ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Κατεβάστε τον Acrobat Reader

Λεξικό Τριανταφυλλίδης 

Λεξικό της κοινής νεοελληνικής 

 

Σημασιολογία


Περιεχόμενα

α. Ορισμός, ερμήνευμα

Ο
ορισμός εκφράζεται με πλήρη πρόταση, στην οποία επιδιώκεται να περιέχονται στοιχεία που διαφοροποιούν το λήμμα από τα συνώνυμά του. Γενικά, αποφεύγεται ο ορισμός με λόγιο συνώνυμο, ο ετυμολογικός ορισμός, ο ορισμός με λέξεις συγγενικές με το λήμμα και ο εγκυκλοπαιδικός ορισμός. Μερικές φορές ο ορισμός είναι αρκετά γενικός και καλύπτει ένα σύνολο σημασιών, έτσι ώστε ο κάθε υποορισμός που ακολουθεί να διαφοροποιεί τις επί μέρους σημασίες, π.χ. στο λήμμα σήμα. Όταν ο γενικός ορισμός δεν καλύπτει μια ειδική και στενά περιορισμένη χρήση του λήμματος, η χρήση αυτή χωρίζεται από ό,τι προηγείται (ορισμός, παραδείγματα) με δύο κάθετες γραμμές (‖) και στη συνέχεια παρέχονται, ενδεχομένως σε παρένθεση, συνθήκες χρήσης και παραδείγματα.

Προτιμάται ο ορισμός με βάση τα διακριτικά χαρακτηριστικά ή το συντακτικό σχήμα, όταν αυτό οδηγεί σε διαφοροποίηση της σημασίας, π.χ. γαληνεύω 'γίνομαι γαλήνιος' (όπου το ρήμα είναι αμετάβατο) και γαληνεύω 'ηρεμώ κπ., τον κάνω να ξαναβρεί την ψυχική του ηρεμία' (όπου το ρήμα είναι μεταβατικό).

Ορισμός με συνώνυμο παρέχεται σε ελάχιστες περιπτώσεις, όπως σε σπάνιες ή λόγιες λέξεις ή σε εξειδικευμένη χρήση πολύσημης λέξης. Σε ειδικές περιπτώσεις μια λέξη που ορίστηκε στην αρχή του λήμματος είναι δυνατό να χρησιμοποιηθεί σε άλλη σημασία του ίδιου λήμματος ως ήδη γνωστή. Τέλος, στο ΛΚΝ απαντούν και ορισμοί με ερμηνεύματα σε μεταγλώσσα· τα ερμηνεύματα αυτά εμφανίζονται συχνά σε προθήματα, επιθήματα, πρώτα και δεύτερα συνθετικά, σε φράσεις και εκφράσεις, σε γραμματικές λέξεις και αλλού, π.χ. και του πουλιού το γάλα 'για μεγάλη ποικιλία και αφθονία φαγητών και ποτών'.

Καθώς επιδιώχθηκε ο ορισμός να είναι περιγραφικός και λειτουργικός, καταβλήθηκε προσπάθεια ώστε οι λέξεις του ορισμού να είναι όσο το δυνατό κοινές και συχνές, και οπωσδήποτε να υπάρχουν ως λήμματα στο ΛΚΝ. Επίσης καταβλήθηκε προσπάθεια να περιγραφούν ζώα και φυτά, στις περιπτώσεις όμως πολλών και διαφορετικών ονομασιών, ειδών ή περιγραφών καθώς και γενικότερης ασάφειας, παρέχεται όποια πληροφορία κρίνεται απαραίτητη, ακόμη και αν αυτή είναι πολύ γενική, π.χ. αναφέρεται απλώς ότι πρόκειται για ζώο θηλαστικό ή για φυτό καλλωπιστικό.

Άλλες πληροφορίες σχετικές με τη μορφολογική και τη συντακτική συμπεριφορά του λήμματος αναφέρονται, σε παρένθεση, πριν από τον ορισμό ή εμπεριέχονται στη διατύπωση του ορισμού.

