Εξώφυλλο

Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση

Αρχαϊκή Επική Ποίηση: Από την Ιλιάδα στην Οδύσσεια

των Δ. Ν. Μαρωνίτη και Λ. Πόλκα
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών

9.8. Αριστεία του Αχιλλέα - Θεομαχία

Στην εικοστή ραψωδία το θερμόμετρο του ιλιαδικού πολέμου ανεβαίνει, ώσπου να φτάσει, με την εικοστή δεύτερη ραψωδία, στο όριο της αντοχής του. Αχαιοί και Τρώες αρματώνονται, έτοιμοι για τη μεγάλη σύγκρουση. Στο μεταξύ, ο Δίας συγκαλεί πάνδημη θεών αγορά· καλούνται και οι Ποταμοί και οι Νύμφες, εκτός του Ωκεανού. Ο Ποσειδώνας, φτάνοντας στον Όλυμπο από τα βάθη της θαλάσσης, απορεί, και ο Δίας λύνει την εύλογη απορία του: τον συγκινεί, λέει, ο αναμενόμενος όλεθρος, που οι θεοί δεν πρέπει να τον αγνοήσουν. Ο ίδιος, μένοντας σε ξέγναντο του Ολύμπου, θα εποπτεύει τον αγώνα, απολαμβάνοντας το θέαμα· οι άλλοι θεοί μπορούν, και οφείλουν, να βρεθούν εκεί, ανάμεσα στους Τρώες και στους Αχαιούς, για να παρασταθούν στον ένα ή στον άλλο αντίπαλο, ανάλογα με τη συμπάθειά τους. Γιατί, ξέφρενος με τον χαμό του εταίρου του ο Αχιλλέας, σίγουρα θα αποδειχτεί φόβος και τρόμος για τους Τρώες· δεν αποκλείεται μάλιστα να παραβιάσει ακόμη και τα τείχη της πόλης, επιχειρώντας την άλωση της Τροίας.

Πρόκειται για την πληρέστερη μέχρι στιγμής θεών αγορά του έπους, όπου ο Δίας (με υποβολέα τον ποιητή) αναλαμβάνει διπλό ρόλο: σκηνοθέτη και συνάμα θεατή, μοιράζοντας ρόλους σε θεούς και ήρωες· προβλέποντας τόσο τη βέβαιη όσο και την πιθανή έκβαση της οριακής αυτής σύγκρουσης. Εν είδει θεατρικού προγράμματος, παρατίθεται τώρα και διεξοδικός κατάλογος των θεών, μοιρασμένος σε συμμάχους των Αχαιών και των Τρώων: Ήρα, Αθηνά, Ποσειδών, Ερμής και Ήφαιστος συντάσσονται στο πλευρό των Αχαιών· Άρης, Φοίβος, Άρτεμις, Λητώ, Ξάνθος (πρόκειται για τον ομώνυμο ποταμό) και Αφροδίτη στο πλευρό των Τρώων.

Σε πρώτη φάση οι θεοί απλώς παρίστανται, μετά συμμετέχουν δραστικά: στη μέση η Έρις, στο ένα στρατόπεδο η Αθηνά, στο άλλο ο Άρης. Ο Δίας βροντά, και ο Κοσμοσείστης σείει τη γη, βαθιά ως τα έγκατά της. Στο πεδίο της μάχης όρθιος ο Απόλλων απειλεί με τα βέλη του. Αντιμέτωποι: στην Ήρα η Άρτεμις, στη Λητώ ο Ερμής, στον Ήφαιστο ο Σκάμανδρος. Σ᾽ αυτό το σκηνικό, όπου συνωθούνται θεοί και θνητοί, προβάλλεται και εξελίσσεται αδιέξοδη η μονομαχία Αχιλλέα και Αινεία. Τον επιφανέστερο, μετά τον Έκτορα, ήρωα των Τρώων τον εξωθεί στη σύγκρουση ο Απόλλων, με τη μορφή του πριαμίδη Λυκάονα. Εκείνος στην αρχή επιφυλάσσεται, μετά υποχωρεί στην ενθάρρυνση του θεού, και προχωρεί. Ήρα και Ποσειδών προσηλώνονται από το ανάχωμα του τείχους στον κρίσιμο αυτόν αγώνα, συμπαρασύροντας και τους υπόλοιπους θεούς. Αντίπαλοι οι δύο ήρωες ανταλλάσσουν λόγο και αντίλογο, προτού ρίξουν ο ένας στον άλλο τα δόρατά τους. Προηγείται ο Αινείας, ακολουθεί ο Αχιλλέας, δίχως να βρουν και οι δύο τον φονικό τους στόχο. Τότε ο Αχιλλέας ορμώντας ξιφουλκεί, ενώ ο Αινείας, σε έσχατο πλέον κίνδυνο, αμύνεται με μια πέτρα θεόρατη. Τον σώζει όμως, σφενδονίζοντάς τον στα μετόπισθεν, ο Ποσειδώνας, θολώνοντας προσώρας με νέφος τα μάτια του Αχιλλέα. Η επιβίωση του Αινεία θεωρείται από τον κοσμοσείστη απαραβίαστη απόφαση του Δία, με βάση τη γενεαλογία του και τον μετατρωικό προορισμό του ήρωα - στοιχεία που τα εκμεταλλεύτηκε αργότερα ο Βιργίλιος για να συνθέσει τη δική του Αινειάδα.

