Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση
Αρχαϊκή Επική Ποίηση: Από την Ιλιάδα στην Οδύσσεια
των Δ. Ν. Μαρωνίτη και Λ. Πόλκα
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών
12. Το κλέος
12.1. Φήμη και δόξα
Ο εντονότερος και πλέον επιθυμητός στόχος των ηρωικών μορφών στα ομηρικά έπη είναι να αποκτήσουν κλέος. Σ᾽ έναν κατά βάση ανταγωνιστικό κόσμο, όπου η υπόληψη ενός ήρωα ή μιας ηρωίδας εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από το πώς τους βλέπουν και τους συζητούν οι άλλοι, το κλέος είναι το θεμελιώδες μέτρο για την αξία τους απέναντι στον εαυτό τους και στους άλλους. Σημαδεύει την κοινωνική τους ταυτότητα μέσα στο έπος, την ιστορία τους, που επιβιώνει στο στόμα των άλλων.
Η λέξη κλέος έχει στα δύο ομηρικά έπη δύο κύριες (συχνά συμπληρωματικές μεταξύ τους και επικαλυπτόμενες) σημασίες. Στην πρώτη, κάπως ουδέτερη, σημασία του το κλέος (με συναφές το ρήμα κλύω «ακούω») αναφέρεται σε «ό,τι ακούγεται» για ένα πράγμα, γεγονός ή ηρωικό υποκείμενο· κατ᾽ επέκταση, στη φήμη και στις διαδόσεις που κυκλοφορούν από στόμα σε στόμα και αποτελούν συχνά είδηση. Στην Ιλιάδα ο Αγαμέμνονας ντύνεται για την επικείμενη αριστεία του τον θώρακά του, που του τον δώρισε, λέει ο ποιητής, ο Κινύρας από την Κύπρο, μόλις έφτασε στο νησί του η μεγάλη είδηση (μέγα κλέος, Λ 21) για την αναχώρηση των Αχαιών στην Τροία. Στην Οδύσσεια ο Τηλέμαχος ρωτά τον χοιροβοσκό Εύμαιο για τη φήμη (κλέος, π 461) που κυκλοφορεί στην πόλη της Ιθάκης σχετικά με την επιστροφή του νεαρού ήρωα από την Πελοπόννησο.
Ακόμη και αντικείμενα, μέρη, μνημεία και γεγονότα έχουν κλέος ή χαρακτηρίζονται με το επίθετο κλυτός «ξακουστός», καθώς, άμεσα συνδεδεμένα με την ταυτότητα και τον ρόλο των ηρωικών μορφών, οι άλλοι τα συζητούν και έχουν να διηγηθούν κάτι γι᾽ αυτά τόσο στο παρόν όσο και στο μέλλον.
Στη δεύτερη -επιτονισμένη προέκταση της πρώτης- σημασία του το κλέος (με συγγενή τον επικό ρηματικό τύπο [ἐπι]κλείω «επαινώ, δοξάζω»), δηλώνει τη δόξα. Στην Ιλιάδα ο τρωαδίτης επίκουρος Ιφιδάμαντας, επιδιώκοντας τη δόξα σε βάρος των Αχαιών (κλέος […] Ἀχαιῶν, Λ 227), εγκατέλειψε τον γαμήλιο θάλαμό του και ήρθε να πολεμήσει στην Τροία. Κοιμήθηκε ωστόσο νιόγαμπρος τον χάλκινο ύπνο, μένοντας διάσημος με 27 περίπου στίχους. Στην Οδύσσεια η θεά Αθηνά αναφέρει στον Τηλέμαχο πως ο Ορέστης κατέκτησε δόξα (κλέος, α 298) πανανθρώπινη εξοντώνοντας τον Αίγισθο, που σκότωσε τον ξακουστό (κλυτόν, α 300) πατέρα του νεαρού ήρωα.