Στον ορισμό, και για να μην εμποδίζεται η ομαλή ροή του λόγου, δεν χρησιμοποιούνται συντομογραφίες εκτός από τις: συνήθ., κπ. (που αναφέρεται μόνο στην αιτιατική ενικού του αρσενικού της αόριστης αντωνυμίας = κάποιον), κτ., σημ., ουσ., επίθ., μτφ. Οι υπόλοιπες συντομογραφίες χρησιμοποιούνται μόνο σε παρένθεση. Αυτό δεν ισχύει στο ετυμολογικό μέρος του λήμματος, όπου η ύπαρξη πολλών συντομογραφιών κρίθηκε απαραίτητη για λόγους οικονομίας χώρου.

β. Κατάταξη των σημασιών

Η ιστορική εξέλιξη των σημασιών δεν αποτέλεσε δεσμευτικό κριτήριο για την κατάταξή τους, που έγινε κυρίως με βάση τη λογική τους σχέση. Επιδίωξη της κατάταξης των σημασιών ήταν να μπορεί ο χρήστης να μεταβαίνει λογικά από τη μια σημασία στην άλλη. Ειδικότερα, δόθηκε προτεραιότητα στο γενικό σε σχέση με το ειδικό, στην κυριολεξία σε σχέση με τη μεταφορά ή την επέκταση, στο συχνότερο στη χρήση σε σχέση με το λιγότερο συχνό ή το σπάνιο.

Η αρίθμηση των σημασιών γίνεται με μαύρα τυπογραφικά στοιχεία:

  • (α) Κατά βάση χρησιμοποιούνται αραβικοί αριθμοί(1, 2, 3 …), και αυτό γίνεται όταν υπάρχει σαφής διάκριση αλλά όχι μεγάλη απόσταση ανάμεσα στις σημασίες.
  • (β) Πεζά ψηφία του αλφαβήτου (α, β, γ …) χρησιμοποιούνται ως υποδιαίρεση των σημασιών που δηλώνονται με αραβικούς αριθμούς ή όταν η διαφοροποίηση ανάμεσα στις σημασίες δεν είναι τόσο μεγάλη ώστε να δικαιολογείται διάκριση με αραβικό αριθμό. Για περαιτέρω διάκριση αυτών των υποσημασιών χρησιμοποιούνται αραβικοί αριθμοί ως δείκτες (α1, α2, α3 …). Πεζά ψηφία του αλφαβήτου χρησιμοποιούνται και σε ερμηνεύματα φρασεολογισμών που έχουν περισσότερες από μία σημασίες, αλλά στην περίπτωση αυτή τυπώνονται με λευκά στοιχεία.
  • (γ) Λατινικοί αριθμοί (Ι, ΙΙ, ΙΙΙ …) χρησιμοποιούνται όταν πρόκειται να διακριθούν σύνολα σημασιών που είναι σαφώς απομακρυσμένα μεταξύ τους.
  • (δ) Κεφαλαία ελληνικά ψηφία (Α, Β, Γ …) χρησιμοποιούνται όταν η διαφοροποίηση ανάμεσα στις σημασίες είναι ακόμη μεγαλύτερη ή όταν το απαιτεί το πλήθος των σημασιών.
  • Ο χωρισμός σημασιών με δύο κάθετες γραμμές (׀׀) σημαίνει ελαφρά διαφοροποίηση ή επέκταση της προηγούμενης σημασίας, πράγμα που δηλώνεται.
  • Όταν συσχετίζεται η σημασία ενός λήμματος με τη σημασία κάποιου άλλου, υπάρχει σχετική παραπομπή από το ένα λήμμα στο άλλο.

γ. Σημασιολογικοί χαρακτηρισμοί, επίπεδα γλώσσας

Πριν από κάθε ορισμό παρέχονται, σε παρένθεση, οι σημασιολογικοί χαρακτηρισμοί, π.χ. (μτφ.), (επέκτ.), που αιτιολογούν την κατάταξη και προσδιορίζουν τη σημασιολογική εξέλιξη· προσδιορίζεται, π.χ., αν πρόκειται για μεταφορά της σημασίας ή για επέκτασή της. Η επέκταση ακολουθεί τον ορισμό και συνήθως χωρίζεται από αυτόν με δύο κάθετες γραμμές.

