Εξώφυλλο

Εγκυκλοπαιδικός Οδηγός

Αρχαϊκή Λυρική Ποίηση

του Ι. Ν. Καζάζη (με τη συνεργασία της Μαργαρίτας Σωτηρίου)

Β11. ΑΝΑΚΡΕΩΝ

ὁ πᾶσαν αὑτοῦ τὴν ποίησιν ἐξαρτήσας μέθης

Μέσα στις ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις που ακολούθησαν την κατάρρευση του Λυδικού κράτους (546 π.Χ.) και την επέκταση της Περσικής αυτοκρατορίας στον τότε ιωνικό κόσμο, ο Ανακρέων από την ιωνική Τέω, ακολουθώντας το παράδειγμα του Ίβυκου, ξεδιπλώνει το ποιητικό του χάρισμα στην αυλή του πανίσχυρου άνδρα της Σάμου, Πολυκράτη. Η Αθήνα και το περιβάλλον του Ίππαρχου και οι κύκλοι της θεσσαλικής αριστοκρατίας εγγράφονται μετέπειτα ως τόποι εκφοράς της ανακρεόντειας δημιουργίας.

Συνεχίζοντας την παράδοση της λεσβιακής μονωδίας που προορίζεται για ατομική εκτέλεση σε συγκεκριμένο συμποτικό πλαίσιο, ο Ανακρέων σηματοδοτεί τον αναπροσανατολισμό της. Στις νέες αυλικές απαιτήσεις προς το εκλεπτυσμένο, η ποιητική ιδιοσυγκρασία διαφοροποιείται καθώς ο σοβαρός τόνος της αιολικής μονωδίας παραχωρεί τη θέση του στην παιγνιώδη διάθεση ή και στην αποστασιοποιημένα ειρωνική αντιμετώπιση θεμάτων εκ μέρους του ποιητή που αποπνέει μια έντονη δραματική ειρωνεία, άλλοτε πάλι στη δροσερή και πνευματώδη ευθυμία του.

Στην ποίηση του Ανακρέοντα, γραμμένη σε καθαρή ιωνική διάλεκτο, δεσπόζουν τα θέματα του έρωτα και της αγάπης του για το κρασί· όχι τυχαία ο Κικέρωνας έγραψε: Anacreontisquidem tota poesis est amatoria = «όλη η ποίηση του Ανακρέοντα είναι ερωτική». «Ο Ανακρέων αγάπησε τις ηδονές και τις τραγούδησε χωρίς υποκρισίες· για τον πόλεμο νοιάστηκε ελάχιστα, όπως και για την πολιτική» (Bowra, 96). Οι Αλεξανδρινοί ταξινόμησαν το έργο του σε πέντε βιβλία λυρικών ποιημάτων, ελεγειών και ιάμβων. Από αυτά, δυστυχώς, σώζονται ελάχιστα.

Σε ένα τραγούδι συντροφιάς (απόσπ. 301P) ο ποιητής απευθύνει μια προσευχή προς τον Διόνυσο, τον θεό του κρασιού της ζωτικής ορμής και των ηδονών. Σκηνογραφία και σκηνοθεσία εαρινή, ο θεός πλαισιώνεται από τον Έρωτα, την Αφροδίτη, τις νύμφες και όλοι μαζί επιδίδονται σε ένα χαριτωμένο παίγνιο πάνω στα ψηλά βουνά. Η απλή αλλά προσεγμένη γλώσσα αποτυπώνεται ξεκάθαρα στη χρήση των επιθέτων: κανένα στερεότυπο επίθετο· όλα είναι ουσιώδη και κατακυρώνονται στο νέο λυρικό συγκείμενο (context).

Με τη λεπτή τέχνη του αυλικού φλερτ, ο έρωτας σκιαγραφείται ως το παιχνίδι ανάμεσα σε μια νεαρή κοπέλα και έναν ηλικιωμένο αλλά επιδέξιο άνδρα (απόσπ. 302P: «έρωτας πρεσβύτου», απόσπ. 335P). Με διάθεση παιγνιώδη, προσποιητά σοβαρή, οι στίχοι γεμάτοι χάρη και αυτοσυγκράτηση: ο πόθος και η φλόγα είναι ορατά, αλλά ταυτόχρονα ελέγχονται από τον ώριμο εραστή (απόσπ. 340P). Αυτή η ώριμη ειρωνεία συνδυάζει την ήρεμη ωριμότητα κάποιου που μπορεί να χαλαρώνει χωρίς απώλειες και την αναγκαία ψυχική απόσπαση και απόσταση από το θέμα και τον εαυτό του -κάτι «σώζει τον ίδιο και την τέχνη του» (Bowra, 96) αλλά που απεχθανόταν βαθιά ο Αρχίλοχος. «Πάντοτε υπαινίσσεται ότι αυτές τις διασκεδάσεις δεν τις πολυπαίρνει στα σοβαρά, ότι ξέρει τα όριά τους και εκτιμά την αληθινή τους αξία» (Bowra, 96). Η προσποίηση της ψυχολογικής αμηχανίας είναι ευρηματική και προσδίδει στο ύφος τρυφερότητα και πνευματικότητα (απόσπ. 304P), η ίδια που αναδύεται όταν ο ποιητής αποφασίσει να δώσει ερωτικές συμβουλές για την προσέγγιση μιας νέας (απόσπ. 327P). Από την άλλη, δεν λείπει και το σοβαρό πρόσωπο του έρωτα που αναδεινύεται ως ένα συναίσθημα βίαιο και ορμητικό (απόσπ. 325P, 331P).

Ακόμη πιο απολαυστικά είναι τα ποιήματα του Ανακρέοντα που αφορούν επιμέρους πτυχές της συμποτικής διαδικασίας. Άλλοτε προτείνει μεθοκόπι χωρίς όρια σαν γνήσιος οπαδός του Βάκχου (απόσπ. 300aP) και άλλοτε αλλάζει διάθεση επιζητώντας μια πιο κόσμια και ελληνοπρεπή συμπεριφορά κατά την κατανάλωση του κρασιού (απόσπ. 300bP).

Την ξεκάθαρη συντακτική δομή ενισχύουν τα καλοδιαλεγμένα και σοφά τοποθετημένα επίθετα. Τα χρωματικά επίθετα αποποιούνται τη συμβατική φύση τους και με τον αυξανόμενο συλλαβικό όγκο τους συνθέτουν μια τριβαθμιδωτή κλίμακα· εσκεμμένα επιλεγμένοι επικοί απόηχοι επιθέτων στοχεύουν στη σεμνή υποβολή. Ο ρυθμός του λόγου είναι αναβατικός και έχει ως αποτέλεσμα μια διάχυτη αίσθηση ενότητας και ολοκλήρωσης. Η αρχαϊκή παρατακτικότητα με τη συστηματική και επανειλημμένη επιστροφή στο ίδιο σημείο έχει πια ξεπεραστεί οριστικά καθώς σύμφωνα με τους κανόνες της κλασικής σύνθεσης κάθε επιμέρους ιδέα εμφανίζεται μόνον μια φορά, στη δική της οργανική θέση μέσα στο συνολικό σχέδιο.

Αρχαία Κείμενα

Ανακρέων απόσπ. 301P, 302P, 335P, 340P, 304P, 325P, 327P, 331P, 300a-b.

Επιλεγμένη Βιβλιογραφία

Gentili, B. 1958 Anacreon, Roma.

Lambin, G. 2002 Anacréon: fragments et imitations, Rennes.

Vox, O. 1990 Studi Anacreonti, Bari.