Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση
Αρχαϊκή Επική Ποίηση: Από την Ιλιάδα στην Οδύσσεια
των Δ. Ν. Μαρωνίτη και Λ. Πόλκα
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών
2.3. Ομηρικά μεγαθέματα: πόλεμος - ομιλία - νόστος
Τρία μεγάλα θέματα (με μια λέξη: μεγαθέματα) συμπλέκονται και συγκρούονται μεταξύ τους στα δύο ομηρικά έπη, με διαφορετικό όμως τρόπο και αντίθετη έκβαση στο ένα και στο άλλο: ο πόλεμος, η ομιλία και ο νόστος. Στην Ιλιάδα το ισχυρό θέμα του έπους είναι ο πόλεμος, ο οποίος δοκιμάζει ή και συνθλίβει τις ομιλητικές σχέσεις και αποκλείει εξ ορισμού, όσο συνεχίζεται, τον νικηφόρο νόστο. Παράδειγμα κορυφαίο της εξοντωτικής επίδρασης του πολέμου στις ενδιάμεσες ομιλίες είναι η διάλυση που επιφέρει στη συζυγική ομιλία του Έκτορα και της Ανδρομάχης, η οποία διαβαθμίζεται σε τρεις σκηνές της έκτης, της εικοστής δεύτερης και της εικοστής τέταρτης ραψωδίας.
Στην έκτη ραψωδία η Ανδρομάχη, με τον νήπιο Αστυάνακτα στην αγκαλιά της, προσπαθεί να αποσπάσει τον Έκτορα από το επικίνδυνο πεδίο της μάχης στις ασφαλέστερες προσβάσεις του κάστρου, αλλά εκείνος δεν πείθεται, μολονότι προαισθάνεται την τελική πτώση της Τροίας, που συνεπάγεται τον δικό του αφανισμό και την αιχμαλωσία της γυναίκας του. Όταν στην εικοστή δεύτερη ραψωδία ο Αχιλλέας σκοτώνει τον Έκτορα, ο σπαρακτικός θρήνος της Ανδρομάχης παροξύνει το προηγούμενο κλάμα της στο τέλος της έκτης ραψωδίας. Και εδώ αναγνωρίζεται η δεύτερη βαθμίδα της εξαρθρωμένης συζυγικής ομιλίας εξαιτίας του πολέμου. Η τρίτη και τελική βαθμίδα της εντοπίζεται στην τελευταία ραψωδία του έπους: ο Πρίαμος επιστρέφει το σώμα του σκοτωμένου Έκτορα στην τειχισμένη Τροία, και τότε, ανάμεσα στους άλλους επικήδειους θρήνους, ξεχωρίζει πάλι ο συζυγικός κομμός της Ανδρομάχης. Στο σημείο εξάλλου αυτό διασταυρώνονται, λοξά έστω, τα μεγαθέματα του πολέμου και της ομιλίας στην Ιλιάδα με το μεγάθεμα του νόστου· ενός νόστου όμως νεκρώσιμου, που τον αναγγέλλει η Κασσάνδρα από τις επάλξεις του κάστρου της Τροίας, όταν διακρίνει τον Πρίαμο να πλησιάζει με το σώμα του αδελφού της και θυμάται πώς νοστούσε ο Έκτορας, επιστρέφοντας άλλοτε από το πεδίο της μάχης, ζωντανός στην Τροία. Εκείνο τον νόστο παραβάλλει τώρα με τον νεκρώσιμο νόστο που βλέπει μπροστά της (τον εξονομάζει με το ίδιο ρήμα: νοστέω - νοστῶ).
Στη μεταπολεμική Οδύσσεια το μεγάθεμα του πολέμου υποχωρεί. Τούτο όμως δεν σημαίνει ότι και μηδενίζεται. Κατά κανόνα, εμφανίζεται παραλλαγμένο, συντηρώντας μόνο τον πυρήνα του, δηλαδή τον φόνο, ατομικό και συλλογικό. Έτσι, αν εξαιρεθεί η πρώτη περιπέτεια των «Απολόγων» (η σύγκρουση των εταίρων του Οδυσσέα με τους Κίκονες της θρακικής ακτής), που προσομοιάζει με κανονική μάχη, στις άλλες περιπτώσεις το θέμα του πολέμου εμφανίζεται σε ιδιόρρυθμες παραλλαγές. Η προφανέστερη παραλλαγή είναι αυτή της μνηστηροφονίας: φονική επιχείρηση, σε κλειστό όμως χώρο, ενός (έστω λίγων) με πολλούς, όπου στην πρώτη και σημαντικότερη φάση της ως φονικό όπλο χρησιμοποιείται εξ επαφής το τόξο - τακτική που δεν ισχύει κατά κανόνα στις ιλιαδικές συγκρούσεις. Μόνον όταν τα βέλη του Οδυσσέα εξαντλούνται, ο αμοιβαίος αγώνας προσφεύγει στα δόρατα. Κατά τα άλλα, οι μνηστήρες απειλούν με προσωπικό φόνο τον νεαρό Τηλέμαχο, κατά την επιστροφή του από την Πελοπόννησο, αλλά τελικά το φονικό τους σχέδιο δεν ευοδώνεται χάρη στην προειδοποίηση της Αθηνάς. Τέλος, φονικές απειλές εκτοξεύονται από τους μνηστήρες και εναντίον του Οδυσσέα, όσο λείπει ο ήρωας ή κυκλοφορεί μέσα στο παλάτι της Ιθάκης σαν ξένος ζήτουλας.