Στην περίπτωση μεταφοράς, (α) όταν η μεταφορά είναι σημασιολογικά απομακρυσμένη από την κύρια σημασία του λήμματος, αντιμετωπίζεται ως ιδιαίτερη σημασία, που αριθμείται κανονικά και έχει δικό της ορισμό, (β) όταν διαπιστώνεται εύκολα η σχέση της μεταφοράς με τη συγκεκριμένη σημασία, η μεταφορά αποτελεί υποκατηγορία σε μια επί μέρους σημασία του λήμματος. Στη δεύτερη περίπτωση η μεταφορά ακολουθεί ύστερα από δύο κάθετες γραμμές και δεν αριθμείται, δεν υπάρχει ορισμός, και το παράδειγμα απλώς παρατίθεται με την ένδειξη "(μτφ.)"· εδώ ορισμός δεν θα προσέφερε επιπλέον πληροφορίες.

Τα παραδείγματα που συνοδεύονται από το ομοιωματικό σαν καταχωρίζονται συνήθως στο τμήμα με την κυριολεκτική σημασία του λήμματος. Όταν όμως συνυπάρχουν κυριολεκτική και μεταφορική σημασία καθώς και παραδείγματα που συνοδεύονται από το σαν, αυτά τα παραδείγματα εμφανίζονται και στις δύο σημασίες, με το σαν μέσα σε παρένθεση. βλ., π.χ., το λήμμα βόδι.

Ειδικότερες πληροφορίες σχετικές με το λήμμα παρέχονται μόνο όταν αφορούν σημασιολογική διαφοροποίηση. Δηλώνεται, δηλαδή, αν μια χρήση είναι σπάνια, αν ανήκει σε κάποια επιστήμη, τέχνη ή επάγγελμα, αν λέγεται για πρόσωπο ή για πράγμα, για έμψυχο ή για άψυχο, αν απαντά συνήθως στον πληθυντικό, στο τρίτο πρόσωπο, στην παθητική φωνή κτλ. Ειδικά η ένδειξη "(παθ.)" αναφέρεται στη φωνή και όχι στη διάθεση του ρήματος. Στα ρήματα δεν θα βρει ο χρήστης ένδειξη που να δηλώνει αν το ρήμα είναι μεταβατικό ή αμετάβατο, επειδή αυτό εξάγεται από τον ορισμό.

Όταν ένα επίθετο έχει και σημασία ουσιαστικού, αυτό δηλώνεται στο λήμμα του επιθέτου. Ο τύπος που επέχει θέση ουσιαστικού τυπώνεται με πλάγια λευκά στοιχεία, ενώ το άρθρο του με όρθια λευκά. Όταν το ουσιαστικό ενός επιθέτου απαντά τόσο στο αρσενικό όσο και στο θηλυκό, αυτό δηλώνεται όποτε κρίνεται απαραίτητο, π.χ. στο λήμμα αριστερός. Η ένδειξη "(ως ουσ.)" εμφανίζεται συνήθως ύστερα από δύο κάθετες γραμμές (׀׀), και αυτό μπορεί να συμβαίνει σε περισσότερες από μία σημασίες του επιθέτου. Όταν ένα ουσιαστικοποιημένο επίθετο έχει περισσότερες από μία σημασίες, φέρει ιδιαίτερη αρίθμηση και δέχεται τις δικές υποδιαιρέσεις, π.χ. στο λήμμα λινός.

Μια από τις πρωτοτυπίες του ΛΚΝ είναι ότι κάθε λήμμα, όπως και κάθε σημασία του λήμματος, συνοδεύεται, όταν αυτό επιβάλλεται, από ένδειξη επιπέδου γλώσσας, πληροφορία που οδηγεί στην επιλογή της λέξης, αλλά και του τύπου ή της σημασίας της λέξης, που απαιτεί το ύφος του προφορικού ή του γραπτού λόγου σε κάποια συγκεκριμένη περίσταση γλωσσικής επικοινωνίας. Οι διαφορετικές αυτές εκφορές του λόγου (τα επίπεδα γλώσσας) σημειώνονται για να δοθεί στο χρήστη η δυνατότητα να επιλέγει το επίπεδο που θα του εξασφαλίσει την επιθυμητή και αποτελεσματική γλωσσική επικοινωνία. Συχνά πρόκειται για λέξεις με την ίδια σημασία, ποια λέξη όμως θα προτιμηθεί εξαρτάται από τις περιστάσεις στις οποίες θα χρησιμοποιηθεί. Έτσι, δηλώνεται αν μια χρήση είναι λόγια, αν χρησιμοποιείται στην οικεία γλώσσα (της φιλικής συναναστροφής), αν λέγεται στη μάγκικη, αν συγκαταλέγεται στις λογοτεχνικές, τις παρωχημένες ή τις ευρύτερα γνωστές διαλεκτικές, δηλαδή τις λαϊκότροπες κτλ.