Το κλέος έχει σαφέστερη εγκωμιαστική χροιά στη σύνδεσή του με την αοιδή. Εξάλλου, το μέσο που διαδίδει και συντηρεί στα ομηρικά έπη το κλέος (στον πληθυντικό κλέα) είναι το τραγούδι. Οι αοιδοί δοξάζουν (κλείουσιν) τα ἔργα ἀνδρῶν τε θεῶν τε (α 338), ενώ τα κλέα ἀνδρῶν είναι το κεντρικό θέμα των τραγουδιών τους (θ 73, πρβ. I 189, Ησίοδος Θεογονία 99-100). Το κλέος έτσι δεν είναι μια αφηρημένη και απροσδιόριστη έννοια, καθώς η ύπαρξή του προϋποθέτει την επική ιστορία. Στα ομηρικά έπη αοιδοί και ποιητής ψάλλουν και διηγούνται κατορθώματα θεών και ηρώων που έχουν κλέος, προσδίδοντάς τους παράλληλα κλέος. Έτσι, μέσα στο επικό τραγούδι τα γεγονότα αποκτούν ένα είδος μονιμότητας και αντικειμενικής ύπαρξης που, σε σχέση με τη σύντομη ζωή των ακροατών, τα εδραιώνει στη σφαίρα της αιωνιότητας.
Κατά κάποιον τρόπο έξω από το έπος δεν υπάρχει κλέος. Οι ηρωικές μορφές αποκτούν φήμη και δόξα και έτσι γίνονται αοίδιμοι, άξιοι να τους θυμούνται μέσα από το επικό τραγούδι οι επόμενες γενιές. Στην Ιλιάδα ἀοίδιμοι για τις συμφορές που προκάλεσαν σε Αχαιούς και Τρώες θα γίνουν από τους κατοπινούς ανθρώπους η Ελένη με τον Αλέξανδρο (Ζ 357-358), ενώ στην Οδύσσεια το κλέος της Πηνελόπης θα διαιωνιστεί με ωραίο τραγούδι (ω 196-198). Επίσης, το κλέος ανακλάται μέσα στο επικό τραγούδι, όταν ο Αχιλλέας ψάλλει κλέα ἀνδρῶν (I 189) και ο Οδυσσέας αυτοεπαινείται στους Φαίακες για το ανυπέρβλητο κλέος του (ι 20), που λίγο πριν έψαλλε ο αοιδός Δημόδοκος.
Η έγνοια των ηρώων και των ηρωίδων να επιβιώσουν μέσα στο επικό τραγούδι αντιστοιχεί στο ενδιαφέρον του ίδιου του ποιητή να προσδώσει μιαν ανάλογη ποιότητα στα γεγονότα που συνθέτουν το κλέος, εφόσον αυτό είναι το κύριο θεματικό υλικό της επικής του ιστορίας. Αν και ο Όμηρος δεν ομολογεί στο έπος το δικό του κλέος, δοξάζοντας ωστόσο τους ήρωες και τις ηρωίδες του παρελθόντος, προεξοφλεί κατά κάποιον τρόπο τη φήμη του δικού του έργου. Κατ᾽ επέκταση, ο έπαινος του ποιητή για το κλέος των ηρωικών του μορφών μπορεί να εκληφθεί και ως εγκώμιο για την ποίησή του.
Η σημασία που έχει το κλέος στα ομηρικά έπη προκύπτει και από το ότι εμπλέκεται στη σχέση εξάρτησης του ποιητή και του αοιδού από τις Μούσες, με την παρέμβαση των οποίων κατοχυρώνεται στη μνήμη των ακροατών η φήμη και η δόξα των ηρωικών μορφών. Ο ποιητής στην Ιλιάδα, λίγο πριν αρχίσει ο Κατάλογος των Πλοίων, επικαλείται τη βοήθεια των Μουσών, για να μπορέσει να αρχίσει την εκτενή διήγηση των δυνάμεων των Αχαιών που μετείχαν στον πόλεμο της Τροίας (Β 484-492):
Ψάλετέ μου τώρα, Μούσες, που ζείτε στα Ολύμπια παλάτια, γιατί εσείς είστε θεές, και βρίσκεστε παντού, και τα ξέρετε όλα· εμείς μόνο τη φήμη [κλέος] ακούμε και δεν ξέρουμε τίποτε: ποιοι ήταν οι αρχηγοί των Δαναών και οι κυβερνήτες; Για τους πολλούς δε θα μπορούσα να μιλήσω, ούτε να πω τα ονόματά τους, κι αν ακόμα είχα δέκα γλώσσες και δέκα στόματα και φωνή που δε θα έσπαζε και είχα ατσαλένια καρδιά μέσα μου, εκτός αν οι Ολυμπιάδες Μούσες, οι κόρες του Δία που κρατεί την αιγίδα, μου θύμιζαν πόσοι ήρθαν κάτω από το Ίλιο.
