Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση
Αρχαϊκή Επική Ποίηση: Από την Ιλιάδα στην Οδύσσεια
των Δ. Ν. Μαρωνίτη και Λ. Πόλκα
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών
10. Οδύσσεια
10.1. Δίας - Αθηνά - Ποσειδών - Ερμής
Σε σύγκριση προς την Ιλιάδα, στην Οδύσσεια η παρουσία των ολυμπίων θεών από κάθε άποψη περιορίζεται. Στο ποιητικό παρόν του έπους συμμετέχουν ενεργώς, εκτός του Δία, μόλις τρεις ολύμπιοι θεοί: η Αθηνά, ο Ποσειδών και ο Ερμής. Στο πλαίσιο των «Απολόγων» εμφανίζονται επεισοδιακά: ο Άρης, η Αφροδίτη και ο Ήφαιστος. Ευκαιριακά μόνον αναφέρονται η Ήρα, ο Απόλλων και η Άρτεμις. Από αυτούς διακρίνονται ο Ήλιος (άλλως πως: Υπερίων), οι Μούσες, οι δαιμονικές θεές Καλυψώ και Κίρκη και οι επόμενες τερατικές μορφές: Σειρήνες, Σκύλλα, Χάρυβδις.
Ποιητικό ωστόσο ρόλο αναλαμβάνουν στην Οδύσσεια ο Δίας, η Αθηνά και ο αντίπαλος Ποσειδών. Ο Δίας περισσότερο εποπτεύει και διαιτητεύει, συνήθως στο πλαίσιο της θεών αγοράς, προκειμένου να ξεκινήσει, να εξελιχθεί και να διεκπεραιωθεί το έπος. Στην Αθηνά όμως ανατίθεται από τον ποιητή πρωτεύων ποιητικός ρόλος, ανάλογος με εκείνον που ο ποιητής της Ιλιάδας είχε αναθέσει στον Δία, ως ρυθμιστή της πλοκής της. Θα έλεγε κάποιος ότι ο ιλιαδικός Δίας παραδίδει την ποιητική σκυτάλη στην κόρη του, στην οδυσσειακή Αθηνά. Η διαδοχή αυτή προγραμματίζεται και κατοχυρώνεται ήδη στην αρχή της πρώτης ραψωδίας. Θα δούμε πότε, πώς και προς τί.
Το έπος της Οδύσσειας ανοίγει με δεκάστιχο προοίμιο, στο οποίο συστήνεται (ανωνύμως προς το παρόν) ο κεντρικός ήρωας: πρώτα με λογοτυπικά στοιχεία ως πολύτροπος, πολύπλαγκτος, πτολίπορθος, πολύιδρις και πολύτλας· μετά, έμμεσα, ως φιλέταιρος αρχηγός, ο οποίος, παρά τον αγώνα του, δεν κατόρθωσε να σώσει τους εταίρους του - υπονοείται ότι ο ίδιος σώθηκε. Από την άποψη αυτή υποκείμενο θέμα του προοιμίου μπορεί να θεωρηθεί το μεγάθεμα του νόστου στις δύο βασικές του τροπές: τη θετική και την αρνητική. Στους επόμενους ωστόσο πέντε στίχους (11-15) διαφαίνεται και τρίτη τροπή: ο ασυντέλεστος νόστος ενός ήρωα, ο οποίος βρίσκεται καθηλωμένος και παγιδευμένος στο νησί της Καλυψώς. Ενδιαμέσως (στους στίχους 16-19) προλέγεται η επιστροφή του Οδυσσέα στην Ιθάκη, μαζί με τους νέους άθλους που τον περιμένουν. Στους στίχους όμως 19-21 επανέρχεται ο μετέωρος νόστος του, ο οποίος διασταυρώνεται τώρα αφενός με τη συμπάθεια όλων των άλλων θεών, αφετέρου με το παρατεινόμενο μένος του Ποσειδώνα, που εκπροσωπεί μέσα στο έπος το βασικό εμπόδιο του ασυντέλεστου νόστου.