Στο ΛΚΝ διακρίνονται τα ακόλουθα επίπεδα του ύφους και γενικά της γλώσσας:

  • Επίσημο (επίσ.): για λέξεις, συνήθως λόγιες, συχνές σε λόγο που αφορά δημόσιες υπηρεσίες, στη διοικητική, εκκλησιαστική, στρατιωτική κτλ. γλώσσα, καθώς και σε κάθε περίπτωση που χρειάζεται να δηλωθεί η επισημότητα που απαιτεί κάποια συγκεκριμένη περίσταση ή εκδήλωση, όπως εθνικές γιορτές, λόγοι πολιτικών κτλ., π.χ. παρακάθομαι1, κώλυμα, κόμιστρο, αποφαίνομαι.
  • Επιστημονικό (επιστ.): για λέξεις που απαντούν σε περισσότερες από μία επιστήμες, π.χ. δακτύλιος, ανθρωποζωικός.
  • Λαϊκό (λαϊκ.): για λέξεις, συνήθως του προφορικού λόγου, που ανήκουν στη μάγκικη διάλεκτο, στην αργκό, στη διάλεκτο της πιάτσας, που θεωρούνται του περιθωρίου, των νέων ομιλητών, ή και για συνθηματικές λέξεις διάφορων κοινωνικών ομάδων που είναι ευρύτερα γνωστές, π.χ. πασαπόρτι, παρόλα.
  • Λαϊκότροπο (λαϊκότρ.): για λέξεις που είναι ευρέως διαλεκτικές, που μπορεί να είναι γνωστές και στα μεγάλα αστικά κέντρα και που πολλές από αυτές χρησιμοποιούνται στη νεοελληνική λογοτεχνία. Κάποτε τα όρια ανάμεσα στο λαϊκότροπο και στο λογοτεχνικό είναι ασαφή, και υπάρχουν λήμματα που χαρακτηρίζονται και με τα δύο αυτά επίπεδα, π.χ. δίστρατο, νουρά.
  • Λόγιο (λόγ.): για λέξεις που μπορούν να έχουν αντίστοιχο τύπο ή αντίστοιχο τρόπο έκφρασης στην κοινή, ως προς τη χρήση τους όμως ή και το σχηματισμό τους προέρχονται από την καθαρεύουσα ή την αρχαία ελληνική γλώσσα ή δημιουργήθηκαν με αυτές ως πρότυπο π.χ. γηράσκω, δεδηλωμένος.
  • Λογοτεχνικό (λογοτ.): για λέξεις πολύ συχνές στην ελληνική λογοτεχνία οι οποίες είτε χρησιμοποιούνται σε καθαρά λογοτεχνικά κείμενα είτε τις χρησιμοποιεί κάποιος στον προφορικό ή στο γραπτό του λόγο, όταν θέλει να χρωματίσει λογοτεχνικά το ύφος του, π.χ. γέρμα, δεντρί.
  • Οικείο (οικ.): για λέξεις του οικογενειακού και του φιλικού περιβάλλοντος, που δεν χρησιμοποιούνται όταν απευθύνεται κάποιος σε αγνώστους ή σε ανωτέρους στην επαγγελματική ή σε άλλη ιεραρχία, π.χ. καθισιό, παλιόφιλος.
  • Παιδικό (παιδ.): για λέξεις του παιδικού λεξιλογίου, π.χ. νάνι, βαβά.
  • Παρωχημένο (παρωχ.): για λέξεις που δηλώνουν κάτι που υπήρξε στο παρελθόν, εξακολουθεί να υπάρχει και σήμερα, χρησιμοποιείται όμως άλλη, συνώνυμη, λέξη για να δηλωθεί, π.χ. μπανιερό (που έχει αντικατασταθεί από τη λέξη μαγιό). Η παρωχημένη χρήση μιας λέξης δηλώνεται κάποτε και με παρωχημένο χρόνο στον ορισμό, όταν η λέξη η οποία αναλύεται αναφέρεται σε μια πραγματικότητα που δεν υπάρχει πια (προϊόν, αξίωμα, επάγγελμα κτλ.), π.χ. γκαζοζέν.
  • Προφορικό (προφ.): για λέξεις που αντιδιαστέλλονται προς εκείνες που χρησιμοποιούνται στο γραπτό λόγο. Το προφορικό βρίσκεται πολύ κοντά στο οικείο, κάποτε εναλλάσσεται ή και συνυπάρχει με αυτό χωρίς να είναι πάντοτε ευδιάκριτα τα όριά τους, ενώ δεν αποκλείεται η χρήση του στο γραπτό λόγο, π.χ. γιωταχής, λασπουριά.
  • Χυδαίο (χυδ.): για λέξεις κακέμφατες, αρνητικά φορτισμένες σε σχέση με το σεξ και τις φυσικές ανάγκες, όταν με αυτές δηλώνεται γενικά η αθυροστομία του χρήστη ή τάση για βωμολοχία, π.χ. γαμώ, κουράδα. Χυδαίες χαρακτηρίζονται και πολλές εκφορές με μόρια, π.χ. να [ná], όταν συνοδεύεται από ανάλογη χειρονομία.
  • Άλλοι χαρακτηρισμοί, όπως ειρωνικό (ειρ.), μειωτικό (μειωτ.), συναισθηματικό (συναισθ.), υβριστικό (υβρ.), χλευαστικό (χλευ.), χρωματίζουν τη χρήση μιας λέξης ή μιας ολόκληρης σημασίας και χρησιμοποιούνται για να δηλωθεί ανάλογη χρήση από μέρους του ομιλητή.

