Εξώφυλλο

Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση

Αρχαϊκή Επική Ποίηση: Από την Ιλιάδα στην Οδύσσεια

των Δ. Ν. Μαρωνίτη και Λ. Πόλκα
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών

7.2. Το διπλό θέμα

Το αξονικό θέμα των «Μεγάλων Απολόγων» είναι ο μετέωρος, εξωτερικός νόστος του Οδυσσέα, με αφετηριακό επεισόδιο τη σύγκρουση με τους Κίκονες και τελικό σημείο την καθήλωση του ήρωα στο νησί της Καλυψώς. Ριψοκίνδυνος ασφαλώς νόστος, σημαδεμένος με παθήματα, στο όριο συχνά ζωής και θανάτου. Μετά η Σχερία αποτελεί ακίνδυνη πλέον γέφυρα ανάμεσα στον εξωτερικό και στον εσωτερικό νόστο του Οδυσσέα, πέρασμα και πόρο προς την Ιθάκη. Στο φιλόξενο εξάλλου νησί των Φαιάκων τα συντελεσμένα πια πάθη του Οδυσσέα τροφοδοτούν μια μακρά διήγηση, όπου οδυνηρά βιώματα δέκα χρόνων γίνονται τώρα αναμνηστικός λόγος, οι «Μεγάλοι Απόλογοι». Στο μεταξύ, από τη δεκάχρονή του περιπλάνηση ο Οδυσσέας βγαίνει μετά βίας σώος· φορτωμένος με άλγη και γνώση του πάνω και του κάτω κόσμου, του εγκόσμιου και του απόκοσμου τόπου, του πραγματικού και του φανταστικού τοπίου. Με δυο λόγια: ο εξωτερικός νόστος του Οδυσσέα αποβαίνει από κάθε άποψη οριακός. Έτσι εξάλλου τον προδιαγράφουν και οι πρώτοι στίχοι του προοιμίου του έπους, παραπέμποντας κατευθείαν στους «Μεγάλους Απολόγους».

Οριακός αλλά και εξαιρετικός συνάμα αποδεικνύεται ο εξωτερικός νόστος. Πρόκειται για διπλή εξαίρεση. Η μία όψη της: η επιστροφή του Οδυσσέα στην Ιθάκη παρέμεινε για δέκα ολόκληρα χρόνια μετέωρη, αμφίβολη και ασυντέλεστη, ενώ όλοι οι άλλοι ήρωες του τρωικού πολέμου, που επέζησαν από την αντάρα του πολέμου και της θάλασσας, βρέθηκαν στα σπίτια τους. Γιατί ένας θεός και μια αθάνατη νύμφη στάθηκαν εμπόδιο στον δρόμο του δικού του νόστου: ο Ποσειδώνας με τον αλύγιστο θυμό του· η Καλυψώ με τον ανυποχώρητό της έρωτα. Η άλλη όψη της εξαίρεσης είναι ακόμη πιο απροσδόκητη: παρά τον αγώνα και την αγωνία του, ο Οδυσσέας δεν κατόρθωσε, σώζοντας τον εαυτό του, να σώσει και τους εταίρους του· κατορθώνοντας τον δικό του νόστο, να εξασφαλίσει και τον νόστο των συντρόφων του. Η εξαίρεση αυτή συνιστά περίπου σκάνδαλο, γιατί σε όλη τη σχετική παράδοση των Νόστων κανείς άλλος ήρωας του τρωικού πολέμου δεν επιστρέφει στην πατρίδα, έχοντας χάσει όλους τους εταίρους του - ακόμη και ο Μενέλαος κατορθώνει να φέρει τους μισούς συντρόφους του πίσω.

Μ᾽ αυτή όμως τη δεύτερη εξαίρεση διπλασιάζεται και το αξονικό θέμα των «Μεγάλων Απολόγων». Στην πραγματικότητα δηλαδή προκύπτουν δύο νόστοι: ο νόστος του Οδυσσέα και ο νόστος των εταίρων του. Θετικός ο ένας, αρνητικός ο άλλος· συντελεσμένος ο πρώτος, ασυντέλεστος ο δεύτερος. Οι δύο αυτοί αντίθετοι νόστοι αντικρίζονται συνεχώς μεταξύ τους, καθώς εξελίσσονται οι «Μεγάλοι Απόλογοι», προκαλώντας αυξανόμενη δραματική ένταση, προτού οριστικά και αμετάκλητα αποχωριστούν. Στην έξοδο πάντως των «Απολόγων» όλοι οι εταίροι του Οδυσσέα έχουν εξαφανιστεί, σώος παραμένει μόνον ο φιλέταιρος αρχηγός τους, που κινδυνεύει να θεωρηθεί άφιλος. Από την άποψη αυτή ο Οδυσσέας αποδείχνεται ο πιο μοναχικός ήρωας της μετατρωικής παράδοσης.