Έτσι κι αλλιώς κύριος φονικός στόχος του Αχιλλέα είναι ο Έκτωρ, την αγωνιστική ετοιμότητα του οποίου αναστέλλει προς το παρόν ο Απόλλων. Αντ᾽ αυτού το μένος του Αχιλλέα στρέφεται διαδοχικά στον Ιφιτίωνα, στον Δημολέοντα, στον Ιπποδάμαντα, καταλήγοντας στον πριαμίδη Πολύδωρο. Ο φόνος του αδελφού αγανακτεί τον Έκτορα, που αποφασίζει τώρα να συγκρουστεί με τον Αχιλλέα. Κι εδώ η σύγκρουση προλογίζεται με λόγο και αντίλογο των αντιπάλων. Ακολουθούν βολές: του Έκτορα το δόρυ το ξεστρατίζει η Αθηνά, κι όταν ο Αχιλλέας λάβρος αντεπιτίθεται, παρεμβαίνει ο Απόλλων, ο οποίος αναρπάζει τον ευνοούμενο ήρωά του σε μια νεφέλη, ακυρώντας έτσι τέσσερις διαδοχικές εφόδους του Αχιλλέα.

Φρενιασμένος εκείνος με την απάτη του Απόλλωνα, ξεσπά σε αλλεπάλληλους παράπλευρους φόνους, σκοτώνοντας τον ένα μετά τον άλλο: τον Δρύοπα, τον Δημούχο, τον Λαογόνο και τον Δάρδανο, τον γιο του Αλάστορα (μολονότι γονυπετής τον ικετεύει να τον ελεήσει), τον Μούλιο, τον Έχεκλο, τον Δευκαλίωνα, τον Ρίγμο και τον ηνίοχό του Αρηίθοο, που τον πετά από το αμάξι βίαια στο χώμα. Χέρια μολεμένα από το αίμα, οι τροχοί της άμαξας και οι οπλές των αλόγων ποδοπατούν νεκρά σώματα και πεταμένες ασπίδες.

Πανικόβλητοι οι Τρώες (εικοστή πρώτη ραψωδία) το βάζουν στα πόδια. Κάποιοι καταφεύγουν προς την τειχισμένη πόλη, οι περισσότεροι παγιδεύονται στην όχθη και στο ρεύμα του Σκαμάνδρου, όπου και κατασφάζονται από τον μανικό Αχιλλέα, βάφοντας με το αίμα τους τα νερά του ποταμού. Ανάμεσά τους παγιδευμένος είναι και ο νόθος γιος του Πριάμου Λυκάων, μόλις φτασμένος στο πεδίο της μάχης, έχοντας κιόλας πίσω του την πικρή πείρα προηγούμενης εξαγοράς του από τον Αχιλλέα. Τον αντικρίζει τώρα έντρομος, πέφτει στα γόνατα παροπλισμένος, ικετεύει, υπόσχεται πλούσια λύτρα, διαχωρίζοντας την ευθύνη του από τον ετεροθαλή αδελφό του Έκτορα. Ανυποχώρητος όμως ο Αχιλλέας, τον σκοτώνει και τον πετά στον ποταμό, για να εκδικηθεί τον φόνο του Πατρόκλου, εν γνώσει του πως και τον ίδιο τον περιμένει η μοίρα θανάτου - κάποιαν αυγή ή δειλινό ή και καταμεσήμερο.

Ο Σκάμανδρος αγανακτεί κι αναλογίζεται πώς θα μπορούσε ν᾽ ανακόψει το φονικό αυτό μένος, πώς να παρασταθεί στους Τρώες. Στο μεταξύ, ο Αχιλλέας ρίχνεται στον Αστεροπαίο από την Παιονία, γόνο του ποταμού Αξιού και της Πηλεγόνας. Τον αποτελειώνει βάναυσα, και πάνω στο νεκρό του σώμα επαίρεται με δίχως μέτρο. Φόνος και έπαρση προκαλούν τη βίαιη αντίδραση του Σκαμάνδρου. Καθώς ο Αχιλλέας ένοπλος πηδά από την όχθη μέσα στο ποτάμι, ο ποταμός σηκώνει καταπάνω του πελώριο κύμα. Μετέωρος εκείνος διαμαρτύρεται στον Δία, τον αναστηλώνουν όμως ο Ποσειδών και η Αθηνά, βοηθώντας να πατήσει πάλι στην όχθη. Στο μεταξύ, ο Σκάμανδρος, ξεβράζοντας πτώματα και όπλα, τον κυνηγά με τα νερά του, απειλώντας πια να τον πνίξει. Τότε, με την παρέμβαση της Ήρας, επεμβαίνει ο Ήφαιστος: φωτιά και νερό αντιπαλεύουν, το νερό υποχωρεί και η κοίτη αρχίζει να αποξηραίνεται. Μετανοημένος ο Σκάμανδρος ομολογεί την ήττα του και παρακαλεί την Ήρα να αποσύρει ο Ήφαιστος, ο γιος της, την καταλυτική του φλόγα.