Ένα λήμμα μπορεί να ανήκει σε διαφορετικά επίπεδα γλώσσας, τα οποία αφορούν είτε όλο το λήμμα είτε κάποια από τις σημασίες του ή και κάθε σημασία χωριστά· βλ., π.χ., το λήμμα καβάλα. Όταν συμβαίνει να συνυπάρχουν διαφορετικά επίπεδα γλώσσας σε κάποιο λήμμα, αυτό δηλώνεται ιδιαίτερα. Έτσι, μπορεί να συνυπάρχει το λόγιο με το λογοτεχνικό, π.χ. στα λήμματα δίστομος ή ανέσπερος, το λαϊκότροπο με το λογοτεχνικό, π.χ. στο λήμμα δολερότητα, το προφορικό με το μειωτικό ή με το οικείο κτλ.

Επίπεδο μπορεί να δηλώνει και κάποιος γραμματικός τύπος, οπότε αυτό αναφέρεται στις γραμματικές πληροφορίες του λήμματος, π.χ. διάβολος ο […] & διάολος ο […] Ο20α προφ. πληθ. και διαβόλοι & διαόλοι.

δ. Συνώνυμα, αντίθετα

Τα συνώνυμα παρατίθενται κατά κανόνα μετά τον ορισμό (ή, αν αναφέρονται σε μια ειδική χρήση, μετά το παράδειγμα), για να προσδιοριστεί σε ποιες από τις διαφορετικές σημασίες ή χρήσεις του λήμματος αντιστοιχεί κάθε συνώνυμο. Όταν ένα συνώνυμο καλύπτει όλες τις σημασίες ενός λήμματος, τότε παρατίθεται πριν από το βασικό ορισμό, π.χ. αvομοιογεvής. ΣΥΝ ετερογενής. Ως συνώνυμο μπορεί να παρατεθεί και συνώνυμη φράση, π.χ. σωσίβιο. ΣΥΝ ΦΡ σανίδα σωτηρίας. Επειδή το ΛΚΝ δεν αποτελεί ειδικό λεξικό συνωνύμων, για λόγους οικονομίας αναγράφονται μόνο τα πλησιέστερα συνώνυμα και όσα δεν διαφέρουν ως προς το επίπεδο γλώσσας ή ως προς τη συχνότητα χρήσης.