Με τους όρους αυτούς μπορούμε να συμπεράνουνε ότι το έπος της Οδύσσειας εγκαινιάζεται αγκυλωμένο στην ακινησία, η οποία συμβολίζεται με την εκβιαστική καθήλωση του ίδιου του Οδυσσέα. Ζητούμενο επομένως είναι πώς και από ποιον η ακινησία αυτή θα μετατραπεί σε κίνηση. Με άλλα λόγια: χρειάζεται να ενεργοποιηθεί πρώτα ο κινητήρας του έπους, για να ξεπεραστεί η υποχρεωτική του στάση. Αυτό τον ποιητικό ρόλο αναλαμβάνει και εκπληρώνει η Αθηνά, στο πλαίσιο της πρώτης θεών αγοράς, που συγκαλείται στον Όλυμπο, όσο απουσιάζει ο Ποσειδών ακόμη στους Αιθίοπες.
Ο λόγος δικαιωματικά ανήκει στον Δία. Ο οποίος, κατά την υπόδειξη του ποιητή, αρχίζει να μιλά στους άλλους θεούς από μνήμης: φέρνει στον νου του την περίπτωση του ευπατρίδη Αιγίσθου, που βρήκε άδοξο τέλος σκοτωμένος από τον ένδοξο γιο του Αγαμέμνονα, τον Ορέστη. Προτού μάλιστα αναφερθεί συνοπτικά στη σχετική ιστορία (παράνομα και παρά την προειδοποίηση του Ερμή, ο Αίγισθος σμίγει με την Κλυταιμνήστρα και σκοτώνει τον Αγαμέμνονα, πληρώνοντας τον ανίερο γάμο και φόνο του με τη δική του δολοφονία από τον Ορέστη), προτάσσει ο ύπατος θεός μια γνώμη, σε τόνο συμπαθητικής διαμαρτυρίας. Λέει (α 32-34):
Αλίμονο, είναι αλήθεια ν᾽ απορείς που θέλουν οι θνητοί να ρίχνουν
στους θεούς τα βάρη τους· έρχεται λένε το κακό από μας -
κι όμως οι ίδιοι, κι από φταίξιμο δικό τους, πάσχουν και βασανίζονται,
και πάνω απ᾽ το γραφτό τους.
Το μνημονικό παράδειγμα του Δία μοιάζει μάλλον φυγόκεντρο, αν υπό συζήτηση θέμα στη θεών αγορά θεωρηθεί η τύχη του καθηλωμένου Οδυσσέα. Παρά ταύτα, έστω ως αντιπαράδειγμα, τούτο το παράδειγμα δεν είναι άστοχο. Εκτός των άλλων, επειδή ο Δίας θυμάται και συνοψίζει μια πρόσφατη ιστορία (απόδειξη το νῦν του στίχου 43), που φαίνεται να είχε γίνει στο μεταξύ έπος· εννοείται η Ατρειδών Κάθοδος, για την οποία μιλήσαμε και αλλού. Πονηρά λοιπόν Δίας και ποιητής πάλι συνωμοτούν: ανακαλούν ένα συντελεσμένο ποίημα, ως αφορμή της ασυντέλεστης ακόμη Οδύσσειας, που τώρα πάει ν᾽ αρχίσει. Όσο για την προλογική γνώμη του Δία, αυτή μάλλον στρέφεται προς την Ιλιάδα, για να προδηλώσει ο ποιητής της Οδύσσειας την προχωρημένη στο δικό του έπος αντίληψη θεοδικίας και ανθρωποδικίας, όπου η συνενοχή των ανθρώπων στην ὑπὲρ μόρον δυστυχία τους προϋποθέτει, ως έναν βαθμό τουλάχιστον, συμμετοχική θέληση.
Τον μνημονικό ελιγμό του Δία παρακάμπτει ως ανεπίκαιρο η Αθηνά, κρατώντας από το πρόσφατο παράδειγμα του Αιγίσθου μόνον το συμπέρασμα, ως προειδοποίηση και ευχή για το παρόν και το μέλλον, υπονοώντας τους μνηστήρες (α 46-47). Αποφαίνεται:
καλά κι όπως του ταίριαζε, εκείνος αφανίστηκε και πάει -
την ίδια μοίρα να ᾽χει κι όποιος ανάλογα κριματιστεί.
Αμέσως μετά η θεά επικεντρώνεται στο φλέγον θέμα: στον θεοσεβή Οδυσσέα, που κατακρατείται στο νησί της Ωγυγίας, ενώ, παρά τα θέλγητρα της Καλυψώς, ποθεί διακαώς τον νόστο του στην Ιθάκη, χωρίς όμως να συγκινεί τόσον καιρό τον Δία η άδικη αυτή κατακράτησή του.