Η φλόγα υποχωρεί. Τώρα όμως μπαίνουν στον μάχιμο χορό οι αντίπαλοι θεοί· ξεσπά θεομαχία στο πεδίο της μάχης με φοβερό πάταγο, που φτάνει από τη γη ψηλά στον ουρανό. Ακούει τον πάταγο στον Όλυμπο ο Δίας, και ξεσπά σε γέλιο, διασκεδάζοντας με τον θεϊκό ανταγωνισμό, που έτσι κι αλλιώς δεν απειλεί με θάνατο κανέναν. Η θεομαχία μεταβάλλεται μάλλον σε θέαμα. Ακοντιστής ο Άρης επιτίθεται στην Αθηνά, εκείνη τον εξουθενώνει με μια πέτρα στον αυχένα του, κι αυτός πέφτει στο χώμα φαρδύς πλατύς. Προστρέχει η Αφροδίτη να τον ανασύρει, την παίρνει όμως είδηση η Ήρα, ειδοποιεί την Αθηνά, κι αυτή με μια γροθιά στο στήθος τής κόβει τα ήπατα. Ζηλεύει ο Ποσειδών και προκαλεί τον Απόλλωνα, λέγοντας πως δεν πρέπει να γυρίσουν μόνον αυτοί αμάχητοι στον Όλυμπο. Επιφυλάσσεται ο Απόλλων να τα βάλει με τον Ποσειδώνα, οπότε τον ελέγχει η αδελφή του Άρτεμις, που εισπράττει ωστόσο την κακοποίηση και το υβρεολόγιο της Ήρας: την αποκαλεί «σκύλα ξεδιάντροπη», έχοντας ήδη στολίσει προηγουμένως την Αφροδίτη με τη βρισιά «σκυλόμυγα». Ο Ερμής αρνείται να τα βάλει με την ερεθισμένη Λητώ για την προσβολή της κόρης της από την Ήρα. Στο μεταξύ, η Άρτεμις στραπατσαρισμένη φτάνει στον Όλυμπο, κουρνιάζει στα γόνατα του Δία, κι αυτός, γελώντας πάλι, τη ρωτά πώς κι από ποιον την έπαθε. Έτσι άδοξα τερματίζεται η μάλλον ευτράπελη αυτή θεομαχία, που δικαιολογεί τον διπλό γέλωτα του Δία.

Τα πράγματα όμως στη συνέχεια σοβαρεύουν. Ο Αχιλλέας ξαναβρίσκει το αγωνιστικό του μένος, ενώ ο Απόλλων γλιστρά μέσα στης Τροίας το κάστρο, για να το υπερασπιστεί από ενδεχόμενη επίθεση. Ο Πρίαμος στο μεταξύ, πάνω από τις επάλξεις, βλέπει μαινόμενο τον Αχιλλέα να καταδιώκει τους Τρώες, και παραγγέλλει: να μείνουν ανοιχτές οι πύλες, ωσότου μπουν οι Τρώες μέσα· μετά να κλείσουν και να αμπαρωθούν. Τον διαφαινόμενο κίνδυνο να αλωθεί η Τροία αποτρέπει ο Απόλλων: βγαίνει ξανά στο πεδίο της μάχης, για να εμπνεύσει θάρρος στον Αγήνορα, γιο του Αντήνορα, ώστε να αντισταθεί στον Αχιλλέα. Εκείνος ταλαντεύεται αλλά εντέλει αντιστέκεται· πληγωμένος από το ακόντιο του Αχιλλέα, σώζεται την τελευταία στιγμή από τον Απόλλωνα - άφαντο σε μια νεφέλη, τον αναρπάζει και τον μεταφέρει ο θεός σε μέρος ασφαλές. Έπειτα ο ίδιος ο Απόλλων, με τη μορφή του Αγήνορα, βγαίνει μπροστά στον Αχιλλέα, και, όταν αυτός ορμά, ανοίγεται τρέχοντας στον κάμπο, πλάι στο ποτάμι του Σκαμάνδρου.

Δ. Ν. Μαρωνίτης