Οι διαφορές των συνωνύμων ως προς την ένταση ορισμένες φορές δηλώνονται με ένα βέλος, ανωφερές(­) αν το συνώνυμο είναι περισσότερο έντονο, κατωφερές (¯) στην αντίθετη περίπτωση, π.χ. υπόνοια, υποψία­· ηλιθιότητα, ανοησία¯.

Όταν το συνώνυμο ενός λήμματος είναι πολύσημο, συνοδεύεται από τον αριθμό (σε μορφή δείκτη) της σημασιολογικής ανάλυσης που υφίσταται στο δικό του λήμμα.

Για την καλύτερη κατανόηση μιας σημασίας ενός λήμματος χρησιμοποιείται η ένδειξη "(βλ.)" = βλέπε, όταν πρόκειται για παραπομπή και για εύρεση πληροφοριών σχετικών με το λήμμα, π.χ. -ία1. (βλ. -σία).Η ένδειξη "(πρβ.)" = παράβαλε χρησιμοποιείται για απομακρυσμένα συνώνυμα που αναφέρονται για σύγκριση και διαφοροποίηση, π.χ. αγαθό· (πρβ. καλό).

Για λόγους οικονομίας αλλά και για λόγους ουσίας δεν αναφέρονται όλα τα αντίθετα ή όσα θα μπορούσαν να θεωρηθούν τέτοια, παρά μόνο τα αντίθετα του ίδιου επιπέδου γλώσσας. Τα αντίθετα παρατίθενται κατά κανόνα μετά τον ορισμό και τα συνώνυμα, αν υπάρχουν .Ένα αντίθετο μπορεί να αναφέρεται και μετά το παράδειγμα, όπως συμβαίνει και με τα συνώνυμα. Όταν ένα αντίθετο καλύπτει όλες τις σημασίες ενός λήμματος, τότε αναφέρεται πριν από το βασικό ορισμό, π.χ. ανομοιογενής. ΑΝΤ ομοιογενής. Παραλείπονται τα αντίθετα, όταν περιλαμβάνονται στον ορισμό, π.χ. άβραστος 'που δεν είναι βρασμένος'.

ε. Παραδείγματα, παραθέματα

Καταβλήθηκε ιδιαίτερη προσπάθεια, ώστε τα παραδείγματα στο ΛΚΝ

  • να είναι σύντομα και σαφή, να μην είναι χωρίς λόγο δυσνόητα, και να έχουν ευρηματικό χαρακτήρα·
  • να μην είναι περισσότερα από όσα χρειάζονται για να επιβεβαιωθεί και να καταδειχθεί η σημασία, η χρήση, η λειτουργία και η σύνταξη του λήμματος·
  • να αντιπροσωπεύουν διαφορετικούς γραμματικούς τύπους και συντακτικές δομές·
  • να βοηθούν το χρήστη να αντιληφθεί σαφέστερα ή και να συμπληρώσει τις πληροφορίες του ερμηνεύματος.

Τα παραδείγματα παρατίθενται μετά τον ορισμό, αρχίζουν με κεφαλαίο γράμμα και τυπώνονται με πλάγια στοιχεία· μεταξύ τους χωρίζονται με τελεία και δέχονται ερμήνευμα, όταν διαφοροποιείται η σημασία τους από τον κύριο ορισμό.

Τρεις είναι οι πηγές από τις οποίες αντλούνται τα παραδείγματα: (α) η λογοτεχνία· τα παραδείγματα από συγγραφείς παρατίθενται αυτούσια χωρίς το όνομα του συγγραφέα, εφόσον είναι σύντομα και περιεκτικά, διαφορετικά διασκευάζονται, (β) ο τύπος (εφημερίδες, περιοδικά, εκλαϊκευτικές και επιστημονικές εκδόσεις), η τηλεόραση και το ραδιόφωνο, και (γ) ο λεξικογράφος· τα παραδείγματα του λεξικογράφου μπορεί να είναι κοινότατα, έχουν όμως το πλεονέκτημα να αναφέρονται στη σύγχρονη γλωσσική πραγματικότητα (αλλά και το μειονέκτημα να αυξάνουν την υποκειμενικότητα του λεξικού).

