Στη γραμμένη ακρογιαλιά
γιάτρισσα μες στο μεγαλονήσι,
πρόβαλες, θωριά, ματιά, λαλιά,
φορεσιά, και η φλόγα εσύ και η βρύση.
5 Έλαμπε, γιορτής χαρά, το μέτωπό σου,
βράδιαζε στη σκέψη σου μια λύπη,
ποιός θα μάθει το κρυφό σου καρδιοχτύπι,
ποιός θα τραγουδήσει το σκοπό σου;
Στη γραμμένη ακρογιαλιά
10 γιάτρισσα μες στο μεγαλονήσι,
την αποζητούσες τη γιατρειά·
μα κι η αρρώστια σα να σ’ είχεν αγαπήσει.
Πρόσθετε στα μάγια σου γητειά
κι ήτανε σα να ήταν αδερφή σου,
15 σαν την κλαίουσα την ιτιά
στο κρινάκι του γιαλού γειρτή, μαζί σου.
Φορεσιά, θωριά, ματιά, λαλιά,
κι απ’ τα μάτια σου ένα φέγγος ξεκινούσε,
έσταινε την όψη σου όλη θρόνο του,
20 έκανε το στόμα σου φωλιά,
πρόσταζ’, έπαιζε, γελούσε·
γλώσσα σου το φέγγος μες στα μάτια σου
που μιλούσε.
Στη γραμμένη ακρογιαλιά
25 γιάτρισσα μες στο μεγαλονήσι,
του ρυθμού τα πόδια σου φιλιά
στου χορού το φτερωτό μεθύσι.
Α! καθώς το γράφει κι ο ποιητής
ιερός
30 μέσα στα χρυσά του τα δεφτέρια
εκεί,
πώς τη θεραπεύει της ζωής
τη βαριεστισιά ο χορός!
Πάντα δίνουν ο χορός και η μουσική
35 και το θείο το ποίημα τα χέρια!
Στων αδιάφορων, των ξένων και των κρύων
τα κοπάδια, στη βασίλισσα Ασχημάδα,
των Χαρίτων α! και των αγίων
νά η Τριάδα!
40 Στη γραμμένη ακρογιαλιά
γιάτρισσα μες στο μεγαλονήσι
την εικόνα σου και ποιά καρδιά και ποιά
φαντασία θα λησμονήσει;
|