Βασικό Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής
Αναζήτηση για: "δυσχερής"
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- δυσχερής
ΕΠΙΘΕΤΟ 1. δυσάρεστος, ενοχλητικός, θλιβερός |για πρόσωπα και πράγματα 2. εχθρικός, αποκρουστικός, μισητός |για πρόσωπα και καταστάσεις |δύστροπος, ιδιόρρυθμος, δύσκολος 3. αντιφατικός, αντιρρητικός |για επιχειρηματολογία |ως ουσ. τό δυσχερές, τὰ δυσχερῆ=η δυσχέρεια, οι δυσκολίες |ΕΠΙΡΡΗΜΑ δυσάρεστα, δύσκολα, ενοχλητικά, αρνητικά