον ρωτά για την ταυτότητά του (τ 107-110):

Ω δέσποινά μου, ποιος θνητός στη γη μας την ατέρμονη

ψεγάδι εσένα θα μπορούσε να σου βρει· έφτασε η δόξα σου

ψηλά κι απλώθηκε στον ουρανό [κλέος οὐρανὸν εὐρὺν ἱκάνει], σαν κάποιου βασιλιά·

άψογος και θεοσεβής, ένα λαό μεγάλο και γενναίο κυβερνά,

με γνώμονα τη δίκαιη κρίση του.

Ο δίχως κλέος και χωρίς όνομα ξένος/άρχοντας της Ιθάκης, παρομοιάζοντας το κλέος της Πηνελόπης με εκείνο ενός άψογου και θεοσεβούς βασιλιά, μεταφέρει χαρακτηριστικά που στερείται προς το παρόν ο ίδιος στη γυναίκα του. Η απελπισμένη βασίλισσα που, δίχως τον κύριο του οίκου της, αντιστέκεται όλα αυτά τα χρόνια με τον δόλο του ιστού στους αλαζόνες μνηστήρες της, δέχεται από τον ξένο επαίτη της ένα κλέος που, όπως του εξαφανισμένου άντρα της, φτάνει μέχρι τον ουρανό. Με τη χρήση της αντίστροφης ως προς το γένος της παρομοίωσης, ο ποιητής εγκαινιάζει μια επική συνθήκη όπου οι σύζυγοι, δοκιμάζοντας ο ένας τον άλλον, αναγνωρίζουν και φέρνουν στην επιφάνεια το απωθημένο κλέος τους. Η Πηνελόπη, στο μεταξύ, εξωραϊσμένη από την πολύβουλη Αθηνά, επινοεί το αγώνισμα της τοξοθεσίας, στο οποίο βγαίνει νικητής, ως ἄριστος μνηστήρας της, ο ξένος ζητιάνος της.

Η άκρως ειρωνική, αντιθετικώς συμπληρωματική, σχέση των συζύγων εγκωμιάζεται από τον Αγαμέμνονα στη «Μικρή Νέκυια». Ενώ η σκιά του Αμφιμέδοντα εξιστορεί στον νεκρό Αγαμέμνονα τον αμοιβαίο δόλο των συζύγων (ω 128, 141, 167), που οδήγησε στον άθλιο θάνατο τους μνηστήρες, ο νεκρός βασιλιάς των Αχαιών θεωρεί τον χαμό τους μάλλον κλέος, καθώς μακαρίζει τον Οδυσσέα και επαινεί την αρετή της Πηνελόπης (ω 192-202):

Καλότυχε [ὄλβιε] γιε του Λάερτη, Οδυσσέα πολύτεχνε,

είχες την τύχη εσύ ταίρι σου ν᾽ αποκτήσεις μ᾽ αρετή μεγάλη·

άψογη η Πηνελόπη, του Ικαρίου η κόρη, με φρόνημα αγαθό,

ποτέ τον Οδυσσέα δεν λησμόνησε, ομόκλινό της σύζυγο.

Γι᾽ αυτό και δεν θα σβήσει η ενάρετή της δόξα [κλέος οὔ ποτ᾽ ὀλεῖται ἀρετῆς

για τους θνητούς οι αθάνατοι τραγούδι ωραίο θα στήσουν,

τιμή στη μυαλωμένη Πηνελόπη.

Όχι όπως η δική μου, η κόρη του Τυνδάρεου, που έργα φριχτά

μελέτησε, κι έσφαξε, όπως έσφαξε, τον νόμιμό της άντρα.

Αυτής της μέλλεται τραγούδι μισητό στο στόμα των ανθρώπων, που θα φορτώσει

και στο μέλλον φήμη βαριά [χαλεπὴν φῆμιν] στων γυναικών τη φύτρα,

ακόμη κι αν αποδειχτεί κάποια γυναίκα ενάρετη.