Ο Δίας διαμαρτύρεται: αναγνωρίζει την ξεχωριστή θεοσέβεια του ήρωα, επικαλείται όμως ως αιτία του μετέωρου νόστου την τύφλωση του Πολύφημου και την παρεπόμενη οργή του Ποσειδώνα, ο οποίος επιμένει να κρατεί τον Οδυσσέα μακριά από την πατρίδα του. Συμφωνεί ωστόσο ότι το πράγμα δεν παίρνει αναβολή: καιρός οι άλλοι ολύμπιοι θεοί να σκεφτούν τον νόστο του ήρωα, ελπίζοντας πως η μοναχική αντίσταση του Ποσειδώνα στην κοινή τους απόφαση θα αποδειχτεί ατελέσφορη.
Σ᾽ αυτό το κρίσιμο σημείο η Αθηνά εκμεταλλεύεται την ετοιμότητα του Δία και υποβάλλει διπλή πρόταση. Συστήνει να αποσταλεί ο Ερμής στην Ωγυγία, για να μεταφέρει στην Καλυψώ, ως ανυποχώρητη βουλή των ολυμπίων θεών, την εντολή για απελευθέρωση του ήρωα, προκειμένου να νοστήσει. Η ίδια προθυμοποιείται να κατέβει πάραυτα στην Ιθάκη, για να ενεργοποιήσει τον Τηλέμαχο, εξωθώντας τον να συγκαλέσει αγορά των Ιθακησίων (όπου να καταγγείλει ως απαράδεκτη την καταχρηστική συμπεριφορά των μνηστήρων) αλλά και να ταξιδέψει στην Πύλο και στη Σπάρτη, αναζητώντας νέα του πατέρα του (ως στόχος της προτεινόμενης από τη θεά αποδημίας προβάλλεται το προσωπικό κλέος του νεαρού Τηλεμάχου).
Έτσι εξαγγέλλεται το πρόγραμμα του πρώτου μέρους του έπους (μοιρασμένο στα δύο κεφάλαιά του), το οποίο ο ποιητής το εμπιστεύεται στην Αθηνά. Με το διπλό αυτό πρόγραμμα το έπος περνά από την αρχική του στάση στην αφετηριακή του κίνηση, μοχλός της οποίας γίνεται η Αθηνά, με τη μορφή της υποκίνησης και της αυτοκίνησης. Από εδώ και πέρα ο ποιητικός ρόλος της θεάς είναι, όπως θα δούμε, να κινητοποιεί με τη δική της κίνηση πρόσωπα και δρώμενα του έπους, ώστε να προάγεται, για να φτάσει στο πέρας του.
Καθώς ωστόσο η διακίνηση του Ερμή στο νησί της Καλυψώς αναβάλλεται για την πέμπτη ραψωδία, ενώ η κίνηση της Αθηνάς προς την Ιθάκη πραγματοποιείται αμέσως, αισθανόμαστε ότι το ποιητικό πρόγραμμα της Αθηνάς πραγματοποιείται με τέτοιον τρόπο, ώστε προς το παρόν το έπος κινείται με το ένα του μόνο πόδι (με τη λεγόμενη «Τηλεμάχεια»), ενώ παραμένει μετέωρο ως προς το άλλο (ας πούμε: ως προς την «Οδύσσεια» του).
Η αναβολή ωστόσο αυτή έχει τα δικά της στηρίγματα. Πρώτα το γεγονός ότι ο Δίας δεν αντιδρά στην πρόταση της Αθηνάς για την αποστολή του Ερμή στην Ωγυγία, η οποία παραμένει προς το παρόν ακάλυπτη. Η ίδια εξάλλου η Αθηνά, στη σπουδή της να κατεβεί αμέσως στην Ιθάκη, δεν προσέχει την ενδεικτική αυτή σιωπή του πατέρα της, η οποία μοιάζει να αφήνει κάποιο περιθώριο προσαρμογής τόσο στον θυμωμένο Ποσειδώνα όσο και στην ερωτευμένη Καλυψώ. Εξάλλου, η προκείμενη καθυστέρηση, στο διάκενο της οποίας αναπτύσσεται η «Τηλεμάχεια», ευνοεί την πρόταξη της αναζήτησης του Οδυσσέα πριν από την ανακίνηση του νόστου του. Τέλος, η αναβολή αυτή αποτυπώνει την αφηγηματική συναίσθηση του ακροατή για την πολύχρονη παραμονή του ήρωα στην Ωγυγία. Τούτο σημαίνει ότι το έπος της Οδύσσειας περνά από την ακινησία στην κίνηση όχι απότομα και διαμιάς, αλλά προοδευτικά και διαβαθμισμένα· πρώτα με τον δευτεραγωνιστή γιο, μετά με τον πρωταγωνιστή πατέρα.