Οι Μούσες γνωρίζουν και ελέγχουν τα πάντα (παρελθόντα, παρόντα και μέλλοντα, κοντινά και μακρινά). Η πανταχού παρουσία και παντογνωσία τους εγγυάται την αλήθεια, την ακριβή και αξιόπιστη γνώση, η οποία στην επική παράδοση συνδέεται με τη Μνημοσύνη (Ησίοδος Θεογονία 52-53). Αντίθετα προς τις Μούσες, οι θνητοί/ποιητές αγνοούν την αλήθεια των γεγονότων, υποστηρίζοντας τη διήγησή τους μόνο με φήμες (κλέος) που ακούν, με τις προφορικές διαδόσεις και παραδόσεις. Έτσι, αρχικά το κλέος, με τη σημασία της φήμης, της επαναλαμβανόμενης πληροφορίας που κυκλοφορεί ανάμεσα στους ανθρώπους, υποστηρίζει την αντίθεση ανάμεσα στην άγνοια των θνητών/ποιητών και στην παντογνωσία των Μουσών. Όμως, με την προσφυγή του ποιητή στις Μούσες, για να του θυμίσουν τους αρχηγούς των Αχαιών και τα καράβια τους, κατοχυρώνεται κατά κάποιον τρόπο η αντικατάσταση του «κλέους-φήμη» με το αξιόπιστο, θεϊκής προέλευσης, κλέος, που του υποβάλλουν ως μάρτυρες των γεγονότων οι κόρες του Δία. Διακρίνεται έτσι το έργο του ποιητή από άλλες προφορικές παραδόσεις (τῶν πρόσθεν […] κλέα ἀνδρῶν | ἡρώων, I 524-525) που διηγούνται οι ήρωες στο έπος. Στην Οδύσσεια, εξάλλου, ο ποιητής αναφέρει πως η Μούσα εμπνέει στον αοιδό Δημόδοκο τα κλέα ἀνδρῶν (θ 73, πρβ. 481, 488, Ησίοδος Θεογονία 22-23):
η Μούσα παρακίνησε τον αοιδό να ψάλει τα κατορθώματα
γενναίων ανδρών [κλέα ἀνδρῶν].
Κατ᾽ επέκταση, ποιητές και αοιδοί στα ομηρικά έπη εμφανίζονται ως διαμεσολαβητές των Μουσών, ώστε δικαιολογημένα το έργο του ποιητή να συνοψίζεται στο «ακούω τη φήμη, δοξάζω τα έργα, τέρπω τους ανθρώπους» (Schadewaldt 1980, 99). Ωστόσο, η εξαρτημένη σχέση του ποιητή από τις Μούσες μπορεί και να μην είναι μόνο δείγμα υποταγής ή μετριοπάθειας, αλλά και ευέλικτος και αποτελεσματικός τρόπος διαφήμισης της δικής του τέχνης. Στην πραγματικότητα ο ίδιος ο ποιητής είναι τεχνίτης του κλέους. Το ίδιο το ομηρικό ποίημα αποφέρει δόξα, με αποτέλεσμα το μήνυμα (κλέος) να εμφανίζεται ως δημιουργία του μέσου (της αοιδής) που το διαδίδει.
Λ. Πόλκας