Ανεμόσκαλα
Συμφραστικοί Πίνακες Λέξεων για Μείζονες Νεοέλληνες Ποιητές
Σκαρφαλώνοντας λέξεις όπως μιαν ανεμόσκαλα. Γιώργος Σεφέρης, «“Νότες” για ένα ποίημα» (ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΩΝ, Β΄)
Για τη ζωή και το έργο του | Το ποιητικό του έργο |
Κώστας Καρυωτάκης (1896-1928)
Αγαπημένη
IΒρεθήκαμε μονάχοι στο μπαλκόνι· μας έσπρωξε κει πάνου αυτή η φροντίδα που τα πουλιά στα δέντρα ζευγαρώνει. Ολόφωτη στα σκοτεινά την είδα. 5 Η νύχτα με τη νύχτα των ματιών της παράβγαινε —μα, μάταια— στη μαυρίλα· κάθε άστρο μπρος στ’ αστέρια των ματιών της τρεμόσβηνε σαν άλαδη καντήλα. Τα μάτια της τα μάργαρα… Η ματιά της 10 εβύθιζε, πλατιά και γοργοφτέρα, στα τρίπαχα σκοτάδια τη φωτιά της κι επέταγε όλο πέρα κι όλο πέρα, σε κόσμους ονειρόβγαλτους, σε μάκρη ανίδωτα. Στο δροσομάγουλό της 15 εκύλησε διαμάντινο ένα δάκρυ και πρόδωσε το μαύρο στοχασμό της. Εδάκρυσα. Τρεμάμενη η φωνή μου ακούστηκε δειλή, κομματιασμένη (την άκουσε, την άκουσε η καλή μου;): 20 «Ω, πάψε πια, μην κλαις, αγαπημένη». IIΣε πέπλο συννεφένιο τυλιγμένο εφάνηκε —κι ακλούθησε με χάρη το δρόμο του τον ωριοχαραγμένο μ’ αστέρια κι απ’ αστέρια— το φεγγάρι. 5ii Οι αχτίδες του που παίζουν στο σκοτάδι σιμά της σαν περνούνε, απαλαφήνουν στη σάρκα της ζεστό ένα φωτοχάδι και στα μαλλιά χρυσόσκονη της χύνουν. Τα σκότια πια βαριά δεν την τυλίγουν 10ii και κρούσταλλο το δάκρυ της δε βρέχει το μάγουλο· οι ματιές μας γλυκοσμίγουν κι η σκέψη μας μακριά τώρα δεν τρέχει. Μια δύναμη γιγάντινη τραβάει και φέρνει το ένα στ’ άλλο τα κορμιά μας, 15ii τα χείλια μας μια δύναμη κολλάει, μια δύναμη πληθαίνει τα φιλιά μας. Ξημέρωνε. Τρεμάμενη η φωνή μου ακούστηκε μες στα φιλιά πνιγμένη (την άκουσε, την άκουσε η καλή μου;): 20ii «Ω, φίλα, φίλα, φίλα, αγαπημένη». |