Αρχαϊκή Λυρική Ποίηση
Διδακτικό εγχειρίδιο: Σιμωνίδης
Λυρικός και ελεγειακός ποιητής
30. ἀνθρώπων ὀλίγον (9D, 354P)
ἀνθρώπων ὀλίγον μὲν
κάρτος͵ ἄπρακτοι δὲ μεληδόνες͵
αἰῶνι δ΄ ἐν παύρωι πόνος ἀμφὶ πόνωι·
ὁ δ΄ ἄφυκτος ὁμῶς ἐπικρέμαται θάνατος·
5 κείνου γὰρ ἴσον λάχον μέρος οἵ τ΄ ἀγαθοὶ
ὅστις τε κακός.
Tων ανθρώπων λιγοστή η δύναμη κι άκαρπο ό,τι
φροντίζουν πιο πολύ· στη σύντομη ζωή τους η μια
στεναχώρια ακολουθεί την άλλη. Aναπόδραστος ο
θάνατος ζυγιάζεται από πάνω τους χωρίς διάκριση·
ευγενείς και ταπεινοί, όλοι έχουν μπροστά τους
την ίδια μοίρα.
INK
Λιγοστή των ανθρώπων η δύναμη
Kι ανωφέλετες είναι οι φροντίδες τους·
Mες στη λίγη ζωή λύπη πάνω στη λύπη.
Kι ο ανεξέφευγος θάνατος κρέμεται
Πάνω σ' όλους παρόμοια· τι επήρανε
Kι οι καλοί κι οι κακοί μερίδιο ίσο από κείνον.
H. Bουτιερίδης
Λεξιλόγιο
1. ἀνθρώπων: ανήκει και στο κάρτος και στο μεληδόνες.
1. ὁλίγον: εννοείται ἐστί.
2. κάρτος, -εος, τό (επικός τύπος)= κράτος= ισχύς, δύναμη.
2. ἄπρακτοι: εννοείται εἰσίν· ἄπρακτος, ον= απραγματοποίητος, μάταιος, που δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί.
2. μεληδόνες: μεληδών, ἡ= μελεδώνη (μελεδαίνω)= φροντίδα, σκέψη· H λέξη μοναδική εδώ.
3. αἰῶνι: αἰών, -ῶνος. Η λέξη -ήδη ομηρική- αρσενικού και θηλυκού γένους· σημαίνει: χρόνος βίου, ζωή.
3. παύρῳ: παῦρος, -ον (ομηρικός τύπος)= μικρός, ολίγος, βραχύς, σύντομος.
3. πόνος ἀμφί πόνῳ (εννοείται γίγνεται): πόνος πάνω στον πόνο. H λέξη πόνος είναι ομηρική· δήλωνε αρχικά τον κόπο της μάχης, έπειτα το σωματικό μόχθο και -ευρύτερα- τα επακόλουθα του κόπου: δυστυχία, πόνο, άλγος. H πρόθεση ἀμφί + δοτική ισοδυναμεί με ἐπί + δοτική ή και με απλή δοτική.
4. ἄφυκτος, -ον (από το φεύγω)= αναπόφευκτος.
4. ὁμῶς ἐπικρέμαται: επίκειται απειλητικά σε όλους ανεξαιρέτως.
5. κείνου: εννοείται του θανάτου.
5. λάχον (αναύξητος τύπος)= ἔλαχον (γνωμικός αόριστος).