Το εγκώμιο του Αγαμέμνονα τερματίζει στη μορφή κλίμακας σειρά μακαρισμών που εμφανίστηκαν ήδη στο έπος. Στην ανώτερη σκάλα της τοποθετείται ο ὄλβιος Οδυσσέας υπερβαίνοντας, εκτός από τους μάκαρες συμπολεμιστές του, τον μακάρτατον και ὄλβιον Αχιλλέα, ο οποίος κατέκτησε κλέος ἄφθιτον πεθαίνοντας πριν την ώρα του στον πόλεμο της Τροίας. Ο μακαρισμός ωστόσο του ήρωα οφείλεται στην άψογη συμπεριφορά και το αγαθό φρόνημα της γυναίκας του. Στην Πηνελόπη αποδίδει ρητά ο δολοφονημένος βασιλιάς το αθάνατο κλέος, και μόνο μέσω αυτής μπορεί να το οικειοποιηθεί και ο σύζυγός της. Η αντίθεση προς το κλέος που κερδίζουν στον πόλεμο οι ήρωες στην Ιλιάδα είναι χαρακτηριστική, καθώς το κλέος στον επίλογο της Οδύσσειας το καρπώνεται κυρίως για την αρετή στα του οίκου της μια γυναίκα, που δεν εμφανίζεται ποτέ στην Ιλιάδα. Η Οδύσσεια στον επίλογό της πάει να γίνει και Πηνελόπεια.

Με το «ενάρετο» και αθάνατο κλέος της Πηνελόπης οι γενικόλογες προειδοποιήσεις του Αγαμέμνονα προς τον ζωντανό Οδυσσέα να φυλάγεται από το άπιστο φύλο των γυναικών ακυρώνονται. Η μοίρα των δύο αντρών αντιδιαστέλλεται μέσω των γυναικών τους. Η Κλυταιμνήστρα, μνημειωμένη σε μισητό τραγούδι εξαιτίας της φριχτής της πράξης, θα αφήσει βαριά τη φήμη της σ᾽ όλο το γυναικείο φύλο, για να αποδειχθεί όνομα και πράγμα: αυτή που φημίζεται (Κλυται-) για την ικανότητά της να μήδεται «μηχανεύεται» (-μήστρα) ανόσια έργα. Αντίθετα, η πιστή στον άντρα της Πηνελόπη θα αποκτήσει ενάρετη φήμη και άφθαρτη αναγνώριση, που θα διαιωνίζεται σε ωραίο τραγούδι, «συνθεμένο» μάλιστα από τους θεούς. Η δολόμητις σύζυγος του Αγαμέμνονα εκμεταλλεύτηκε την πονηρή της σκέψη όχι μόνο ενόψει της παρασυζυγίας της (όπως η Ελένη) αλλά και του φόνου του άντρα της - πράξεις που θα μείνουν αξέχαστες ως αἶσχος. Αντίθετα, η μυαλωμένη Πηνελόπη χρησιμοποίησε τα δολερά της τεχνάσματα ενόψει της συζυγικής της αφοσίωσης, που επιβραβεύεται με ενάρετο και αθάνατο κλέος. Και στον βαθμό που η «απογείωση» της βασίλισσας της Ιθάκης συμβαίνει μέσα στην επική αοιδή, αναρωτιέται κανείς μήπως το ωραίο τραγούδι που θα στήσουν προς δόξα της οι θεοί είναι η ίδια η Οδύσσεια· αν, κατ᾽ επέκταση, η πρόβλεψη του Αγαμέμνονα για το αθάνατο κλέος της γυναίκας του Οδυσσέα μπορεί να λειτουργήσει και ως πρόγνωση για την τύχη του ποιητή της Οδύσσειας.

Σημασία έχει ότι με τη ρευστή (συχνά αμφίσημη και ειρωνική) χρήση της γλώσσας του κλέους ο ποιητής στην Οδύσσεια κατοχυρώνει τη συνειδητή άμιλλά του με τον ποιητή της Ιλιάδας, χαρακτηρισμένη και ως δημιουργική μίμηση. Το μεταγενέστερο έπος, συνθεμένο προφανώς σε χρόνο που τα ηρωικά ιδεώδη επαναπροσδιορίζονται, φιλοξενεί τον προηγούμενο στον δικό του κόσμο, ενώ ταυτόχρονα διαφοροποιείται, κατορθώνοντας τελικά την υπέρβαση που ενυπάρχει σε κάθε μορφή δημιουργικής ζωής - όχι αποκλειστικά στην τέχνη.

Λ. Πόλκας