Στο προοίμιο του έπους ο ποιητής συγκεντρώνει και συμπυκνώνει τον αφανισμό των εταίρων σε ένα μόνο επεισόδιο των «Μεγάλων Απολόγων», και μάλιστα στον τελευταίο σταθμό τους: οι σύντροφοι του Οδυσσέα σφάζουν στη Θρινακία τα ιερά γελάδια του Ήλιου, κι αυτή η ανίερη πράξη τους (ἀτασθαλίη ονομάζεται στο πρωτότυπο) συνεπάγεται τη ματαίωση του νόστου τους και τον οριστικό τους χαμό. Στην πραγματικότητα όμως η ζωή και ο νόστος των εταίρων αφαιρούνται και αναιρούνται προοδευτικά σε τρεις κρίσιμες καμπές των «Απολόγων»: στη χώρα των Κικόνων πέφτουν νεκροί στο πεδίο της μάχης τριάντα εταίροι· στο κλειστό λιμάνι των Λαιστρυγόνων καταποντίζονται αύτανδρα όλα τα πλοία του οδυσσειακού στόλου, εκτός από εκείνο που κυβερνούσε ο ίδιος ο Οδυσσέας· στα ανοιχτά, τέλος, της Θρινακίας συντρίβεται το τελευταίο καράβι και πνίγονται στη φουρτουνιασμένη θάλασσα όλοι οι υπόλοιποι σύντροφοι. Η απώλεια στους Κίκονες στιγματίζει το πρώτο επεισόδιο των «Απολόγων», η απώλεια στους Λαιστρυγόνες το πέμπτο, η απώλεια στη Θρινακία το δέκατο.

Η κατανομή αυτή (στην αρχή, στη μέση και στο τέλος των «Απολόγων») κλιμακώνει και δραματοποιεί τον αρνητικό νόστο των εταίρων, ο οποίος στιγματίζεται ενδιαμέσως και με δύο άλλα, ανθρωποφαγικά τώρα, σήματα. Έξι εταίρους καταβροχθίζει ο Πολύφημος στο επεισόδιο της «Κυκλώπειας»· έξι συντρόφους κατασπαράσσει η Σκύλλα καθ᾽ οδόν προς τη Θρινακία. Δύο φορές εξάλλου οι εταίροι αντιστέκονται, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στην πρόοδο του νόστου. Στο νησί των Λωτοφάγων ενδίδουν στη ληθαργική γλύκα του λωτού και αρνούνται να συνεχίσουν τον δρόμο της επιστροφής τους στην πατρίδα - θα ασκήσει βία ο Οδυσσέας για να τους αποσπάσει. Την άλλη φορά, από φθονερή περιέργεια, ανοίγουν τον ασκό του Αιόλου, τη στιγμή ακριβώς που αχνοφαίνονται πια τα βουνά της Ιθάκης, ματαιώνοντας έτσι τον βέβαιο νόστο τους.

Με τους όρους αυτούς ο ακροατής του έπους αναρωτιέται αν η ενοχή για την απώλεια των εταίρων βαραίνει αποκλειστικά και μόνο τους ίδιους ή μήπως συμμετέχει σ᾽ αυτήν, θέλοντας και μη, και ο Οδυσσέας. Το προοίμιο φαίνεται να υπερασπίζεται την πρώτη εκδοχή. Η διήγηση όμως του ήρωα στη εξέλιξη των «Απολόγων» του μετριάζει, αν δεν αναιρεί, τη σαρωτική αυτή προκατάληψη. Έτσι, η ακούσια συνενοχή του Οδυσσέα υπονοείται δύο τουλάχιστον φορές. Κατάκοπος ο αρχηγός τους έχει βυθιστεί σε ύπνο, όταν οι εταίροι ανοίγουν τον ασκό του Αιόλου. Αλλά και στη Θρινακία, όταν οι σύντροφοι, εξουθενωμένοι από την πείνα, σφάζουν, ψήνουν και τρώνε τα ιερά βόδια του Ήλιου, ο Οδυσσέας κατά κάποιον τρόπο απέχει· έχει ανέβει στο βουνό να προσευχηθεί κι εκεί οι θεοί τον παγιδεύουν βυθίζοντάς τον πάλι σε ύπνο. Υπάρχει όμως και μία περίπτωση εκούσιας συνενοχής του ήρωα, μοιραίας μάλιστα για τον ματαιωμένο νόστο των εταίρων.

