Εξώφυλλο

Ανεμόσκαλα
Συμφραστικοί Πίνακες Λέξεων για Μείζονες Νεοέλληνες Ποιητές

Σκαρφαλώνοντας λέξεις όπως μιαν ανεμόσκαλα. Γιώργος Σεφέρης, «“Νότες” για ένα ποίημα» (ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΩΝ, Β΄)

Στου βράχου την κορφή

Στου βράχου την κορφή. Και η θάλασσα στο βράχο ολόγυρα, και ανέβαινε και ανέβαινε και η θάλασσα ολοένα, σαν, αποφασισμένη, να ’χε αρματωθεί 5 με τη βουβή πλημμύρα την αλύπητη, και η θάλασσα μοίρα σου η θάλασσα, για να σκεπάσει μόνο Εσένα, μονάχα εσέ να καταπιεί.

Γιατί στου βράχου την κορφή έστεκες 10 Εσύ· και καθισμένη ασάλευτη Εσύ, κι όσο κι αν ήσουν καθισμένη, πως ήσουν έδειχνες αλύγιστη, και ορθή πως έστεκες, και φάνταζες πως ήσουνα μόνη στημένη από τη θάλασσα 15 βουβή σε απόφαση δοσμένη, σε απόφαση νικήτρα, Εσύ.

Στο βράχο Εσύ κατάκορφα άγαλμα κι αυτός και βάθρο σου και ταίρι σου, και μ’ όλο το κορμί σου, αγαλματένια, 20 είχες της μέρας που πηγαίνει να σβηστεί, της μέρας της αχνής χινοπωριάτικης μόνη στη μέση από τη θάλασσα μια λύπη μαργαριταρένια στην όψη σου ζωγραφιστή.

25 Και ήσουν γυμνή, και ήταν η γύμνια σου σα να ’ριξες με τα φορέματα κι όλα στο δρόμο σου τα εμπόδια για να τραβήξεις όπου θέλησες Εσύ, μπορεί στο λυτρωμό κι ας ήταν η άβυσσο, 30 μόνη στη μέση από τη θάλασσα, κεφάλι και κορμί και πόδια, γυμνή. Γυμνή, και ήσουν αυγή.

Κι αγάλια αγάλια κι όλο ανέβαινε σιγά, βουβά, σκληρή, ασυγκίνητη, 35 καταποτήρας, το στοιχειό, η πλημμύρα, κι ο βράχος έσβησε, πλαγιές του και κορφή, και της κορφής του κορφή σβήστηκες κι Εσύ, στη μοίρα σου τη θάλασσα δοσμένη, μα όχι από τη μοίρα· 40 από την ίδια σου βουλή.

Σ’ αγνάντευα, άβουλος και ανήμπορος να σε γλιτώσω, κι ας λαχτάριζα, καταφρονούσα την ανημποριά μου, μα και μαζί και με γαλήνη θεοτική 45 από τη θάλασσα του στίχου μου βγαλμένη σ’ έβλεπα μπροστά μου για νέαν αναστημένη ζωή.