Αντίθετα προς την υποβάθμιση του πολέμου, στην Οδύσσεια αναβαθμίζονται τα μεγαθέματα του νόστου και της ομιλίας, τα οποία, όπως είδαμε, στην Ιλιάδα συνθλίβονται. Η αναβάθμισή τους συντελείται προοδευτικά και κορυφώνεται στο τέλος του έπους, όταν ο Οδυσσέας επιβάλλει πια με τη μνηστηροφονία τον νόστο του και ξανακερδίζει τη βασιλική εξουσία και τη γυναίκα του. Στο μεταξύ, το θέμα του νόστου προσκρούει σε διαδοχικές αντιστάσεις: κυρίως στον θυμό του Ποσειδώνα, όσο ο ήρωας βρίσκεται ακόμη μακριά από την Ιθάκη· έπειτα στην αντίσταση των μνηστήρων, οι οποίοι μέχρι την τελευταία στιγμή πιστεύουν ότι ο Οδυσσέας έχει αφανιστεί στον δρόμο της επιστροφής του· τέλος, στη δυσπιστία των δικών και των φίλων (κατά σειρά: του Τηλεμάχου, της Ευρύκλειας, του Εύμαιου και του Φιλοίτιου, της Πηνελόπης και του Λαέρτη) - η δυσπιστία αυτή αίρεται κάθε φορά με τη μέθοδο του αναγνωρισμού.
Μαζί με την επιβράβευση του νόστου επιβραβεύεται στην Οδύσσεια και το μεγάθεμα της ομιλίας, όχι μόνο της συζυγικής αλλά και της παρασυζυγικής. Και εδώ έχουμε χαρακτηριστική απόκλιση από την Ιλιάδα, όπου η παρασυζυγική σχέση του Πάρη με την Ελένη θεωρείται αφορμή του τρωικού πολέμου και αντιμετωπίζεται αρνητικά ή τουλάχιστον με επιφύλαξη. Στην Οδύσσεια αντίθετα οι παρασυζυγικές σχέσεις του Οδυσσέα πρώτα με την Κίρκη και μετά με την Καλυψώ (σχέσεις εν μέρει προαιρετικές και εν μέρει αναγκαστικές) λειτουργούν στην αρχή αρνητικά, ύστερα όμως θετικά, προάγοντας τον νόστο του Οδυσσέα. Και οι δύο αυτές δαιμονικές θεές δοκιμάζουν να καθηλώσουν, καθεμιά με τον τρόπο της, τον Οδυσσέα στο κρεβάτι τους· μετά όμως υποχωρούν στον πόθο επιστροφής του ήρωα στον τόπο του και γίνονται καλοί αγωγοί του νόστου του.
Όσο για την κορυφαία ομιλητική σχέση του έπους, τη συζυγική ομιλία Οδυσσέα και Πηνελόπης, αυτή φαίνεται να αντιγράφει την ιλιαδική συζυγική ομιλία Έκτορα και Ανδρομάχης, αντιστρέφοντας όμως και τη φορά και την έκβασή της. Όπως η διάσημη ιλιαδική συζυγική ομιλία, έτσι και η οδυσσειακή διαβαθμίζεται σε τρεις ραψωδίες. Στη δέκατη έβδομη ραψωδία η πρώτη διαλογική επικοινωνία της Πηνελόπης με τον αδιάγνωστο ακόμη Οδυσσέα γίνεται μέσω διερμηνέα, του Εύμαιου, όπου και συμφωνείται ο άμεσος διάλογός τους για αργά το βράδυ της ίδιας μέρας, όταν θα αδειάσει η αίθουσα του παλατιού από τους ενοχλητικούς μνηστήρες. Η δεύτερη αυτή προγραμματισμένη βαθμίδα της συζυγικής ομιλίας (μακρότερη της πρώτης και δραματοποιημένη) συντελείται στη δέκατη ένατη ραψωδία· εκεί παρ᾽ ολίγον να καταλήξει στον αναγνωρισμό του Οδυσσέα από την Πηνελόπη, αλλά τελικά τον προσδοκώμενο αναγνωρισμό τον κλέβει κατά κάποιον τρόπο από τη βασίλισσα της Ιθάκης η Ευρύκλεια, με το επεισόδιο των «Νίπτρων». Η τρίτη και κορυφαία βαθμίδα επιφυλάσσεται για μετά τη μνηστηροφονία, στην εικοστή τρίτη ραψωδία του έπους: εδώ δοκιμάζονται και αναγνωρίζονται οι σύζυγοι με σημάδια απαραγνώριστα, και η συζυγική ομιλία στεφανώνεται με τη διαλογική τους συνομιλία πρώτα, και με την ερωτική τους συνεύρεση μετά.
Υπάρχουν πολλές ενδείξεις, αν όχι αποδείξεις, για άμεση ή έμμεση σχέση της Οδύσσειας με την Ιλιάδα· οι οποίες άλλους ερευνητές τους οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ταυτίζεται ο ποιητής τους, και άλλους ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση «χωρίζονται» δύο ποιητές, που ο ένας (ο νεότερος της Οδύσσειας) μαθητεύει στον αρχαιότερο (της Ιλιάδας). Όπως κι αν έχει το πράγμα, η αντιθετική αναλογία ανάμεσα στην ιλιαδική και στην οδυσσειακή συζυγική ομιλία δεν μπορεί να είναι τυχαία: προϋποθέτει αποφασισμένη παραπομπή της δεύτερης στην πρώτη.
Δ. Ν. Μαρωνίτης