Η επιμονή του Οδυσσέα, παρά τη φρόνιμη σύσταση των συντρόφων του, να εγκαταλείψουν τη σπηλιά του Κύκλωπα, όσο εκείνος ακόμη απουσιάζει, παίρνοντας μόνο τα κρεμαστά πανέρια με τα τυριά και το τυρόγαλο, έχει αλυσιδωτές συνέπειες σε βάρος των εταίρων. Έξι από αυτούς θα γίνουν βορά του μονόφθαλμου Πολύφημου. Και το χειρότερο: όταν τυφλωμένος πια ο γιος του Ποσειδώνα καταριέται τον Οδυσσέα που τον τύφλωσε να μη φτάσει ποτέ στην Ιθάκη κι ο Ποσειδώνας συναινεί στην κατάρα, ο Δίας, μπροστά στις θυσίες του Οδυσσέα και των εταίρων, ταλαντεύεται: θα αφήσει απεριόριστη την καταστροφή, ή θα την περιορίσει μόνο στους συντρόφους και στα καράβια, αφήνοντας τον νόστο του Οδυσσέα σε εκκρεμότητα; Τελικά ο θεός φαίνεται να συγκλίνει στη δεύτερη απόφαση, προκαθορίζοντας έτσι τη θανάσιμη μοίρα των εταίρων (ι 551-555). Ωστόσο, για να ισχύσει η προαποφασισμένη αυτή επιλογή του Δία, απαιτείται και η έμπρακτη ενοχή των συντρόφων, η ανίερη προσβολή του Ήλιου, με τη σφαγή των ιερών του βοδιών.

Μιλήσαμε για αυξανόμενη και προοδευτική ένταση ανάμεσα στον θετικό νόστο του Οδυσσέα και στον αρνητικό νόστο των εταίρων. Η ένταση αυτή αφηγηματικά οξύνεται, καθώς και οι δύο συμπλεκόμενοι νόστοι, παρότι προκαθορισμένοι, παραμένουν μέχρι τέλους των «Απολόγων» αμφίβολοι και κατά κάποιον τρόπο αλληλέγγυοι. Μόλις στο τέλος της δωδέκατης ραψωδίας ξεχωρίζουν, αλλά και πάλι, μεταφορικά και κυριολεκτικά, αντικατοπτρίζονται ο ένας στον άλλο: οι σύντροφοι καταποντίζονται στην τρικυμισμένη θάλασσα σαν τις κουρούνες, και χάνονται· ο Οδυσσέας κρεμιέται σε μια αγριοσυκιά σαν νυχτερίδα, ώσπου η Χάρυβδη να ξεράσει τα συντρίμμια από το τσακισμένο καράβι, και τότε μόνο, πηδώντας στο αβυσσαλέο κενό, καβαλικεύει ένα μαδέρι και κάνοντας κουπιά τα χέρια του παλεύει, μέρες εννιά, με το κύμα, ωσότου τη δέκατη πια μέρα αράζει στο απόκοσμο νησί της Καλυψώς. Σώζεται επομένως κι αυτός την τελευταία στιγμή και μετά βίας. Για κάμποσα εξάλλου χρόνια, οκτώ και κάτι, ο νόστος του θα παραμείνει ανέφικτος και κομποδεμένος. Θα χρειαστούν η διαμαρτυρία της Αθηνάς, η απόφαση του Δία και η αποστολή του Ερμή, για να λυθεί επιτέλους ο κόμπος, και πάλι όχι ομαλά και τελεσίδικα.

Δ. Ν. Μαρωνίτης