Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση
Αρχαϊκή Επική Ποίηση: Από την Ιλιάδα στην Οδύσσεια
των Δ. Ν. Μαρωνίτη και Λ. Πόλκα
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών
11. Έννοιες και αρχές
11.1. Πλαίσιο και συμφραζόμενα
Το συναρπαστικό ενδιαφέρον και οι συνεχείς προβληματισμοί που προκαλεί η ανάγνωση της Ιλιάδας και της Οδύσσειας οφείλονται, εκτός των άλλων, στο ότι ο κόσμος στον οποίο αναφέρονται είναι εξαιρετικά ευμετάβλητος, συχνά αντιφατικός, οικείος και συνάμα ανοίκειος. Κυριαρχείται, για παράδειγμα, από υπερφυσικές δυνάμεις, κυρίως από τους ανθρωπόμορφους ολύμπιους θεούς, οι οποίοι, όταν δεν καβγαδίζουν μεταξύ τους και δεν εξαπατούν ο ένας τον άλλον, άλλοτε βλάπτουν όσους δεν συμπαθούν, άλλοτε δεν είναι σε θέση, παρά την παντοδυναμία τους, να σώσουν τους προστατευόμενούς τους θνητούς και άλλοτε επιβάλλουν ένα, προσωρινό έστω, καθεστώς τάξης και δικαιοσύνης. Από την άλλη, οι θνητοί δεν είναι κοινοί άνθρωποι αλλά ήρωες. Συγκρίνονται με τους θεούς, αλληλοσφάζονται «για μιαν Ελένη», αρνούνται να πολεμήσουν όταν τους παίρνουν τα λάφυρά τους (παράδειγμα ο Αχιλλέας), ενώ χρησιμοποιούν τον δόλο και την πανουργία για να επιβιώσουν (παράδειγμα ο Οδυσσέας). Σε άλλες περιπτώσεις όμως ξέρουν τι θα πει ανδρεία, φιλία, τιμή και σεβασμός στον άλλον, και, παρά τη συχνά υπερβολική τους συμπεριφορά, έχουν επίγνωση της θνητότητάς τους.
Ο ρευστός κόσμος που αναπαριστάνεται στα δύο ομηρικά έπη επηρεάζεται και εξαρτάται από δύο κυρίως συντελεστές. Πρώτα από τις συμβάσεις του λογοτεχνικού γένους στο οποίο η Ιλιάδα και η Οδύσσεια ανήκουν. Ύστερα από τις σχέσεις των δύο ομηρικών επών με την ιστορική πραγματικότητα στην οποία έμμεσα τουλάχιστον αναφέρονται. Η Ιλιάδα και η Οδύσσεια ανήκουν στο γένος της αρχαϊκής επικής ποίησης. Ο σχηματισμός τους προϋποθέτει τη μακρόχρονη εξέλιξη της προφορικής παράδοσης, η οποία συνέβαλε καθοριστικά στη σύνθεση των δύο επών, με την καθοριστική μεσολάβηση και της γραφής που τοποθετείται γύρω στο δεύτερο μισό του 8ου αι. π.Χ. Αναπόφευκτα, ο παραδοσιακός χαρακτήρας των ομηρικών επών επέτρεψε τη συντήρηση αναχρονισμών: αντιλήψεων, δηλαδή, και δοξασιών που δεν συμφωνούν με το πνεύμα της εποχής του ποιητή. Ωστόσο, τα κάθε λογής παραδοσιακά στοιχεία (μορφικά ή θεματικά) δεν μεταφέρθηκαν μηχανιστικά μέσα στο έργο του ποιητή, αλλά μεταπλάστηκαν με τέτοιον τρόπο, ώστε να συμβάλλουν στη δημιουργία μιας νέας ποιητικής σύνθεσης, η οποία απέκτησε προοδευτικά πανελλήνια εμβέλεια και διαχρονικό χαρακτήρα.
Και τα δύο ομηρικά έπη ως λογοτεχνικά έργα απεικονίζουν έναν ποιητικό, πεποιημένο κόσμο. Ο Όμηρος δεν αποσκοπούσε να περιγράψει ως ιστορικός την ίδια τη ζωή, αλλά να εκφράσει ως ποιητής την άποψή του για τη ζωή, ανταποκρινόμενος καταρχήν στις προσδοκίες του ακροατηρίου της εποχής του. Γι᾽ αυτό η Ιλιάδα και η Οδύσσεια δεν είναι δυνατόν να ταυτιστούν με μία, πραγματική και μοναδική, περίοδο της αρχαιοελληνικής ιστορίας ούτε με κάποιο συγκεκριμένο τύπο κοινωνικής οργάνωσης, ο οποίος να διέπεται από ενότητα αντιλήψεων και αξιών (πολιτικών, ιδεολογικών, θρησκευτικών). Κι όμως, όπως κάθε λογοτεχνικό έργο, έτσι και η Ιλιάδα και η Οδύσσεια δεν μηδενίζουν ολότελα τη σχέση τους με την ιστορική πραγματικότητα, αλλά αναφέρονται σ᾽ αυτήν έμμεσα. Ο ποιητής χειρίζεται το υλικό του επιλέγοντας, διογκώνοντας ή και παραμορφώνοντας στοιχεία που προέρχονται: σε μικρότερο ποσοστό από το απόμακρο, ένδοξο παρελθόν της μυκηναϊκής εποχής (πριν δηλαδή από τα τέλη του 12ου αι. π.Χ.) και σε πολύ μεγαλύτερο από την περίοδο των λεγόμενων «σκοτεινών χρόνων» (1100-800 π.Χ.). Από την εποχή αυτή και εξής, με χρονικό σημείο κορύφωσης τον 8ο αι. π.Χ., συμβαίνουν ραγδαίες, κοινωνικές και πολιτισμικές, αλλαγές: αύξηση του πληθυσμού και έλλειψη της καλλιεργήσιμης γης (που προκαλούν αλλαγές στις κοινωνικές δομές και πολεμικές συγκρούσεις)· συγχώνευση μετακινούμενων πληθυσμών· εξάπλωση του ελληνισμού στη Μεσόγειο· ακμή της τέχνης και διαμεσολάβηση μιας καινούργιας γραφής· εξάπλωση της φήμης των πανελλήνιων ιερών· ολυμπιακοί αγώνες. Οι αλλαγές αυτές είχαν ως αποτέλεσμα το παλιό και το νέο να επικαλύπτονται στη μνήμη και στις εμπειρίες των ανθρώπων. Έτσι, ο ποιητής είχε τη δυνατότητα να αγνοεί τις πιο πρόσφατες εξελίξεις και να προσδίδει στον κόσμο που αναπαριστούσε στα έπη του αρχαϊστικές αποχρώσεις. Μπορούσε ακόμη να συνδυάζει τα παραδοσιακά στοιχεία με πιο πρόσφατα, της εποχής του, και να γίνεται, παρά ταύτα, κατανοητός από το ακροατήριό του.
Λ. Πόλκας