Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση
Αρχαϊκή Επική Ποίηση: Από την Ιλιάδα στην Οδύσσεια
των Δ. Ν. Μαρωνίτη και Λ. Πόλκα
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών
7.1. Το περιβάλλον
Στον βαθμό που οι «Μεγάλοι Απόλογοι» (ραψωδίες ι-μ) αναφέρονται γενικότερα στον Οδυσσέα και ειδικότερα στον επίμαχο νόστο του, γειτονεύουν τόσο με τους απολόγους του Νέστορα και του Μενελάου (που προηγήθηκαν αντίστοιχα στην τρίτη και στην τέταρτη ραψωδία) όσο και με τα δύο ακραία τραγούδια του Δημοδόκου, που ακούστηκαν στην όγδοη ραψωδία. Στην πρώτη περίπτωση ο αμφίβολος νόστος του Οδυσσέα εντάσσεται στο πλαίσιο συγγενικών και αντιθετικών νόστων άλλων ηρώων του τρωικού πολέμου (προέχει ως παράδειγμα, άλλα και ως αντιπαράδειγμα, ο τραγικός νόστος του Αγαμέμνονα). Στη δεύτερη περίπτωση απαγγέλλονται από τον τυφλό αοιδό, μπροστά στον ίδιο τον Οδυσσέα και στους επιφανείς Φαίακες, δύο τρωικά κατορθώματα του ήρωα (το ένα από την αρχή, το άλλο από το τέλος του πολέμου). Και τα δύο ωστόσο ορίζουν, καθένα με τον τρόπο του, το εμπόλεμο παρελθόν του Οδυσσέα, αποτελώντας αντίστιξη στη μεταπολεμική περιπέτεια του νόστου του, υποβοηθώντας, όπως είδαμε (κυρίως το δεύτερο τραγούδι του Δημοδόκου), να ανοίξει επιτέλους ο φάκελος των «Απολόγων». Σ᾽ αυτή τη διπλή σκαλωσιά πατούν και ανεβαίνουν οι «Μεγάλοι Απόλογοι».
Με το τέλος τους εξάλλου αποφασίζεται τελεσίδικα η επιστροφή του Οδυσσέα στην Ιθάκη. Κλείνει δηλαδή ο κύκλος του εξωτερικού νόστου και ανοίγει ο κύκλος του εσωτερικού νόστου. Η μετακίνηση του ήρωα από τον ένα κύκλο στον άλλο πραγματοποιείται με θαλάσσιο ταξίδι, που το διεκπεραιώνει το αυτόματο καράβι των Φαιάκων, ενώ ο Οδυσσέας βυθίζεται σε αξύπνητο ύπνο, που μοιάζει με θάνατο. Στον βυθό αυτού του παρ᾽ ολίγον θανάσιμου ύπνου βουλιάζουν, για να ξεχαστούν, όλα τα προηγούμενα πάθη του ήρωα, αυτά που ιστόρησε ο ίδιος στους «Μεγάλους Απολόγους» του. Βρισκόμαστε στη μέση ακριβώς του έπους, σε βαθιά τομή, με την οποία η Οδύσσεια κόβεται στα δύο. Ο ακροατής έχει την αίσθηση πως κάτι εδώ τελείωσε και κάτι άλλο τώρα αρχίζει. Σ᾽ αυτό συντελούν και οι στίχοι ν 70-92, που λειτουργούν συγχρόνως ως επίλογος του πρώτου μέρους της Οδύσσειας (προπάντων των «Μεγάλων Απολόγων») και ως προοίμιο του δεύτερου μέρους του έπους (το οποίο εκβάλλει στη «Μνηστηροφονία»).
Από εδώ και πέρα οι «Μεγάλοι Απόλογοι» απωθούνται και λησμονούνται, καθώς στον κύκλο τώρα του εσωτερικού νόστου προγραμματίζεται, προάγεται και συντελείται το άλλο μεγάλο θέμα της Οδύσσειας, η «Μνηστηροφονία». Θα πρέπει να περιμένουμε μέχρι το τέλος περίπου της εικοστής τρίτης ραψωδίας, για να ακουστεί ο απόηχος των «Απολόγων» στο παλάτι της Ιθάκης. Ο αναγνωρισμός του Οδυσσέα από την Πηνελόπη έχει συντελεστεί, οι σύζυγοι εναγκαλισμένοι ξεσπούν σε ανακουφιστικό κλάμα, κάνουν έρωτα, κι ύστερα μετακενώνουν ο ένας στον άλλο τις εμπειρίες τους από τα είκοσι χρόνια του χωρισμού τους. Στο σημείο αυτό, ευέλικτος και πονηρός ο ποιητής, αφήνει να ακουστεί (σε πλάγιο όμως λόγο και σε καταλογική μορφή) ο αντίλαλος από τους ξεχασμένους «Μεγάλους Απολόγους» σε τριάντα τέσσερις μόλις στίχους (ψ 310-343): ο Οδυσσέας ιστορεί στην Πηνελόπη με ακραία συντομία μία μετά την άλλη τις περιπέτειες του εξωτερικού του νόστου, αποσιωπώντας ωστόσο στοιχεία της παρασυζυγικής συμπεριφοράς του, που θα μπορούσαν να θίξουν τη φιλοτιμία της γυναίκας του. Και οι «Μικροί Απόλογοι», όπως και οι «Μεγάλοι», σφραγίζονται με τον ύπνο του ήρωα, αποτυπωμένο στους δύο καταληκτικούς στίχους της αφηγηματικής ενότητας (ψ 342-343):
Ήταν αυτή η τελευταία του λέξη, καθώς ύπνος γλυκύς,
λυσιμελής τον έπιασε, κι έλυσε τις φροντίδες της ψυχής του.
Δ. Ν. Μαρωνίτης