Η αυτόματη πάντως κάθοδος της Αθηνάς στην Ιθάκη επιβεβαιώνει τη μέθοδο τόσο της αυτοκίνησης όσο και της υποκίνησης. Η αυτοκίνηση αφορά την ίδια και θα συνεχιστεί, όπως θα δούμε, σε όλο το μήκος της «Τηλεμάχειας». Η υποκίνηση αναφέρεται στον Τηλέμαχο και συνεπάγεται τη σύγκληση πρώτα της Ιθακησίων αγοράς, και αμέσως μετά την ετοιμασία και την πραγματοποίηση της αποδημίας του νέου στην Πύλο και στη Σπάρτη. Συγκεκριμένα:
Μεταμορφωμένη η θεά σε Μέντη ενθαρρύνει και κινητοποιεί τον Τηλέμαχο στην πρώτη ραψωδία. Με τα προσωπεία εξάλλου του Τηλεμάχου και του Μέντορα εξασφαλίζει διαδοχικά καράβι και συντρόφους για το παράτολμο ταξίδι του νέου στη δεύτερη ραψωδία. Μετά η Αθηνά, ως Μέντωρ, συγκυβερνώντας το πλοίο, φτάνει μαζί του στην Πύλο και τον βοηθεί να ξεπεράσει την αμηχανία του μπροστά στον σεβάσμιο Νέστορα, προκαλώντας το θάμβος όλων, όταν πετάει σαν γυπαετός και εξαφανίζεται στην τρίτη ραψωδία. Επανέρχεται, με τη μορφή της Ιφθίμης, στο τελευταίο μέρος της τέταρτης ραψωδίας, για να κατευνάσει την άγρυπνη ταραχή της Πηνελόπης, που μαθαίνει όψιμα τη ριψοκίνδυνη αναχώρηση του γιου της και το καρτέρι που του έχουν στήσει στην Αστερίδα οι μνηστήρες. Βρισκόμαστε ήδη στα πρόθυρα του δεύτερου κεφαλαίου του συνθετικού προγράμματος, που τώρα επανέρχεται και ενεργοποιείται στο πλαίσιο πάλι μιας θεών αγοράς, η οποία μοιάζει, αλλά δεν είναι, παρτιτούρα της πρώτης.
Τον λόγο παίρνει αμέσως η Αθηνά, προκαλώντας τον Δία και τους άλλους θεούς, γιατί δεν δείχνουν ακόμη έμπρακτο ενδιαφέρον για τον νόστο του Οδυσσέα, καθώς μάλιστα απειλείται τώρα και ο γιος του, με τη στημένη ενέδρα των μνηστήρων. Ο Δίας αντιδρά πειραχτικά στο δεύτερο επιχείρημα της κόρης του: ρίχνει την ευθύνη στην ίδια, αφού δική της πρωτοβουλία υπήρξε η αποδημία του Τηλεμάχου στην Πύλο και στη Σπάρτη, δικό της καθήκον είναι και να τον σώσει. Μετά, δίχως άλλη συζήτηση και χρονοτριβή, απευθύνεται στον Ερμή και του αναθέτει την προγραμματισμένη ήδη από την πρώτη ραψωδία αποστολή, στην οποία όμως προστίθενται κάποια επιπλέον στοιχεία, που προοικονομούν τα δρώμενα της πέμπτης ραψωδίας και της συνεχόμενης «Φαιακίδας». Συμπέρασμα: η Αθηνά συμπληρώνει τον κινητικό της ρόλο: υποκινεί τον Δία και εκείνος ανταποκρίνεται, παρακινώντας τον Ερμή να μεταφέρει την εντολή του στην Ωγυγία. Έτσι μεταβαίνει το έπος από την «Τηλεμάχεια» στην «Οδύσσεια», βάσει ενός σχεδίου που το προτείνει και το χειρίζεται η Αθηνά, ως άλλοθι του ποιητή.
Δ. Ν. Μαρωνίτης