Στα γραμματικά λήμματα οι ορισμοί, τα ερμηνεύματα σε μεταγλώσσα και τα πλούσια παραδείγματα στοχεύουν να αποτυπώσουν τις ποικίλες σημασίες, οι οποίες πολλές φορές εξαρτώνται από την επιτόνιση ή από ανάλογες χειρονομίες (κινηματικά σημεία) που συνοδεύουν την εκφορά του λόγου. Η ποικιλία αυτή αποδίδεται, και σε κάποιες περιπτώσεις περιγράφεται, με τις κατάλληλες λέξεις ή τα κατάλληλα συμφραζόμενα (π.χ. ανάλογα με το νόημα του λόγου, τον τόνο και το χρωματισμό της φωνής ή τις κινήσεις του σώματος και τους μορφασμούς του προσώπου, βλ. λήμμα α1).

Για λόγους οικονομίας, στα παραδείγματα εφαρμόζεται η ουδετέρωση και η συσσώρευση. Στην ουδετέρωση χρησιμοποιούνται οι αόριστες αντωνυμίες κάποιος ή κτ. για να αποφευχθεί η αναφορά σε ποικίλα συγκεκριμένα πρόσωπα ή πράγματα, π.χ. στο λήμμα γίνομαι: Δεν ξέρω τι έγινε κάποιος ή κτ., δεν ξέρω πού βρίσκεται, τι κάνει, τον ψάχνω μάταια. Στη συσσώρευση, η οποία προηγείται των μεμονωμένων παραδειγμάτων, το λήμμα εμφανίζεται με πολλές από τις λέξεις που το συνοδεύουν στο λόγο, π.χ. στο λήμμα αγαπώ: Αγαπώ τα γράμματα / τη μουσική / την τέχνη.

Το σύμβολο ~ αντικαθιστά το λήμμα ή το υπολήμμα μέσα στο παράδειγμα, μόνο όταν ο τύπος που αναφέρεται στο παράδειγμα συμπίπτει απόλυτα με τον κύριο τύπο του λήμματος ή του υπολήμματος, π.χ. στο λήμμα παραίτηση: Γραπτή / προφορική ~. Υποβάλλω / δηλώνω ~ (αλλά: Υποβολή παραίτησης). Το σύμβολο ~ δεν χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις έγκλισης τόνου (π.χ. Του έστειλε την παραίτησή του), καθώς και όταν το λήμμα ή το υπολήμμα γράφεται με πεζό αρχικό γράμμα αλλά σε κάποια από τις σημασίες του η ανάλυση απαιτεί να αρχίζει με κεφαλαίο, π.χ. στο λήμμα ανάσταση.

Ο χωρισμός παραδειγμάτων με δύο κάθετες γραμμές (׀׀) υποδηλώνει ελαφρά διαφοροποίησή τους.

στ. Φρασεολογία

Στη γλώσσα συνηθίζονται πολλοί φρασεολογισμοί (ιδιωτισμοί, τυποποιημένες φράσεις, εκφράσεις, παροιμίες κτλ.), που έχουν ξεχωριστή σημασία, είναι στοιχεία ιδιαίτερα εκφραστικά που εμπλουτίζουν την κοινή νεοελληνική και γι' αυτό καταγράφονται στο ΛΚΝ και καταχωρίζονται ύστερα από κάθε σημασία στα οικεία λήμματα.

Οι φρασεολογισμοί ερμηνεύονται πάντοτε, εμπλουτίζονται με παραδείγματα, και σημειώνεται αστερίσκος (*) σε περιπτώσεις που ο χρήστης παραπέμπεται για την ανάλυσή τους σε άλλο λήμμα. Καταβλήθηκε προσπάθεια ώστε οι φρασεολογισμοί να εμφανίζονται σε όλα ή στα βασικότερα λήμματα των λέξεων που τους συναποτελούν· αναλύονται όμως μόνο σε ένα από αυτά, εκείνο που θεωρείται κύριο και βασικό, και προς το οποίο γίνεται η παραπομπή με αστερίσκο, π.χ. στο λήμμα λαμβάνω: (έκφρ.) ~ ταμέτρα* μου· και στο λήμμα μέτρο: (έκφρ.) λαμβάνω τα μέτρα μου, προνοώ, φροντίζω για κτ., προφυλάσσομαι από ενδεχόμενο κίνδυνο.

Μια από τις καινοτομίες του ΛΚΝ είναι ότι διακρίνει τη φράση από την έκφραση με εντελώς πρωτότυπο τρόπο. Και οι δύο σημαίνουν παραδοσιακά στερεότυπη ένωση από δύο ή περισσότερες λέξεις που το σύνολό τους αποκτά ξεχωριστή σημασία. Με την ένδειξη "(ΦΡ)" = φράση καταχωρίστηκαν στερεότυπες ενώσεις που η σημασία τους έχει απομακρυνθεί εντελώς από την κυριολεξία και παύει να έχει οποιαδήποτε κυριολεκτική σχέση με τις λέξεις από τις οποίες αποτελούνται, παραπέμποντας κατευθείαν σε μεταφορά, π.χ. ΦΡ η τελευταία τρύπα του ζουρνά, για άνθρωπο που τον θεωρούμε υποδεέστερο και δεν τον υπολογίζουμε. Αντίθετα, με την ένδειξη "(έκφρ.)" = έκφραση καταχωρίστηκαν οι στερεότυπες ενώσεις που απλώς έχουν τυποποιηθεί, αλλά παραμένουν κοντά στην κυριολεκτική σημασία των λέξεων που τις συναποτελούν, π.χ. (έκφρ.) είναι στα τελευταία του, πεθαίνει.

Οι φράσεις και οι εκφράσεις τυπώνονται με πλάγια στοιχεία, χωρίζονται μεταξύ τους με τελεία αλλά δεν αρχίζουν με κεφαλαίο γράμμα.

Στα λήμματα ο χρήστης θα συναντήσει και επιρρηματικές εκφράσεις (επιρρ. έκφρ.), π.χ. από παλιά, επιρρηματικές φράσεις (ΕΠΙΡΡ ΦΡ), π.χ. εις βάρος, καθώς και απαρχαιωμένες ή λόγιες φράσεις και εκφράσεις που κρίθηκε αναγκαίο να περιληφθούν στο λήμμα και όχι σε ιδιαίτερο πίνακα, αν και ορισμένες από τις λέξεις που συναποτελούν τις φράσεις αυτές δεν ανήκουν στο κλιτικό σύστημα της κοινής νεοελληνικής, μια και περιέχουν γραμματικά στοιχεία που δεν συνηθίζονται πλέον στη σημερινή γλώσσα (ευκτική, απαρέμφατο, δοτική κτλ.), π.χ. προφάσεις εν αμαρτίαις, εν μιά νυκτί· η καταγραφή τους μέσα στα λήμματα έγινε, επειδή έτσι εξυπηρετείται η σημασιολογική κατανόηση του λήμματος, εφόσον αποτελούν αναπόσπαστα στοιχεία του. Η επιλογή και η καταγραφή τους έγινε πάντοτε με κριτήριο τη συχνότητα με την οποία εμφανίζονται στο γραπτό ή στον προφορικό λόγο.

Παροιμίες (ΠΑΡ) αναγράφονται μόνο όταν είναι πολύ κοινές ή όταν εξυπηρετούν τη σημασιολογική κατανόηση του λήμματος. Αρχίζουν πάντοτε με κεφαλαίο γράμμα, επειδή αποτελούν πλήρη πρόταση. Ορισμένες παροιμίες διακρίνονται σε παροιμιακές φράσεις (ΠΑΡ ΦΡ) και σε παροιμιακές εκφράσεις (ΠΑΡ έκφρ.), με το ίδιο σκεπτικό που ισχύει για τις φράσεις και τις εκφράσεις. Στο ΛΚΝ θα ανακαλύψει ο χρήστης και γνωστά γνωμικά ή αινίγματα.

Αναστασία Τζιβανοπούλου

Τελευταία Ενημέρωση: 15 Φεβ 2008, 17:55